Ο ελεγκτικός μηχανισμός, μάλιστα, κάθε μήνα εντείνει τη δράση του κατά των εγκληματικών δραστηριοτήτων και της φοροδιαφυγής, που στερούν σημαντικά έσοδα από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Αυτό, άλλωστε, προκύπτει και από τους ελέγχους του ενδεκάμηνου του 2022, που συνεχίζονται με αμείωτους ρυθμούς και το 2023 και οι οποίοι έχουν αποδώσει καρπούς, αφού εκατοντάδες φορολογούμενοι και επιχειρήσεις έχουν πέσει στα «δίχτυα» των διωκτικών αρχών για «ξέπλυμα», αλλά και μεγάλη φοροδιαφυγή, με αποτέλεσμα να βρίσκονται τώρα αντιμέτωποι με ποινικές διώξεις, καθώς και τσουχτερά πρόστιμα.
Στο πλαίσιο αυτή ήδη υπάρχουν εκατοντάδες υποθέσεις φοροφυγάδων και μεγαλοοφειλετών, οι οποίες έχουν παραπεμφθεί προς έλεγχο στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, με τις μηνυτήριες αναφορές εναντίον όσων φέρονται να εμπλέκονται στις εν λόγω υποθέσεις να πέφτουν «βροχή».
Σε κάθε περίπτωση, , τα πρόσωπα που κατηγορούνται ξέπλυμα μαύρου χρήματος ελέγχονται και για φοροδιαφυγή ή για οφειλές προς το Δημόσιο. Έτσι η Αρχή αποστέλλει στην εφορία όλες τις υποθέσεις που διερευνώνται για μαύρο χρήμα.
Επισημαίνεται ότι στο πλαίσιο καταπολέμησης της διακίνησης του μαύρου χρήματος σημαντικές αλλαγές επήλθαν με τον νέο νόμο 4816/2021, ο οποίος τροποποίησε διατάξεις του βασικού νόμου για το «ξέπλυμα» (4557/2018) και άλλαξε, μεταξύ άλλων, τον κατάλογο των παραβάσεων που εντάσσονται στα βασικά αδικήματα.
Έτσι, στα βασικά αδικήματα που ενεργοποιούν πλέον τη διαδικασία δίωξης για «ξέπλυμα» εντάσσονται η αποφυγή πληρωμής φόρων εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ πλοίων, ενώ εξαιρούνται οι εμπλεκόμενοι σε πλαστά και εικονικά τιμολόγια, όπως και η διασυνοριακή απάτη στον ΦΠΑ. Ταυτόχρονα, άλλαξε και η διαδικασία της δέσμευσης και απαγόρευσης εκποίησης περιουσιακών στοιχείων, ενώ δεν ισχύουν για τους κατηγορούμενους οι διατάξεις περί τραπεζικού, φορολογικού, τηλεπικοινωνιακού, χρηματιστηριακού και κάθε άλλου απορρήτου. Σε κάθε περίπτωση, για τους πλειστηριασμούς κατοικιών, αλλά και την εκδίκαση φορολογικών διαφορών, αρμόδια είναι τα δικαστήρια που είναι κοντά στην έδρα του οφειλέτη ή του φορολογούμενου.
Έγκλημα
Αναλυτικότερα, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, έγκλημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος με πρόθεση:
– Προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος, Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή Ειδικού Φόρου Ακινήτων (ΕΦΑ) αποκρύπτει από τα όργανα της φορολογικής διοίκησης φορολογητέα εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή ή περιουσιακά στοιχεία, ιδίως παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση ή καταχωρίζοντας στα λογιστικά αρχεία εικονικές (ολικά ή μερικά) δαπάνες ή επικαλούμενος στη φορολογική δήλωση τέτοιες δαπάνες, ώστε να μην εμφανίζεται φορολογητέα ύλη ή να εμφανίζεται αυτή μειωμένη.
– Προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών, του φόρου ασφαλίστρων και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς, καθώς και όποιος παραπλανά τη φορολογική διοίκηση με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς ή λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές.
– Προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς στο Δημόσιο τον φόρο αυτόν.
Όσον αφορά τον ρόλο της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, αυτή μπορεί με βάση το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 4557/2018 να διαβιβάζει και να ανταλλάσσει πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης με τις αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες, καθώς και με τις εποπτικές αρχές του άρθρου 6 του ν. 4557/2018, εφόσον οι πληροφορίες αυτές κρίνονται αναγκαίες για το έργο τους και για την εκπλήρωση των νόμιμων καθηκόντων τους.
Στο πλαίσιο αυτό, η Αρχή διαβιβάζει πληροφορίες στις υπηρεσίες της ΑΑΔΕ για πρόσωπα για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες διάπραξης αδικημάτων που άπτονται των αρμοδιοτήτων τους, προκειμένου να εξεταστεί, να ελεγχθεί και να αποδειχθεί ή όχι η διάπραξή τους. Κάθε έγγραφο παροχής πληροφοριών / υπόθεση της Αρχής ενδέχεται να περιλαμβάνει πληροφορίες για περισσότερα του ενός εμπλεκόμενα πρόσωπα, εφόσον αυτά σχετίζονται με την ίδια υπόθεση.