Η Δίκη των Έξι (ΙΕ’) : «Πού πηγαίνομεν; Εις τον άλλον κόσμον!»-Η εκτέλεση

0

To πρωί της Τρίτης 15 Νοεμβρίου 1922 ο Θεόδωρος  Πάγκαλος καλεί τον επαναστατικό επίτροπο συνταγματάρχη Νεόκοσμο Γρηγοριάδη και τον καλεί να οδηγήσει αμέσως τους έξι καταδικασθέντες σε θάνατο στον τόπο των εκτελέσεων και να τους τουφεκίσει πριν ακόμη βγει για τα καλά ο ήλιος.

του Γιώργου Καραγιάννη-www.imerodromos.gr

Στον τόπο της εκτέλεσης βρίσκεται ήδη από τις 3 τα ξημερώματα το εκτελεστικό απόσπασμα. Ο Γρηγοριάδης ζητάει να του δοθεί η απόφαση του Στρατοδικείου επικυρωμένη από την Επανάσταση, φεύγει από το κτίριο της Βουλής και πηγαίνει στο σπίτι του Πλαστήρα που περιμένει να του φέρουν την καθαρογραμμένη απόφαση. Σε λίγο φτάνει και ο Πάγκαλος ο οποίος  κατσαδιάζει τον Γρηγοριάδη που επιμένει στην τήρηση των τύπων , ενώ από στιγμή σε στιγμή αναμένεται να φτάσει ο Βρετανός πλοίαρχος Τάλμποτ και να καταστεί αδύνατη η εκτέλεση.

Ο τόπος της εκτέλεσης

Ο τόπος της εκτέλεσης

Τελικά η διαταγή ετοιμάστηκε και ο Πλαστήρας την υπέγραψε αφού προηγουμένως έκανε μια αλλαγή με το χέρι του. Η διαταγή εκτελέσεως εκδόθηκε «Εν ονόματι της Επαναστάσεως» ενώ η απόφαση του Στρατοδικείου εκδόθηκε  «Εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων. Και πραγματικά θα ήταν το λιγότερο παράδοξο ο ίδιος ο Βασιλιάς να υπογράφει την διαταγή εκτέλεσης αυτών που ήταν οι στυλοβάτες του καθεστώτος του.

Ο Τάλμποτ στο Φάληρο

Στις 10.30 το πρωί στο Νέο Φάληρο αγκυροβολεί το βρετανικό αντιτορπιλικό που μεταφέρει τον πλοίαρχο Τάλμποτ. Μισή ώρα αργότερα ο Τάλμποτ φτάνει στη βρετανική πρεσβεία που τότε βρισκόταν στην πλατεία Κλαυθμώνος. Πρώτη δουλειά του απεσταλμένου της βρετανικής κυβέρνησης είναι να τηλεφωνήσει στον Πλαστήρα ο οποίος απαντά ότι ευχαρίστως θα τον δεχθεί.

Στο μεταξύ στις φυλακές Αβέρωφ όπου έχουν συγκεντρωθεί από νωρίς το πρωί στενοί συγγενείς και φίλοι των καταδικασθέντων ένας ανθυπομοίραρχος ανακοινώνει στους έξι πως η εκτέλεση έχει οριστεί για τις έντεκα. Οι καταδικασθέντες περνούν ένας ένας από το κελί του Γούδα και του Στρατηγού που έχουν καταδικασθεί σε ισόβια. Εκεί ένας παπάς τους μεταλαβαίνει. Σε λίγα λεπτά επιβιβάζονται σε δύο νοσοκομειακά κλειστά αυτοκίνητα. Και η πομπή ξεκινάει. Μπροστά ένα καμιόνι με χωροφύλακες . Ακολουθούν τα δύο νοσοκομειακά. Και πίσω τους ένα δεύτερο καμιόνι. Από το καπό μπροστά στον οδηγό ξεπροβάλει η κάννη ενός πολυβόλου. Η πομπή ανηφορίζει προς τους Αμπελοκήπους και σε λίγο χάνεται στη στροφή της Μεσογείων. Κατά μήκος της διαδρομής είναι τοποθετημένοι δεξιά και αριστερά στρατιώτες. Στο ύψος του δρόμου , εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το Πεντάγωνο τα αυτοκίνητα στρίβουν αριστερά. Τότε ο τόπος ήταν έρημος. Μόνο περιβόλια , πεύκα , μαντριά και λίγα κτίσματα στο σημείο όπου βρίσκεται η «Σωτηρία» , τότε φθισιατρείο.

