Πόσες φορές άραγε έχουμε περάσει ανέμελα πάνω από ένα μεταλλικό καπάκι σε κάποιο πεζοδρόμιο στο κέντρο της Αθήνας, αγνοώντας ότι από κάτω του μπορεί να κρύβεται ένας ολόκληρος ξεχασμένος κόσμος;
Της Ιωάννας Σωτήρχου*
Υπόγειοι θάλαμοι, σκοτεινές στοές, κάθετες σκάλες, μεταλλικές πλάκες σε πεζοδρόμια, ακόμη και (πνιγμένες στη βλάστηση) κρυφές είσοδοι σε λόφους αποτελούν σιωπηλούς μάρτυρες ταραγμένων εποχών, που βρίσκονται κυριολεκτικά κάτω από τα πόδια μας και έχουν να διηγηθούν τη δική τους ιστορία για την περίοδο περί τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την Κατοχή, την Απελευθέρωση, αλλά και τον Εμφύλιο.
Ο ερευνητής
Ένας φιλομαθής νέος με σπουδές πληροφορικής και ασφαλιστικών, αποτύπωσε την περιέργειά του σε δύο βιβλία και μοιράστηκε τον καρπό των ερευνών του με δεκάδες ανθρώπους στην εκδήλωση με τίτλο «Το παρελθόν κάτω από τα πόδια μας: τα καταφύγια της Αθήνας», που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των δράσεων δημόσιας ιστορίας «Η Αθήνα ελεύθερη».
Η «Εφ.Συν.» συνάντησε τον Κωνσταντίνο Κυρίμη που αποκρυπτογράφησε τα υπόγεια μυστικά και μεταφέρει ψήγματα παράδοξων ιστοριών που κρύβει η πόλη στα σπλάχνα της.
Στο 1936 τοποθετεί την έναρξη της ιστορίας των καταφυγίων ο κ. Κυρίμης, καθώς ο Ι. Μεταξάς, στρατιωτικός γαρ, προέβλεψε όχι απλώς το επερχόμενο τότε ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τον ρόλο του αεροπλάνου ως πολεμικού μέσου, και γι’ αυτό οργάνωσε την αεράμυνα και την πολιτική προστασία στον αστικό ιστό με ταχύτατους ρυθμούς.
Ένα τιτάνιο έργο
Μεταξύ 1936-1940 κατασκευάστηκαν -σύμφωνα με τον στρατάρχη Παπάγο- 400 αντιαεροπορικά καταφύγια για την προστασία του άμαχου πληθυσμού, αλλά και βασικών νευραλγικών υποδομών και υπηρεσιών, κάτω από δημόσιους χώρους, εργοστάσια, κυβερνητικά κτίρια, αλλά και πολυσύχναστα δημόσια μέρη, όπως λιμάνια και σταθμοί τρένων. Δηλαδή κάθε βδομάδα, για τέσσερα χρόνια, κατασκευάζονταν δύο δημόσια καταφύγια, ένα τιτάνιο έργο.
Επιπλέον, σύμφωνα με διάταγμα της κυβέρνησης, όλες οι νεόδμητες πολυκατοικίες ήταν υποχρεωτικό να διαθέτουν κοινόχρηστο ιδιόκτητο καταφύγιο, αποτυπωμένο στα σχέδια που έλεγχε η επιτροπή αεράμυνας, συγκεκριμένων και αυστηρότατων προδιαγραφών, διαφορετικά η Πολεοδομία δεν εξέδιδε άδεια οικοδόμησης.
Οι ασκήσεις ήταν τακτικές, συμμετείχαν σε αυτές όλοι οι πολίτες, ενώ η Νεολαία του δικτάτορα (ΕΟΝ) είχε εκπαιδευτεί ανάλογα και είχε αναλάβει την καθοδήγηση του πληθυσμού σε θέματα πολιτικής προστασίας και αεράμυνας.
