Το δικαίωμα εξόφλησης των πληρωτέων φόρων που αναγράφει το εκκαθαριστικό σημείωμα της φετινής φορολογικής δήλωσης έως και σε 12 μηνιαίες δόσεις -αντί σε τρεις διμηνιαίες- παρέχει και φέτος σε κάθε φορολογούμενο η ισχύουσα νομοθεσία.
του Γιώργου Παλαιτσάκη
Το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί μέσω της υπαγωγής της συνολικής οφειλής του εκκαθαριστικού στην «πάγια ρύθμιση» του ν. 4152/2013.
Η υπαγωγή στη ρύθμιση μπορεί να γίνει και αφού καταστεί ληξιπρόθεσμη η πρώτη ή και η δεύτερη δόση ή αφού καταστεί ληξιπρόθεσμο ολόκληρο το ποσό της οφειλής.
Σε περίπτωση που ζητηθεί υπαγωγή στη ρύθμιση μετά τη λήξη της προθεσμίας πληρωμής της πρώτης δόσης ή και της δεύτερης δόσης, ο φορολογούμενος έχει δικαίωμα να εντάξει στη ρύθμιση τόσο το ληξιπρόθεσμο όσο και το μη ληξιπρόθεσμο κομμάτι της συνολικής οφειλής του εκκαθαριστικού.
Σε κάθε περίπτωση, δηλαδή, η «πάγια ρύθμιση» προβλέπει την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων και μη ληξιπρόθεσμων δόσεων φόρου εισοδήματος, ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, τέλους επιτηδεύματος και φόρου πολυτελούς διαβίωσης έως και σε 12 μηνιαίες δόσεις.
Για την ένταξη στη ρύθμιση η σχετική αίτηση πρέπει να υποβληθεί ηλεκτρονικά μαζί με υπεύθυνη δήλωση. Η υποβολή της αίτησης και της υπεύθυνης δήλωσης γίνεται μέσω ειδικής εφαρμογής του συστήματος ΤΑΧΙSnet, που είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα της ΑΑΔΕ (www.aade.gr.).
Στην αίτηση και την υπεύθυνη δήλωση ο οφειλέτης θα πρέπει να συμπληρώσει στοιχεία που αποτυπώνουν την πραγματική περιουσιακή του κατάσταση. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να επιλέξει την άντληση των στοιχείων αυτών από τις ήδη υποβληθείσες δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9). Εφόσον διαθέτει ακίνητα τα οποία δεν έχουν περιληφθεί στις σχετικές δηλώσεις, οφείλει να τα δηλώσει επιπροσθέτως. Πρέπει, επίσης, να δηλώσει υπεύθυνα ότι δεν εκκρεμεί εναντίον του κατηγορία για ποινικού χαρακτήρα αδίκημα φοροδιαφυγής. Στη συνέχεια, θα πρέπει να αναγράψει τα καθαρά μηνιαία έσοδά του και τα μηνιαία έξοδά του.
Η διαφορά μεταξύ των δύο ποσών θα κρίνει το ύψος της μηνιαίας δόσης που θα κληθεί να πληρώνει με τη ρύθμιση της οφειλής του και, συνακόλουθα, τον αριθμό των μηνιαίων δόσεων, οι οποίες μπορεί να φθάσουν μέχρι και τις 12.
Ο αιτών φορολογούμενος πρέπει επίσης να δηλώσει τον IBAΝ ενός τουλάχιστον τραπεζικού του λογαριασμού μέσω του οποίου θα πραγματοποιεί τις πληρωμές των μηνιαίων δόσεων της ρύθμισης.
Σε κάθε περίπτωση, ο οφειλέτης που θα υπαχθεί στη ρύθμιση αυτή θα πρέπει να γνωρίζει ότι:
α) Το συνολικό ποσό των οφειλόμενων φόρων που υπάγεται στη ρύθμιση επιβαρύνεται με ετήσιο ποσοστό τόκων 5%.
β) Σε περίπτωση που, μετά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, δημιουργηθούν νέες οφειλές μπορεί να τις υπαγάγει κι αυτές σε νέα «πάγια ρύθμιση».
γ) Προϋπόθεση για την ένταξη στην «πάγια ρύθμιση» είναι να έχουν υποβληθεί όλες οι φορολογικές δηλώσεις της τελευταίας πενταετίας, καθώς και τυχόν δηλώσεις ΦΠΑ για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση την τελευταία πενταετία.
δ) Προϋπόθεση, επίσης, για την ένταξη στη ρύθμιση είναι να έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο όλες οι άλλες οφειλές του φορολογούμενου οι οποίες δεν υπάγονται στην «πάγια ρύθμιση» του ν. 4152/2013.
ε) Για να είναι έγκυρη η ρύθμιση και να μην ακυρωθεί, ο οφειλέτης θα πρέπει να εξοφλήσει την πρώτη δόση της ρύθμισης μέσα σε χρονικό διάστημα τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης.
πηγή : Έντυπη έκδοση Ναυτεμπορικής