Ακόμη κι αυτοί που περπατούν στο απέναντι πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου δύσκολα μπορούν να εντοπίσουν τις Καρυάτιδες που κοσμούν το τρίφατσο κτίριο, το οποίο διαθέτει εξίσου αριστοτεχνικές προσόψεις προς την πλευρά της Πατησίων και της πλατείας Ομονοίας.
Αποτελούν το πιο ενδιαφέρον διακοσμητικό στοιχείο του νεοκλασικού και πιστοποιούν την αρχιτεκτονική μόδα στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν ο Τσίλερ «έκλεψε» τις Καρυάτιδες από την Ακρόπολη και στόλισε με αντίγραφά τους σημαντικά έργα του, όπως το αρχοντικό Λοβέρδου στην αρχή της οδού Μαυρομιχάλη και το διώροφο στην οδό Ασωμάτων.
Αρχισε να κατασκευάζεται από το 1910 και ολοκληρώθηκε σε μια τετραετία, ενώ θεωρείται το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα του εκλεκτικιστικού ιστορισμού που μπόλιασε με ελληνικά μοτίβα τον αθηναϊκό νεοκλασικισμό, ο οποίος κυριαρχούσε ώς τα τέλη του 19ου αιώνα.
Τα σχέδια, όπως αναφέρει στο βιβλίο του «Αι Αθήναι, παρελθόν και μέλλον» ο Σόλων Κυδωνιάτης, αποδίδονται στον Ερνέστο Τσίλερ (1837-1923), ο οποίος είχε επίσης υπογράψει τα δίδυμα ξενοδοχειακά κτίρια στην αρχή της οδού Αθηνάς, στη νότια πλευρά της Ομόνοιας.
Η αρχική ονομασία του ξενοδοχείου ήταν «Βικτώρια», αλλά το 1929 μετονομάστηκε σε «Excelsior», που στα λατινικά σημαίνει υψηλότερο και υπέρτερο.
Διέθετε άλλωστε 100 δωμάτια, δυναμικότητα που το έφερνε στην πρώτη θέση μεταξύ των ξενοδοχειακών συγκροτημάτων της γύρω περιοχής αλλά και της πρωτεύουσας.
Η κεφαλή του Ερμή
Η κεντρική είσοδος του κτιρίου τοποθετήθηκε σωστά στη μεγαλύτερη πλευρά του οικοπέδου επί της οδού Πανεπιστημίου.
Πλαισιώνεται από ημικίονες δωρικού ρυθμού, ενώ στο υπέρθυρο σμιλεύτηκε η κεφαλή του Ερμή, του αρχαίου θεού του εμπορίου.
Στους τρεις ορόφους που βρίσκονται πάνω από την είσοδο του ισογείου έχουν διαμορφωθεί εξώστες με κίονες ιωνικού και κορινθιακού ρυθμού που εναλλάσσονται.
Η διαφορετικότητα επεκτείνεται και στη διακόσμηση των στηθαίων, που ανάλογα με τον όροφο εναρμονίζονται με τους κίονες και διαθέτουν αρχαϊκούς ρόδακες ή μεταλλικά κιγκλιδώματα με παραστάσεις κύκνων.
Η προϊστορία του ακινήτου χάνεται ανάμεσα σε αντιφατικές πληροφορίες του 19ου αιώνα. Το προνομιακό οικόπεδο βρίσκεται πάνω στη μετέπειτα πλατεία Ομονοίας, η οποία το 1833 με βάση τα αρχικά σχέδια των Κλεάνθη-Σάουμπερτ προοριζόταν να γίνει το κέντρο της νέας πρωτεύουσας.
Πρόκειται για την περιοχή Τζιρίτη που ήταν ακόμη εκτός σχεδίου, κατάφυτη από αμπέλια και οπωροφόρα δένδρα, ενώ η Πανεπιστημίου ήταν ρέμα.
Σ’ αυτόν τον έρημο τόπο είχε αγοράσει μεγάλες εκτάσεις ο αγωνιστής του 1821 Χάφτας, που έδωσε το όνομά του στην ευρύτερη περιοχή, η οποία για άγνωστους λόγους καταχωρίστηκε ως Χαυτεία και όχι Χαφτεία.
Αναφέρεται ως μπαρμπα-Γιάννης και αλλού ως Κωνσταντίνος, αλλά το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτρης και είχε γεννηθεί στην Τρίπολη το 1779, ενώ έφυγε από τη ζωή στα 116 χρόνια του.
Πήρε μέρος σε ιστορικές μάχες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η πολιορκία της Τριπολιτσάς και της Ακρόπολης.
Υπάρχουν δύο εκδοχές για την τεράστια ακίνητη περιουσία του, που έφτανε από τη διασταύρωση της Σταδίου με την Αιόλου ώς τη σημερινή πλατεία Βάθης.
Η επικρατούσα αντίληψη είναι ότι η γη τού είχε παραχωρηθεί από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος ως αναγνώριση των υπηρεσιών που είχε προσφέρει στην απελευθέρωση της χώρας από τους Τούρκους.
