Πάμε σινεμά; Οι ταινίες της εβδομάδας (26-5-2018)

0
Σε παραπάνω από 170 αίθουσες σε όλη την Ελλάδα η τελευταία περιπέτεια της κινηματογραφικής σειράς «Ο πόλεμος των άστρων», την ώρα που σε πολύ λιγότερες ο πολωνός σκηνοθέτης Ρόμαν Πολάνσκι παίζει με τις αισθήσεις του θεατή αφηγούμενος «Μια αληθινή ιστορία»

 Solo A Star Wars Story» (ΗΠΑ, 2018)

Περίμενα μια από τα ίδια αλλά εξεπλάγην μπροστά στο «Solo A Star Wars Story» (ΗΠΑ, 2018) του Ρον Χάουαρντ, μια φρέσκια αντιμετώπιση του γνωστού γαλαξιακού μύθου «Star Wars». Τα νεανικά χρόνια του Χαν Σόλο, ατρόμητου πειρατή του Διαστήματος, ο οποίος από την πρώτη κιόλας ταινία, τον «Πόλεμο των Αστρων» (1977), συντάσσεται με τους επαναστάτες κατά της Αυτοκρατορίας, διακρίνονται από αρκετά στοιχεία ανανέωσης.

Πρώτον, διακρίνεις αρκετές σκοτεινές αποχρώσεις στην ταινία, τόσο σε σχέση με την εικόνα της, τη φωτογραφία, όσο και στο σενάριο όπου κανένας χαρακτήρας δεν είναι 100% θετικός. Ολοι διακρίνονται από αδυναμίες, όλοι κάνουν λάθη, κάποιοι μοιραία. Την ίδια ώρα, ενώ το στοιχείο της περιπέτειας είναι διάχυτο, φέρει κάτι το ελαφρώς παλαιομοδίτικο, αλλά με την καλή έννοια. Τα οπτικά εφέ, για παράδειγμα, σαφώς και υπάρχουν, δεν εξουσιάζουν όμως την οθόνη  με «πλαστική» ψευτιά, όπως συνέβη στη δεύτερη τριλογία. Ολα εδώ εξαρτώνται πλήρως από το ανθρώπινο στοιχείο της ιστορίας, που δεν γίνεται ποτέ βαρετό βίντεο γκέιμ αλλά μοιάζει να έχει σάρκα και οστά.

Ο 29χρονος Ολντεν Εχρενραϊχ, τον οποίο είχαμε προσέξει από το «Τέτρο» του Φράνσις Φορντ Κόπολα, αποδεικνύεται ιδανικός για τον ρόλο του Χαν Σόλο και είναι πειστικός ως 30άρης Χάρισον Φορντ που ως γνωστόν πρωτόπαιξε τον ήρωα στην πρώτη τριλογία και επανήλθε μεγάλος στο «Star Wars: Η δύναμη ξυπνάει» το 2015. Επίσης μια ενδιαφέρουσα από τις καινούργιες ταινίες της σειράς και όχι τυχαία.

Γιατί το σενάριο των «Η Δύναμη ξυπνάει» και «Solo» είναι του Λόρενς Κάσνταν, ο οποίος είχε γράψει το σενάριο της δεύτερης και της τρίτης ταινίας του «Πολέμου των άστρων» («Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται», «Η επιστροφή των Τζεντάι»). Η επιτυχία του βρίσκεται στο ότι δεν απαιτεί από τον θεατή να είναι γνώστης όλης της μυθολογίας του «Πολέμου των άστρων» ώστε να καταλάβει τι γίνεται στην τελευταία ταινία. Είναι, με άλλα λόγια, μια περιπέτεια φαντασίας που και στέκεται από μόνη της και απευθύνεται στα εκατομμύρια πιστών φαν αυτής της κινηματογραφικής σειράς. Στην οποία προστίθενται αξιόλογοι ηθοποιοί, όπως ο Γούντι Χάρελσον, η Τάντι Νιούτον και ο Πολ Μπέτανι. Βαθμολογία: 3