Ένα χιλιόμετρο μετά τη στροφή από τη Μεσογείων τα αυτοκίνητα σταματούν. Στον τόπο της εκτέλεσης είναι παραπεταγμένο ήδη το εκτελεστικό απόσπασμα. Αρκετοί πολίτες από τα γύρω υψώματα παρακολουθούν το «θέαμα».

Η βενιζελική «Μακεδονία» της 16ης Νοεμβρίου 1922 δημοσιεύει την είδηση της εκτέλεσης των έξι στην 4η ( τελευταία) σελίδα με τίτλο: «Οι ένοχοι εξετελέσθησαν χθες».

Η βενιζελική «Μακεδονία» της 16ης Νοεμβρίου 1922 δημοσιεύει την είδηση της εκτέλεσης των έξι στην 4η ( τελευταία) σελίδα με τίτλο: «Οι ένοχοι ετυφεκίσθησαν χθες».

Το γενικό πρόσταγμα της εκτέλεσης έχει ανατεθεί στον ταγματάρχη Τρύφωνα. Το λόχο φρουράς διοικεί ο λοχαγός Σφακιανάκης. Η φρουρά και το εκτελεστικό απόσπασμα σχηματίζουν ένα μεγάλο Π μέσα στα χωράφια. Λίγα μέτρα πιο κει βρίσκονται οι τάφοι των αξιωματικών  Καλαμαρά και Χατζόπουλου. Στα χρόνια του διχασμού παραδόθηκαν στους Γερμανούς , οδηγήθηκαν στο Γκέρλιτς και στη συνέχεια με γερμανικό υποβρύχιο προσπάθησαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν ως κατάσκοποι.

Οι κατάδικοι κατεβαίνουν από τα αυτοκίνητα. Κανείς δεν τους λέει τι πρέπει να κάνουν.

« Πού πηγαίνομεν;», ρωτάει ο Στράτος τον Γούναρη.

« Εις τον άλλον κόσμον», του απαντά εκείνος και στρεφόμενος προς τον διοικητή Ασφαλείας μοίραρχο Βοβολίνη του λέει: «Να  τερματισθεί το ταχύτερον ό, τι έχει να γίνει».

Οι μελλοθάνατοι οδηγούνται στο μέσον του Π. Ο Γρηγοριάδης αρχίζει να διαβάζει την απόφαση με φωνή τρεμάμενη. Σε μια στιγμή η φωνή του κόβεται. Ο γραμματέας του Στρατοδικείου λοχαγός Πεπονής του παίρνει το χαρτί από τα χέρια και ολοκληρώνει την ανάγνωση.

Ο Γρηγοριάδης  ρωτάει τους έξι αν θέλουν να πουν κάτι, την τελευταία τους θέληση. Οι πέντε απαντούν αρνητικά και μόνο ο Στράτος δίνει την ασημένια ταμπακιέρα του στον μοίραρχο Βοβολίνη για να την παραδώσει στο γιο του που, λίγα μέτρα πιο κει παρακολουθεί τις τελευταίες στιγμές του πατέρα του. Ο Βοβολίνης τους ρωτά αν θέλουν να τους δέσουν τα μάτια. Και οι έξι απαντούν αρνητικά.

