Μια νέα μορφή ανεπτυγμένης κοινωνίας έχει δημιουργηθεί στην Ιταλία, όπου παρά το τεράστιο δημόσιο χρέος και τη σχεδόν μόνιμη πολιτική παράλυση η ποιότητα ζωής παραμένει υψηλή. Οι Ιταλοί συντηρούνται από τον πλούτο, που έχουν συγκεντρώσει οι προηγούμενες γενιές, και στην πλειονότητά τους φαίνεται πως αδιαφορούν για την κοινωνική κινητικότητα.
«Ολοι φιλοδοξούν να μπουν στη μεσαία τάξη», σχολίασε στο Bloomberg Businessweek η Ροσαμαρία Μπιτέτι, οικονομολόγος και πολιτικός επιστήμονας στο πανεπιστήμιο LUISS της Ρώμης. Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η πλειονότητα των Ιταλών δεν προσβλέπει στη χλιδή και στην απόκτηση αμύθητης περιουσίας, αλλά αντιθέτως συμβιβάζεται με όσα αγαθά θεωρούνται αυτονόητα στον δυτικό κόσμο και διατηρεί ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο.
Ενδεικτικά, οι περισσότεροι κάτοικοι της γείτονος χώρας έχουν αγοράσει το δικό τους ακίνητο (σχεδόν 3 στους 4 Ιταλούς είναι ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας) και 2 στους 3 έχουν το δικό τους αυτοκίνητο. Μάλιστα, ο 1 στους 6 Ιταλούς κατέχει περισσότερα από ένα αυτοκίνητα. Επιπλέον, η χώρα κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως για κατοχή έξυπνων κινητών και η πλειονότητα των Ιταλών έχει τη δυνατότητα για διακοπές τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο, ιδιωτικούς δασκάλους για τα παιδιά και εγγραφή σε γυμναστήρια. Τέλος, οι Ιταλοί ξοδεύουν μεγάλα ποσά σε ναρκωτικά και στα τυχερά παιχνίδια.
Ωστόσο, το υψηλό βιοτικό επίπεδο των Ιταλών δεν είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς ή οικονομικής άνθησης. Αντιθέτως, η χώρα συντηρείται από τον πλούτο που συγκεντρώθηκε κατά κύριο λόγο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι συντάξεις έχουν παραμείνει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τις μειώσεις που έχουν επιβληθεί σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Ταυτόχρονα, οι μισθοί δεν έχουν αυξηθεί αισθητά και ως αποτέλεσμα πολλοί νεότεροι Ιταλοί επιλέγουν να συντηρούνται από τα εισοδήματα ή τις συντάξεις των γονέων τους, παρά να αναζητήσουν μία δουλειά που θα τους έδινε λιγότερα και δεν θα είχε περιθώρια ανέλιξης.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, τα περιουσιακά στοιχεία του μέσου ιταλικού νοικοκυριού έχουν αξία έξι φορές μεγαλύτερη σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα.
Εκτός αυτού, οι Ιταλοί έχουν καταφέρει να διατηρήσουν υψηλό το βιοτικό τους επίπεδο χάρη στη διογκωμένη παραοικονομία. Περίπου 3,5 εκατομμύρια άτομα –κατά κύριο λόγο μετανάστες– εργάζονται παράνομα ή περιστασιακά, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ιταλού κοινωνιολόγου Λούκα Ριντόλφι.
Ο κλάδος της παραοικονομίας, με τζίρο 211 δισεκατομμύρια ευρώ το 2017 ή 12,1% του ΑΕΠ της Ιταλίας, εξυπηρετεί τους Ιταλούς, οι οποίοι μπορούν να συγκρατούν σε χαμηλά επίπεδα τις τιμές των υπηρεσιών, από την ανακαίνιση του σπιτιού έως τη φροντίδα των ηλικιωμένων.
Η Ιταλία έχει μετατραπεί σε «μία πλούσια κοινωνία, στην οποία η οικονομία δεν αναπτύσσεται πια, και οι πολίτες, που δεν εργάζονται και έχουν πρόσβαση σε χρήματα είναι περισσότεροι από αυτούς που εργάζονται», όπως παρατηρεί σε βιβλίο του ο Λούκα Ριντόλφι.
Περίπου το ένα τρίτο των Ιταλών που βρίσκονται σε ηλικία κατάλληλη για εργασία ή άλλως 13 εκατομμύρια άτομα ούτε εργάζεται ούτε όμως αναζητεί εργασία. Προσθέτοντας τους 16 εκατομμύρια συνταξιούχους, η Ιταλία παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό ανθρώπων εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Παρ’ όλα αυτά, ο τρόπος ζωής των Ιταλών φαίνεται πως απειλείται, καθώς ο πλούτος, που είχε συγκεντρώσει η παλαιότερη γενιά στερεύει και διότι η χώρα αντιμετωπίζει έντονο δημογραφικό πρόβλημα. Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, δύο άτομα άνω των 65 ετών αντιστοιχούν σε ένα κάτω των 15. Επιπλέον, ο λόγος των ηλικιωμένων σε σχέση με τους Ιταλούς που βρίσκονται σε ηλικία κατάλληλη για εργασία, διαμορφώνεται στο 36%, το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό παγκοσμίως.
πηγή: Έντυπη Καθημερινή