Ασφαλιστικά παράδοξα του ν. Κατρούγκαλου

0

Μπροστά σε ακόμη ένα… ασφαλιστικό παράδοξο βρίσκονται τους τελευταίους μήνες χιλιάδες ασφαλισμένοι, που εκτός από τη μισθωτή απασχόληση μετέχουν παράλληλα, χωρίς αμοιβή, είτε ως διαχειριστές σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία (ΙΚΕ) είτε ως μέλη σε διοικητικά συμβούλια επιχειρήσεων.

Της Ρένας Σαλούρου*




Ενώ στις σχετικές εγκυκλίους ορίζεται ρητά ότι, εφόσον δεν υπάρχει αμοιβή, ο ασφαλισμένος δεν καταβάλλει εισφορές, στα ειδοποιητήρια του ΕΦΚΑ τούς χρεώνεται εισφορά επί πλασματικού εισοδήματος. Στην πράξη, οι συγκεκριμένοι ασφαλισμένοι με παράλληλη ασφάλιση καλούνται να καταβάλουν για τη δεύτερη αυτή ενασχόληση ως μη μισθωτοί, για την οποία βέβαια δεν αμείβονται, μόνο την εισφορά υπέρ ανεργίας του πρώην ΟΑΕΕ, ήτοι 10 ευρώ τον μήνα. Αυτά κατέβαλαν τον προηγούμενο χρόνο προς τον ΕΦΚΑ.
Όμως, πλέον, τα Ταμείο αθροίζει τα χρήματα αυτά και επιβάλλει νέες εισφορές 20,28% επί συνολικού ποσού 120 ευρώ (10 ευρώ x 12 μήνες). Με τον τρόπο αυτό, και με το πέρασμα των ετών, οι ασφαλισμένοι αναμένεται να βρεθούν αντιμέτωποι με υποχρεώσεις σημαντικά αυξημένες, επί μη πραγματικού όμως εισοδήματος. Στην πράξη, καταρρίπτεται ένα από τα βασικά επιχειρήματα του ασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου, ότι οι εισφορές στους μη μισθωτούς θα είναι πλέον πραγματικές και όχι επί τεκμαρτών – πλασματικών εισοδημάτων.

Όπως εξηγεί στην «Κ» ο φοροτεχνικός – λογιστής Νίκος Φραγκιαδάκης, από 1/1/2018 έχει αλλάξει ο τρόπος διαμόρφωσης της βάσης υπολογισμού των εισφορών και πλέον στο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα προστίθενται και οι καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές. Μάλιστα, επισημαίνει πως ως καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές νοούνται εκείνες που προέκυψαν μετά την εκκαθάριση, ασχέτως εάν έχουν καταβληθεί ή οφείλονται.

Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις για την παράλληλη ασφάλιση, ασφαλισμένος ο οποίος έχει εισόδημα από μισθωτή εργασία το οποίο υπερβαίνει την κατώτατη βάση υπολογισμού εισφορών (πλέον έχουν οριστεί τα 650 ευρώ που αντιστοιχούν στον νέο κατώτατο μισθό) και παράλληλα έχει ατομική επιχείρηση ή συμμετέχει σε εταιρεία χωρίς να προκύπτει εισόδημα, τότε για τη δεύτερη ασφάλιση (τ. ΟΑΕΕ) είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει μόνο τα 10 ευρώ μηνιαίως υπέρ ΟΑΕΔ, ήτοι 120 ευρώ ανά έτος.

Σε αυτήν την περίπτωση, επισημαίνει ο κ. Φραγκιαδάκης, η βάση υπολογισμού των εισφορών ή αλλιώς το ασφαλιστέο εισόδημα προκύπτει από το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, εφόσον προστεθούν και οι καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές. Στην περίπτωσή μας δηλαδή, 120 ευρώ (0 εισόδημα + 120 ευρώ εισφορές).

Άρα λοιπόν, για τον εν λόγω ασφαλισμένο θα υπολογιστούν εισφορές πάνω στα 120 ευρώ, που αντιστοιχούν σε 24,34 ευρώ. Σε αυτές, θα πρέπει να προστεθούν επιπλέον 120 ευρώ που θα καταβληθούν υπέρ ΟΑΕΔ. Συνεπώς, οι εισφορές θα ανέλθουν σε 144,34 ευρώ (24,34 + 120).

Το επόμενο έτος και εφόσον δεν προκύπτει εισόδημα από την επιχειρηματική δραστηριότητα, το ασφαλιστέο εισόδημα θα είναι 144,34, επί του οποίου θα υπολογιστούν εισφορές της τάξης των 29,28 ευρώ (144,34 ευρώ x 20,28%). Και αυτή τη χρονιά βέβαια θα πρέπει να προστεθούν οι εισφορές 120 ευρώ που θα καταβληθούν στον ΟΑΕΔ υπέρ ανεργίας.

Συνεπώς, ο ασφαλισμένος θα κληθεί να καταβάλει στον ΕΦΚΑ εισφορές της τάξης των 149,48 ευρώ, χωρίς να έχει βέβαια κανένα εισόδημα…

Εάν λοιπόν συνεχιστεί η ίδια κατάσταση για χρόνια, τότε εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως ο ασφαλισμένος θα κληθεί να πληρώνει όλο και αυξανόμενες εισφορές πάνω σε ένα πλασματικό εισόδημα. Κι όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο κ. Φραγκιαδάκης, με τις «αστοχίες» αυτές καταρρίπτεται η λογική του νόμου Κατρούγκαλου, καθώς το μεγαλύτερο επιχείρημα του νομοθέτη για να πείσει ότι ο ν. 4387/2016 είναι δίκαιος ήταν ότι οι εισφορές υπολογίζονται πλέον στα πραγματικά εισοδήματα των μη μισθωτών και όχι σε πλασματικά…

Πηγή: http://www.kathimerini.gr/





Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.