Υπάρχουν όμως πληροφορίες ότι είχε κερδίσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό στα χαρτιά, που το επένδυσε σε αγορές ακινήτων.
Ολοι πάντως συμφωνούν ότι δημιούργησε το πρώτο καφενείο της περιοχής, αλλά διαφωνούν ως προς τη θέση του. Οι πιο σημαντικοί μελετητές το τοποθετούν στη διασταύρωση των οδών Σταδίου και Αιόλου.
Ορισμένοι όμως το μεταθέτουν στο τρίφατσο οικόπεδο της Πανεπιστημίου για το οποίο υπάρχει και άλλη εκδοχή. Αναφέρεται ότι σ’ αυτό είχε κατασκευαστεί η πρώτη κατοικία του αρχιτέκτονα Λύσανδρου Καυταντζόγλου (1811-1885), του Ελληνα ανταγωνιστή του Τσίλερ, η οποία όμως αποδεδειγμένα βρισκόταν στη δυτική πλευρά της πλατείας, στην αρχή της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, απέναντι από το ιστορικό φαρμακείο Μπακάκου.
Οι στίχοι του Σουρή
Στο τρίφατσο ακίνητο, πάντως, λειτουργούσε το καφενείο των «γερόντων» ή των «ευ φρονούντων». Η τελευταία ονομασία προέρχεται από ένα στίχο του Γεωργίου Σουρή, που έγραφε: «Καφενείον ευ φρονούντων, νύχτα ημέρα συζητούντων».
Ηταν το στέκι προοδευτικών στοιχείων, αλλά και των πολιτικών αντιπάλων του Οθωνα.
Στο βιβλίο «Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά και γεύεται», ο Θωμάς Σιταράς αναφέρει ότι στην αρχή το καφενείο λειτουργούσε με κοινό επιχειρηματικό σχήμα του Χάφτα με τον Π. Μπερνίτσα, από το οποίο ο πρώτος αποχώρησε το 1885 παίρνοντας το αστρονομικό για την εποχή ποσό των 20 λιρών.
Η «Βρετάνια» του Π. Μπερνίτσα, που όντως λειτουργούσε στο συγκεκριμένο ακίνητο, υπήρξε διάσημο γαλακτοπωλείο της εποχής και ήταν το πρώτο που σέρβιρε γάλα σε ποτήρι, το οποίο προερχόταν από το βουστάσιο που διατηρούσε ο επιχειρηματίας στην αρχή της σημερινής οδού Ηπείρου και αργότερα στον Βοτανικό.
Διέθετε επίσης τηλέφωνο, υποδομή… πολυτελείας για την εποχή. Παρέμεινε ανοιχτό ώς το 1965, οπότε ακολούθησε την καθοδική πορεία του ξενοδοχείου που λειτουργούσε στους ορόφους.
Η πτώχευση της ξενοδοχειακής επιχείρησης έφερε το κτίριο στο χαρτοφυλάκιο ακινήτων της Εθνικής Τράπεζας. Στις αρχές του 1980, με απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού χαρακτηρίστηκε «έργο τέχνης» που χρήζει ειδικής προστασίας και αμέσως ξεκίνησαν οι εργασίες αποκατάστασης αλλά και της μετατροπής του σε γραφεία του τραπεζικού ομίλου.
1. Η Ψωροκώσταινα
Στο καφενείο των «ευ φρονούντων» αποδόθηκε για πρώτη φορά η «ταμπέλα» της Ψωροκώσταινας στην Ελλάδα που πάντα αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα.
Η Ψωροκώσταινα ήταν υπαρκτό πρόσωπο και το προσωνύμιο είχε αποδοθεί σε χήρα από το Ναύπλιο, η οποία για να εξασφαλίσει τα προς το ζην έκανε θελήματα στην περιοχή γύρω από την Ομόνοια. Θαμώνας του καφενείου, βλέποντας τη γυναίκα να περνά σχολίασε πως αντιπροσωπεύει την «αεί παλαίουσα Ελλάδα».
2. Η συμμετρία
Ενδιαφέρον είναι το παιχνίδι του αρχιτέκτονα με τα ανοίγματα του κτιρίου. Στις άκρες δημιουργείται μια τριάδα παραθύρων, ακολουθεί μια δυάδα, για να εξελιχθεί σε ένα στο κέντρο, δημιουργώντας μια ενδιαφέρουσα συμμετρία προς την πλευρά της οδού Πανεπιστημίου.
3. Η διακόσμηση
Η κορωνίδα της διακόσμησης είναι οι Καρυάτιδες του τελευταίου ορόφου. Ο αρχιτέκτονας, αντίθετα από τον Ελγιν, επέλεξε να αντιγράψει μόνον τις κεφαλές των περίφημων αγαλμάτων που κοσμούσαν το Ερέχθειο.Στηρίζονται σε απλές «θήκες» οι οποίες στενεύουν στο κάτω μέρος τους για να δώσουν πιο ανάλαφρη αίσθηση στον μεγάλο όγκο του κτιρίου.
της Χαράς Τζαναβάρα από το http://www.efsyn.gr/