« Όχι δεν φεύγω. Είμαι Μικρασιάτης. Θα μείνω να ντουφεκίσω»

Η αντιβενιζελική «Σκριπ» δημοσιεύει στην τέταρτη σελίδα το επίσημο ανακοινωθέν της εκτέλεσης κάτω από τον ουδέτερο τίτλο : « Εξετελέσθη η απόφασις του Στρατοδικείου- Τυφεκισμός των καταδίκων». Στις διπλανές στήλες το λογοκριμένο ρεπορτάζ για τις εξελίξεις στις ελληνοβρετανικές σχέσεις

Η αντιβενιζελική «Σκριπ» δημοσιεύει στην τέταρτη σελίδα το επίσημο ανακοινωθέν της εκτέλεσης κάτω από τον ουδέτερο τίτλο : « Εξετελέσθη η απόφασις του Στρατοδικείου- Τυφεκισμός των καταδίκων». Στις διπλανές στήλες το λογοκριμένο ρεπορτάζ για τις εξελίξεις στις ελληνοβρετανικές σχέσεις

Το εκτελεστικό απόσπασμα έχει χωριστεί σε έξι ομάδες από πέντε άνδρες η κάθε μια. Στην τελευταία ομάδα που θα σκοπεύσει τον Χατζανέστη υπάρχει και έκτος στρατιώτης. Ένας ανθυπασπιστής τον διατάσσει να φύγει.

«Όχι δεν φεύγω. Είμαι  Μικρασιάτης. Θα μείνω να ντουφεκίσω» , απαντά αυτός και ο ανθυπασπιστής αποχωρεί άπρακτος.

Εκείνη τη στιγμή ο Χατζανέστης απευθύνεται ως ανώτερος προς κατώτερο στον Γρηγοριάδη: «Έλα εδώ εσύ» προστάζει τον συνταγματάρχη ο πριν από λίγο καθαιρεθείς αρχιστράτηγος. Ο Γρηγοριάδης πλησιάζει και ο Χατζανέστης βγάζει από το δάκτυλό του τρεις βέρες και του λέει επιτακτικά: «Να τις στείλεις στην κόρη μου».

Μέσα στη νεκρική σιγή που επικρατεί ακούγεται το πρόσταγμα του επικεφαλής του αποσπάσματος ανθυπολοχαγού Λινού.

«Επί σκοπόν!»

Τριάντα μία κάννες υψώνονται σημαδεύοντας του έξι.

«Πυρ!»

Έξι λοχίες δίνουν με τα περίστροφα τους τις χαριστικές βολές. Όλα έχουν τελειώσει. Τα ρολόγια δείχνουν 27 λεπτά μετά τις 11.

Οι έξι σοροί μεταφέρονται στο Πρώτο Νεκροταφείο όπου στις 3.30 τελείται η κοινή νεκρώσιμος ακολουθία για να ακολουθήσει χωριστά η ταφή.

 « Είναι πλέον αργά»

Ο πλοίαρχος Τάλμποτ φθάνει στα γραφεία της Επανάστασης λίγο μετά την εκτέλεση. Τον οδηγούν στο γραφείο του όπου ήδη βρίσκεται και ο νέος πρωθυπουργός συνταγματάρχης Γονατάς.

Ο Βρετανός απεσταλμένος σε επιτακτικό τόνο ζητά να επικοινωνήσει με τους κατάδικους πολιτικούς και τον Χατζανέστη.

«Αργά πια» , του λέει ο Πλαστήρας.

Ο πρίγκιπας Ανδρέας. Έστειλε στρατιώτες στο θάνατο. Γλύτωσε το κεφάλι του χάρη στην βρετανική παρέμβαση. Ο γιός του Φίλιππος Δούκας του Εδιμβούργου βασιλικός σύζυγος της Μεγάλης Βρετανίας ( άντρας της βασίλισσας Ελισάβετ) γεννήθηκε στο ανάκτορο του Μον Ρεπό στην Κέρκυρα το 1921. Η γυναίκα του πρίγκιπα Ανδρέα και μητέρα του Φίλιππου, Αλίκη ήταν εγγονή της βασίλισσας Βικτωρίας

Ο πρίγκιπας Ανδρέας. Έστειλε στρατιώτες στο θάνατο. Γλύτωσε το κεφάλι του χάρη στην βρετανική παρέμβαση. Ο γιός του Φίλιππος Δούκας του Εδιμβούργου βασιλικός σύζυγος της Μεγάλης Βρετανίας ( άντρας της βασίλισσας Ελισάβετ) γεννήθηκε στο ανάκτορο του Μον Ρεπό στην Κέρκυρα το 1921. Η γυναίκα του πρίγκιπα Ανδρέα και μητέρα του Φίλιππου, Αλίκη ήταν εγγονή της βασίλισσας Βικτωρίας