«Αληθινή ιστορία» («D’ après une histoire vraie», Γαλλία /  Πολωνία / Βέλγιο, 2017)

Δεν υπάρχει ταινία του Ρόμαν Πολάνσκι χωρίς ενδιαφέρον, άλλες βέβαια έχουν μεγάλο, άλλες μικρότερο και άλλες είναι απλώς αριστουργήματα. Το στυλ της κινηματογράφησής του αμίμητο, οι ιδέες του συναρπαστικές, το διεστραμμένο παιχνίδι που πάντα παίζει με τον θεατή απολαυστικό. Οπως ακριβώς συμβαίνει με την «Αληθινή ιστορία» («D’ après une histoire vraie», Γαλλία /  Πολωνία / Βέλγιο, 2017), ένα γυναικείο θρίλερ με δύο πρωταγωνίστριες, την Εμανουέλ Σενιέ και την Εύα Γκριν, οι οποίες κάποια στιγμή ταυτίζονται, ίσως να είναι το ίδιο πρόσωπο, ίσως η μία να είναι φαντασίωση της άλλης, ποιος ξέρει.

Το γεγονός είναι ότι η ταινία, παρότι δεν είναι από τις καλύτερες του δημιουργού της, παρότι φέρει ιδέες από προηγούμενες δημιουργίες του – κυρίως από την «Αποστροφή» και τον «Ενοικο» -, παρότι σου δίνει την αίσθηση του déjà vu, παρ’ όλα αυτά, σε κρατά σε αναμμένα κάρβουνα. Τι ακριβώς συμβαίνει ανάμεσα στην επιτυχημένη συγγραφέα (Σενιέ) και την «ακόλουθό» της, την «Αλλη» (Γκριν), η οποία θα μπει στη ζωή της και θα γίνει κυριολεκτικά σκιά της;

Ο Πολάνσκι και πάλι παίζει μαζί μας, μας κλείνει διαρκώς το μάτι, μας εφιστά την προσοχή, μας τρομάζει (προσέξτε τη σκηνή με το μίξερ στην κουζίνα) και μας αφήνει να σκεφτούμε τη δική μας ταινία κρύβοντας ένα πολύ σημαντικό μυστικό για το τέλος. Μην είστε ποτέ σίγουροι για ό,τι βλέπετε κατά τη διάρκεια αυτού του ψυχοπαθολογικού αινίγματος όπου η γυναικεία ζήλια, ο έρωτας και το μυστήριο καταλήγουν σε ένα σύνολο που δεν τελειώνει μετά την πρώτη θέασή του.

Αντιθέτως, είμαι βέβαιος ότι πολύ κόσμος θα θελήσει να ξαναδεί την ταινία. Οπως συνέβη με την «Εκτη αίσθηση», για παράδειγμα. Βαθμολογία: 2 ½

«Ταξίδι αναψυχής», («The leisure seeker», Γαλλία / Ιταλία, 2017) 

Ο ξένος τίτλος της αγγλόφωνης ταινίας «Ταξίδι αναψυχής», («The leisure seeker», Γαλλία / Ιταλία, 2017) δηλώνει το όνομα του τροχόσπιτου μέσα στο οποίο ο Ντόναλντ Σάδερλαντ και η Ελεν Μίρεν, ένα παντρεμένο ζευγάρι ηλικιωμένων, αποφασίζουν να ξαναζήσουν για λίγο την περιπέτεια παλαιότερων εποχών, ίσως για τελευταία φορά στη ζωή τους. Βέβαια, το ζευγάρι δεν είναι το ίδιο όπως παλιά, τα σώματα έχουν σκουριάσει, το μυαλό αδρανεί, υπάρχουν σοβαρά προβλήματα υγείας αλλά και δύο παιδιά που ανησυχούν (Κέβιν Μακέι, Τζαλέλ Μολόνεϊ). Και φυσικά υπάρχει επίσης ο κίνδυνος κάποιου ατυχήματος με το τροχόσπιτο.

