Ξεκίνησα από την Ομόνοια για να φτάσω στον αριθμό 97 της Αχαρνών. Είναι ένας περίπατος στη βαθιά Αθήνα, μέσα από δρόμους ποτισμένους από τη δράση και τις μνήμες πολλών γενεών.
του Νίκου Βατόπουλου
Θα πρότεινα πολλαπλές διαδρομές με στάσεις απρόσμενες ώστε να δει κανείς από κοντά τον αστικό πλούτο αυτής της Αθήνας, που έχει αφεθεί σε μια παρακμή σκληρή και άδικη. Αλλά στον συγκεκριμένο περίπατο, προορισμός μου ήταν το παλιό σπίτι στην Αχαρνών 97, που όπως διαπίστωσα, όταν εν τέλει το αντίκρισα, είναι προς πώληση.
Το είχα δει και άλλες φορές αλλά δεν το είχα αποθησαυρίσει, καθώς τις τελευταίες δεκαετίες είναι στριμωγμένο ανάμεσα σε δύο πολυώροφα κτίρια και μισοκαλυμμένο πίσω από μια ακακία.
Με τη σκέψη και μόνο, το κτίριο αυτό με συγκινούσε για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί ήταν ένα ερειπωμένο σπάραγμα από τη δεκαετία του 1920, μιας εποχής που άλλαξε την Αθήνα ριζικά και δεύτερον, γιατί φέρει την υπογραφή του αρχιτέκτονα Γεωργίου Θεοδωρίδη (1889-1963). Την πληροφορία αυτή την είχα εντοπίσει στο βιβλίο-θησαυρό της Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ «Αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα» από την Ελληνική Αρχιτεκτονική Εταιρεία (εκδ. Ποταμός, 2009).
Τον Θεοδωρίδη τον ήξερα από άλλα έργα του, όπως για την πολυκατοικία της Νίκης 48, το περίτεχνο επίσης αρχιτεκτόνημα γωνία Πολυτεχνείου και 3ης Σεπτεμβρίου ή το σπίτι της Κυβέλης στην ομώνυμη οδό κοντά στο Μουσείο (το σπίτι της Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ στην Πλάκα είναι επίσης έργο Θεοδωρίδη). Αλλά το σπίτι της Αχαρνών δεν το θυμόμουν και όταν το είδα στην απόληξη της μεγάλης βόλτας με αφετηρία την Ομόνοια, αναγνώρισα σε αυτό όλα εκείνα τα ιδιαίτερα μορφολογικά χαρακτηριστικά, τα τόσο τυπικά στα σπίτια του Θεοδωρίδη: τον διακοσμητικό φόρτο με τις νεο-ροκοκό πλεξίδες, τα ημικύκλια και τη στέρεη γραφή του. Υπήρχε μια ευγένεια. Δικό του έργο ήταν και το Θέατρο Κυβέλης-Διονύσια στην αρχή της Μητροπόλεως (όπου και ο οίκος Δημητράκου), που κατεδαφίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Η περίπτωσή του με συγκινούσε επιπλέον γιατί πρόσφατα είχα διαβάσει την αυτοβιογραφία του Μήτσου Μυράτ «Η ζωή μου» (Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης), όπου αναφέρεται εκτενώς στον έρωτά του, την Κυβέλη. Ο δεύτερος σύζυγος της Κυβέλης ήταν ο θεατρικός επιχειρηματίας, Κωνσταντίνος Θεοδωρίδης, αδελφός του αρχιτέκτονα Γιώργου Θεοδωρίδη. Ετσι, εξηγείται και το γεγονός ότι είχε σχεδιάσει το σπίτι της Κυβέλης στο Μουσείο αλλά και το θέατρό της στο Σύνταγμα. Με όλα αυτά στο μυαλό είχα έτοιμη την υποδοχή για το σπίτι της Αχαρνών που όταν το είδα στάθηκα απέναντι, αρχικά, για καλύτερη θέαση.
Με πέντε παράθυρα στην πρόσοψη και με ετοιμόρροπο το στηθαίο που στεφανώνει την κορφή του, είχα απέναντί μου ένα αστικό σπίτι ηλικίας σχεδόν 95 ετών. Επιχειρώντας να επανασυναρμολογήσω τη διαδρομή μου από την Ομόνοια ώς την Αχαρνών, με ευκολία μπορούσα να συμπληρώσω πολλά κενά με αντίστοιχα προς αυτό σπίτια. Οσα επιζούν είναι σε κακή κατάσταση και θα μπορούσα όλα να τα απαριθμήσω. Τα στενά της Αχαρνών, πάνω και κάτω, διασώζουν κάποια θραύσματα από ένα απόθεμα αστικής αρχιτεκτονικής μεγάλης γοητείας και αναμφισβήτητα υψηλής αισθητικής αρμονίας.
Σήμερα, καθώς η περιοχή έχει κοινωνικά αποσυντεθεί και εμπορικά φυτοζωεί, τα αστικά ερείπια στις καθέτους αλλά και κατά μήκος της Αχαρνών μοιάζουν με διάτρητα λάβαρα ανάμεσα σε μεταπολεμικές πολυκατοικίες, με αυτοσχέδια οργάνωση των μπαλκονιών. Το σπίτι στο 97 της Αχαρνών μου υπενθύμιζε πως κάποιοι άλλοι άνθρωποι μιας άλλης εποχής είχαν αλλιώς σχεδιάσει τη ζωή τους.
πηγή: Έντυπη Καθημερινή