Ο Βάρναλης
Μάλιστα, η εξοικείωση των Αθηναίων με τα καταφύγια ήταν τέτοια ώστε σε σχετικό χρονογράφημά του το 1941, ο λογοτέχνης Κώστας Βάρναλης τους χαρακτηρίζει «καταφυγιώτες» και περιγράφει την ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων στους κόλπους τους ή τη συνέχιση των καθημερινών δραστηριοτήτων τους, όπως η ανάγνωση της εφημερίδας, ακόμη και το… πλέξιμο: «κάθε πολίτης, αρσενικός ή θηλυκός, μικρός ή μεγάλος, έχει τα γνωστά του καταφύγια, ξέρει ποια είναι τα κοντινότερα καταφύγια στο γραφείο του, στο σπίτι του, στο καφενείο που πάει ή στο ρεστοράν που τρώει. Αυτά τα καταφύγια τα θεωρεί ιδιοκτησία του, όταν βαρέσει συναγερμός δεν καταλαμβάνεται εξ απροόπτου, ξέρει πού θα πάει και πάει ήσυχα και καμαρωτός. Εκεί όχι μόνο δεν θα πλήξει, αλλά θα συναντήσει τους γνωστούς και τους φίλους. (…) Οταν σημάνει η λήξη του συναγερμού κανείς δεν βιάζεται να βγει (…) γιατί όλοι οι καταφυγιώτες έχουν το συναίσθημα πως το καταφύγιο είναι σπίτι τους»αναφέρει μεταξύ άλλων.
Στην παρουσίασή του ο κ. Κυρίμης μας «σεργιάνισε» σε Κολωνάκι, Σύνταγμα, Ομόνοια, Πειραιά, σε λόφους της πόλης αλλά και στα περίχωρα, δείχνοντάς μας φωτογραφικό υλικό από τις ανακαλύψεις του, καθώς και σχεδιαγράμματα.
Πώς ήταν συνήθως ένα αστικό καταφύγιο; Η είσοδός του ήταν από κάποιο σημείο μέσα στην πολυκατοικία και η έξοδος διαφυγής έβγαζε στο πεζοδρόμιο – για την περίπτωση κατάρρευσης της κύριας εισόδου.
Τα καταφύγια διέθεταν στοές, προθαλάμους, κύριους θαλάμους, βοηθητικούς χώρους και τουαλέτες. Αυτός ήταν ο βασικός σχεδιασμός, ωστόσο υπήρχαν διάφορες παραλλαγές.
Τα παράδοξα
Πέρα από τα κοινά και τις διαφορές των καταφυγίων, αυτό που έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον είναι οι ιστορίες που αποκαλύπτουν:
◼ Ποιος θα φανταζόταν για παράδειγμα ότι αυτοί που μας βομβάρδισαν μας είχαν πουλήσει το… σχοινί για να κρεμαστούμε ή -για να κυριολεκτούμε- τα μέσα για να προστατευτούμε από τις βόμβες τους; Κι όμως: οι βαριές θωρακισμένες πόρτες υψηλών προδιαγραφών που έκλειναν αεροστεγώς και υδατοστεγώς δεν κατασκευάζονταν στη χώρα μας, με αποτέλεσμα (μέχρι το 1938) να τις εισάγουμε από τη Γερμανία όπως μαρτυρούν οι μεταλλικές πλακέτες που φέρουν ως ταυτότητα. Ετσι, υπήρχε το παράδοξο να σε βομβαρδίζουν τα Στούκας της Λουφτβάφε και ο πόρτες στο καταφύγιο να είναι επίσης γερμανικής προέλευσης, «καθησυχάζοντας» τον πολίτη για την αντοχή τους, σύμφωνα με την υφιστάμενη σήμανση/πιστοποίηση.
Το παράδοξο δεν σταματά εδώ, αφού και πολλές συσκευές ανακύκλωσης αέρα έρχονταν απευθείας από το Τρίτο Ράιχ, συχνά από μια «αμαρτωλή» γερμανική βιομηχανία που συμμετέχει στα σύγχρονα σκάνδαλα της χώρας – σωστά μαντέψατε, πρόκειται για τη Siemens.
◼ Μια ξεχασμένη υποδομή των Αθηνών, ο πρώτος σιδηροδρομικός υπόγειος σταθμός, είχε κατασκευαστεί κοντά στο σημερινό δημαρχείο της οδού Αθηνάς το 1895. Ωστόσο η θέση είχε κριθεί ακατάλληλη και το 1930 κατασκευάστηκε εκ νέου ο υπόγειος σταθμός της Ομόνοιας (στη σημερινή θέση). Αυτό είναι ένα από τα δημόσια καταφύγια που χρησιμοποιήθηκαν για προστασία από τους βομβαρδισμούς της περιόδου 1940-41 και σήμερα δεν είναι παρά μια σκοτεινή διακλάδωση στη σύγχρονη γραμμή ανάμεσα στους σταθμούς Ομόνοια και Μοναστηράκι.