Ο Ιταλός Πάολο Βίρτζι είναι ο σκηνοθέτης της «Τρελής χαράς», επίσης road movie, επίσης με δύο «προβληματικά» πρόσωπα σε πρώτο πλάνο, νεότερα όμως και μία από τις ευρωπαϊκές εκπλήξεις του 2016. Εδώ δείχνει ειλικρινές ενδιαφέρον απέναντι στα δύο γερόντια και με την ήρεμη αφήγησή του μας κάνει συνεπιβάτες τους στο τροχόσπιτο. Αποσπά συμπαθητικές ερμηνείες από τους δύο έμπειρους πρωταγωνιστές του, καταφέρνει να αποφύγει τον «εύκολο συναισθηματισμό», δημιουργεί ακόμη και σασπένς, αν και σε… αργή κίνηση. Τίποτε το αξέχαστο, αλλά συγχρόνως μια έντιμη, ρομαντική ταινία πάνω σε ανθρώπους που αρνούνται να σταματήσουν να αγαπούν την ζωή, παρότι τη βλέπουν να φεύγει. Βαθμολογία: 2 ½

«Ξυπόλυτοι στο Παρίσι» (Paris pieds nus, Γαλλία/ Βέλγιο 2016) 

Αν προσπαθήσουμε να συνδυάσουμε το χιούμορ του Μπάστερ Κίτον, του Ζακ Τατί και του Μαρσέλ Μαρσό σε μία ταινία, το αποτέλεσμα θα είναι κάτι σαν την κομεντί «Ξυπόλυτοι στο Παρίσι» (Paris pieds nus, Γαλλία/ Βέλγιο 2016) που συν-σκηνοθέτησαν η Φιόνα Γκόρντον και ο Ντομινίκ Αμπέλ, ζευγάρι καλλιτεχνών που εργάζονται πάντα μαζί και επίσης συμπρωταγωνιστούν. Η Γκόρντον είναι μια Καναδή που έχει εγκαταλείψει το σπίτι της αναζητώντας μια γριά θεία της στο Παρίσι. Με το τεράστιο σακίδιο στον ώμο, τα τεράστια κοκάλινα γυαλιά που της δίνουν μια εικόνα Γούντι Αλεν, τα κακά γαλλικά της και την τάση της προς τη ζημιά, σου δίνει την εντύπωση εξωγήινου στην Πόλη του Φωτός.

Και εκεί που νομίζεις ότι δεν θα έχει καμία ελπίδα, ένα ατύχημα θα τη φέρει κοντά στον Ντον (Αμπελ), έναν ασυμβίβαστο αλλά και αθώο κλοσάρ που βρίσκεται σε ακόμη χειρότερη μοίρα: μαζεύει γόπες, ουρεί στον Σηκουάνα, αψηφά κάθε κανόνα και γενικώς δεν ενδιαφέρεται για τίποτε. Ομως τα δύο αυτά πρόσωπα τελικά «δένουν», λες και ο ένας βρίσκει στον άλλον κάτι που του λείπει σε μια ταινία που προτιμά τη χορογραφία σκηνών όπου η εικόνα υπερτερεί των ούτως ή άλλως ελάχιστων διαλόγων, που χαρτογραφεί πρωτότυπα το Παρίσι και που προσφέρει λεπτό χιούμορ ενταγμένο μέσα σε μια μελαγχολική ατμόσφαιρα. Είναι επίσης η τελευταία ταινία της σπουδαίας γαλλίδας ηθοποιού Εμανουέλ Ριβά («Χιροσίμα αγάπη μου», «Αγάπη»), η οποία υποδύεται τη θεία. Bαθμολογία: 3



«Τερματικός σταθμό» («Terminal», διεθνής συμπαραγωγή, 2018)

Λιγότερα από δέκα πρόσωπα εμφανίζονται στον «Τερματικό σταθμό» («Terminal», διεθνής συμπαραγωγή, 2018) του Βον Στάιν, ένα άκρως στυλιζαρισμένο νεονουάρ, στην καρδιά του οποίου βρίσκεται μια πανέμορφη, επικίνδυνη και σούπερ cool ξανθιά (Μάργκο Ρόμπι). Το ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας είναι ότι δεν έχει παρά ελάχιστες σκηνές βίας, ο Στάιν ενδιαφέρεται κυρίως για τους διαλόγους.