«Είναι πλέον αργά. Η απόφασις του Στρατοδικείου εξετελέσθη» , προσθέτει ο Γονατάς και δείχνει στο Βρετανό πλοίαρχο το γραφείο όπου πάνω του βρίσκονται δαχτυλίδια , ρολόγια , μανικετόκουμπα και άλλα προσωπικά αντικείμενα των εκτελεσθέντων που μόλις τους είχε φέρει ο συνταγματάρχης Γρηγοριάδης για να παραδοθούν στους οικείους τους.

Ο Τάλμποτ επιστρέφει στην βρετανική πρεσβεία ωρυόμενος. « Η αποστολή μου προδόθηκε,  και η Επανάσταση έσπευσε να τους εκτελέσει για να με προλάβουν», φωνάζει. Την ίδια ώρα ο πρεσβευτής Λίντλεϊ ετοιμάζει τις αποσκευές του. Το ίδιο βράδυ εγκαταλείπει την Αθήνα με το Οριάν Εξπρές. Οι διπλωματικές σχέσεις με την Ελλάδα διακόπηκαν.

Ο πρίγκιπας Ανδρέας και ο «παπατζής» Πάγκαλος

O Λίντλεϊ έφυγε. Όμως ο Τάλμποτ έμεινε.  Είχε εντολή να σώσει τον πρίγκιπα Ανδρέα , αδελφό του βασιλιά Κωνσταντίνου και θείο του βασιλιά Γεωργίου Β΄. Ο πρίγκιπας ήταν διοικητής Σώματος Στρατού στην εκστρατεία του Σαγγάριου. Εκεί τα θαλάσσωσε στέλνοντας εκατοντάδες στρατιώτες στο θάνατο. Διατάχθηκε η σύλληψή του και η παραπομπή του σε δίκη. Οι αξιωματικοί σκόπευαν να τον εκτελέσουν. Αλλά βρέθηκαν  μπροστά στην αποφασιστική αντίδραση των Άγγλων. Η σωτηρία του ήταν μία από τις δύο αποστολές του Τάλμποτ. Η πρώτη απέτυχε. Όμως αυτή πέτυχε. Ο πρίγκιπας δικάστηκε αλλά δεν του επιβλήθηκε η ποινή του θανάτου αλλά αυτή της ισόβιας υπερορίας. Ο Γιάνης Κορδάτος έγραψε για την περίπτωση του: « Αργότερα μαθεύτηκε ότι ο πρίγκιπας γλύτωσε το κεφάλι του , γιατί η αγγλική κυβέρνηση υποσχέθηκε να υποστηρίξει τα ελληνικά συμφέροντα στη Θράκη και να δώσει δάνειο.

Ο Πάγκαλος  που πάντα ονειρευότανε να ρίξει τον Πλαστήρα και να γίνει αυτός κυβερνήτης , έκανε το χατήρι της Αγγλίας. Πήγε στο παλάτι και είπε στο βασιλιά: «Μεγαλειότατε , δε θα πάθη ούτε μια τρίχα του πρίγκιπα. Μόνο αν με σκοτώσουν εμένα , θα σκοτωθή και ο πρίγκηψ. Θα τον μεταφέρω εγώ ο ίδιος μέχρι της εξέδρας του Φαλήρου».

Ο Πάγκαλος στην περίοδο αυτή καθόταν σε δυο καρέκλες. Στην καρέκλα των κατώτερων αξιωματικών και στην καρέκλα του βασιλιά. Έπαιζε τον παπά κατά το κοινώς λεγόμενο»…

Στο επόμενο: Ο άδικος πόλεμος που καταχρέωσε τη χώρα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ  τα υπόλοιπα μέρη του Αφιερώματος:  

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Η ΔΙΚΗ ΤΩΝ 6 

 

 

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.