◼ Η βόλτα στον Λυκαβηττό δεν ήταν πάντα τόσο αθώα: σε ένα μεγάλο μέρος του είναι κούφιος, καθώς κατασκευάστηκε ένα πάρα πολύ μεγάλο στρατιωτικό καταφύγιο για το κέντρο αεράμυνας και συναγερμού, που ο συνομιλητής μας χαρακτηρίζει «τα μάτια και τα αυτιά της πόλης», με στοές 150 μέτρων, εμβαδού 500 τ.μ., πρόνοια για εσωτερική δεξαμενή νερού, ενώ την είσοδο προστατεύει εσωτερικά μια «φωλιά» πολυβόλου.
◼ Στην Κατοχή, αυτά που κατασκευάστηκαν για να σώσουν τις ζωές των Ελλήνων μετατράπηκαν σε κολαστήριά τους, καθώς επιτάχθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως φυλακές και χώροι βασανιστηρίων. Εκτός από τον χώρο ιστορικής μνήμης στο κτίριο της Εθνικής Ασφαλιστικής της οδού Κοραή 4, λίγα μέτρα από τη Βουλή, στην οδό Ζαλοκώστα 7, βρίσκεται ίσως ο καλύτερα σωζόμενος χώρος τέτοιας χρήσης.
◼ Κοντά στο Σύνταγμα βρίσκεται ακόμη ένα από τα καλά κρυμμένα υπόγεια μυστικά της πόλης. Το μεγαλύτερο, ίσως, καταφύγιο, σύμφωνα με τον ερευνητή, που εκτείνεται σε δύο ορόφους, σε βάθος 6,5 μέτρων, με εμβαδόν 400 τ.μ., με 4 εισόδους, δύο εξόδους διαφυγής, εφτά κύριους θαλάμους και 20 βοηθητικούς: οι έξοδοι κινδύνου βγάζουν στο πεζοδρόμιο, ακριβώς μπροστά από το υπουργείο Οικονομικών στην οδό Καραγεώργη Σερβίας 10.
◼ Ο στρατός κατοχής δεν επίταξε μόνο, αλλά κατασκεύασε και δικά του καταφύγια, με καταναγκαστική εργασία του ντόπιου πληθυσμού. Τέτοια υπόγεια οχυρά των Γερμανών βρίσκονται κοντά σε νευραλγικές υποδομές ή πλησίον των ακτών. Κατασκευάζονταν συνήθως αρκετά μέτρα μέσα στο έδαφος, για λόγους ασφαλείας, κάνοντας έτσι την κατασκευή τους ακόμα πιο δύσκολη. Στους τοίχους αυτών των οχυρών οι στρατιώτες αποτύπωναν και πιο προσωπικές τους σκέψεις, όπως φαίνεται από τα σκίτσα που φωτογράφισε ο κ. Κυρίμης και δείχνουν είτε τη γυναικεία παρουσία, είτε το σερβίρισμα ζεστού καφέ, είτε ακόμη και παραλλαγές προπαγανδιστικών λιθογραφιών της εποχής, με τα βομβαρδιστικά Στούκας να πετούν πάνω από την Ακρόπολη.
◼ Ομως τα καταφύγια δεν έμελλε να προφυλάξουν μόνο από τους βομβαρδισμούς των κατακτητών της περιόδου 1940-41, αλλά και από φίλια πυρά. Σε μια τραγική περίπτωση μάλιστα, οι συμμαχικοί βομβαρδισμοί αποδείχτηκαν περισσότερο θανατηφόροι. Αυτό συνέβη στις 11/1/1944 με τον διαβόητο «βομβαρδισμό του Πειραιά» (το πρωί από αμερικανικά και στη συνέχεια το απόγευμα από βρετανικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη). Με δηλωμένο στόχο τις γερμανικές εγκαταστάσεις στο λιμάνι του Πειραιά, οι βομβαρδισμοί ήταν ένα αποτυχημένο πλήγμα, μοιραίο για τον πληθυσμό της πόλης, αφού υπολογίζεται ότι σκοτώθηκε μονοψήφιος αριθμός Γερμανών και σύμφωνα με τις αναφορές περισσότεροι από 700 άμαχοι πολίτες, ενώ η πόλη του Πειραιά ισοπεδώθηκε. Μια επιχείρηση που για πολλούς συνιστά έγκλημα πολέμου. Μια τραγική λεπτομέρεια αυτού του βομβαρδισμού γράφτηκε σε ένα δημόσιο καταφύγιο κοντά στη Δραπετσώνα, όπου κατέφτασαν για να προστατευτούν από γειτονική σχολή δεκάδες μαθήτριες -περίπου 70- με τις δασκάλες τους. Το καταφύγιο άντεξε. Ωστόσο, επειδή τα πάντα γύρω καταστράφηκαν, δεν ήταν δυνατό να βγουν από εκεί. Οταν το συνεργείο ανεύρεσης ήταν κοντά στη διάσωσή τους, ήρθε η δεύτερη δόση των συμμαχικών βομβαρδισμών, με αποτέλεσμα να μην μπορούν πλέον να τις απεγκλωβίσουν έγκαιρα και να πεθάνουν από ασφυξία, αφού ο αέρας στα καταφύγια συνήθως δεν επαρκούσε για περισσότερες από 3 ώρες.