Οπως και ο Κουέντιν Ταραντίνο ή ο Γκάι Ρίτσι, μόνο που ο Στάιν δεν είναι ούτε Κουέντιν Ταραντίνο, ούτε Γκάι Ρίτσι. Τα πρόσωπα εδώ, δύο επαγγελματίες δολοφόνοι (Ντέξτερ Φλέτσερ, Μαξ Αϊρονς), ένας δάσκαλος που καπνίζει και βήχει συνέχεια γιατί πεθαίνει (Σάιμον Πεγκ), ένας ενοχλητικός σαν τσιμπούρι επιστάτης στον τερματικό σταθμό του τρένου όπου η ιστορία εκτυλίσσεται (Μάικ Μάγερς) και βέβαια η μυστηριώδης γυναίκα, μιλούν με βαριά cockney προφορά αλλά δεν λένε τίποτε. Θαρρείς ότι μιλούν γιατί χαίρονται να ακούν τον εαυτό τους να μιλάει. Αυτοί οι άδειοι διάλογοι προσπαθούν να ενταχθούν στο στήσιμο όμορφα γυρισμένων σκηνών που είναι βυθισμένες στον καπνό των τσιγάρων, στις σκιές και στους neon φωτισμούς, μπογιατισμένες με μπόλικο κόκκινο κραγιόν.

Αν όμως το καλοσκεφτείς, αναρωτιέσαι για ποιον λόγο να γίνει όλο αυτό το υπερβολικό στήσιμο, με όλους αυτούς τους αχρείαστους διαλόγους, από τη στιγμή που η ιδέα της εκδίκησης που κινεί τα νήματα του σεναρίου είναι μάλλον απλή. Και εδώ που τα λέμε, αν κάποιος θέλει πραγματικά να εκδικηθεί, για ποιον λόγο να παίξει τόσο πολύ θέατρο μέχρι να το κάνει; Βαθμολογία: 2

ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ

«Taxi 5» (Γαλλία, 2018) του Φρανκ Γκασταμπίντ με τον ίδιο στον ρόλο του ατίθασου αστυνομικού του Παρισιού ο οποίος μετατίθεται δυσμενώς στη Μασσαλία και συμβάλλει στην εξάρθρωση μιας σπείρας κακοποιών. Η τέταρτη ταινία της σειράς Ταξί που άρχισε το 1998 και πλέον έχει όχι μόνον ξεχειλώσει, αλλά στερέψει από κάθε πρωτοτυπία. Γιατί για εμένα σκηνές με πολιτικούς λουσμένους με κόπρανα σκύλων και παρμπρίζ αυτοκινήτων γεμάτα εμετούς δεν είναι χιούμορ. Βαθμολογία: 1

«Νίνα» (ΗΠΑ, 2017) της Σίνθια Μορτ. Βιογραφική ταινία πάνω στην ιστορία της θρυλικής αμερικανίδας τραγουδίστριας και ακτιβίστριας για τα πολιτικά δικαιώματα, Νίνα Σιμόν (1933 – 2003), την οποία υποδύεται η Ζόε Σαλντάνα. Σύμφωνα με το δελτίο Τύπου της ταινίας για την οποία δεν έγινε δημοσιογραφική προβολή  «η ιστορία ακολουθεί τον αγώνα της Σιμόν για να ισορροπήσει την καριέρα της στη μουσική, την οικογένεια αλλά και τα «πιστεύω» της, ένας αγώνας που την αφήνει να ζει μόνη της στη Γαλλία, αισθανόμενη εξόριστη από την ίδια την πατρίδα της». Βαθμολογία: –

Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
*Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ




 

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.