◼ Στα καταφύγια προσέφυγαν οι Ελληνες για να προστατευτούν όχι μόνο από τα εχθρικά και τα συμμαχικά, αλλά και από τα «αδελφικά» πυρά, από τους συμπατριώτες τους, όταν, σε ακόμη μια τραγική ειρωνεία της ιστορίας που επαναλαμβάνεται σαν κατάρα της φυλής μας, την Απελευθέρωση ακολούθησαν τα Δεκεμβριανά και ο Εμφύλιος.
Συνολικά 14 καταφύγια από τις εξαετείς έρευνές του (2012-2018) παρουσίασε στην εκδήλωση ο κ. Κυρίμης, που φάνηκε να εντυπωσιάζεται από την καταπακτή που οδηγεί σε καταφύγιο σε έναν αναπάντεχο χώρο: στην Παιδική Βιβλιοθήκη του Δήμου Αθηναίων, καθώς «κάτω από τους χώρους ψυχαγωγίας τού σήμερα, βρίσκεται ένας χώρος αγωνίας τού χθες» όπως είπε χαρακτηριστικά.
◼ Ο ερευνητής αναφέρθηκε και στους μύθους γύρω από τα καταφύγια, ότι δήθεν επικοινωνούσαν, και μας βεβαίωσε ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει, παρουσιάζοντας το καταφύγιο στον Αρδηττό, η είσοδος του οποίου χάνεται πίσω από τις πυκνές φυλλωσιές. Πρόκειται για το μεγαλύτερο δημόσιο καταφύγιο της Αττικής, με εμβαδόν 500 τ.μ. και χωρητικότητα πάνω από 1.300 άτομα. Στο βάθος ενός διαδρόμου του υπάρχει ένα ημιτελές μέρος το οποίο δεν είναι καλυμμένο με μπετόν και μοιάζει με σπηλιά.
«Τα καταφύγια δεν έτυχαν του ενδιαφέροντος και της φροντίδας που ιστορικά τους αρμόζει. Πολλά καταστράφηκαν από τη μεταγενέστερη οικοδόμηση, σφραγίστηκαν ή μετατράπηκαν σε αποθήκες. Διέπονται από ένα σύνθετο ιδιοκτησιακό καθεστώς που δυσχεραίνει την έρευνα, όπως και το γεγονός ότι αρκετά είναι επιμελώς κρυμμένα. Είμαστε ίσως η τελευταία γενιά που θα μπορούσε να γνωρίσει αυτούς τους χώρους και ενδεχομένως θα μπορούσαν να διασωθούν μερικά, να καταστούν επισκέψιμα και να χρησιμοποιηθούν για ιστορική αξιοποίηση και ως τεκμήρια μιας ταραγμένης εποχής» είναι η πρόταση που απευθύνει ο κ. Κυρίμης.
Οι έρευνες του Κωνσταντίνου Κυρίμη για τα καταφύγια της Αττικής έχουν αποτυπωθεί σε δύο βιβλία (προϊόντα αυτοέκδοσης). Εκδόθηκαν σε πολύ περιορισμένα αντίτυπα, προκειμένου να προσφερθούν σε βιβλιοθήκες, ιστορικά αρχεία, στρατιωτικές υπηρεσίες και φορείς πολιτισμού. Δεν διατίθενται εμπορικά σε βιβλιοπωλεία. Εντούτοις, όποιος ενδιαφέρεται για την απόκτησή τους μπορεί να επικοινωνήσει απευθείας με τον συγγραφέα στο email: kkirimis@otenet.gr