“Περιμέναμε. Και περιμέναμε. Και περιμέναμε. Όλοι μας. Μα καλά, δεν ήξερε ο μουρλογιατρός ότι το να περιμένεις ήταν από κείνα τα πράγματα που σε μουρλαίνουν; Οι άνθρωποι περιμένουν σ’όλη τους τη ζωή. Περιμένουν να ζήσουν, περιμένουν να πεθάνουν. Περιμένουν στη ουρά για να αγοράσουν χαρτί υγείας. Περιμένουν στην ουρά για να εισπράξουν χρήματα. Κι αν δεν έχουν ήδη χρήματα, περιμένουν σε ακόμα μεγαλύτερες ουρές. Περιμένεις να πας για ύπνο και μετά περιμένεις να ξυπνήσεις. Περιμένεις να παντρευτείς και μετά περιμένεις να πάρεις διαζύγιο. Περιμένεις να πιάσει βροχή, και μετά περιμένεις να σταματήσει η βροχή. Περιμένεις να φας, και μετά περιμένεις να ξαναφάς. Περιμένεις στο ιατρείο ενός μουρλογιατρού μαζί μ’ένα σωρό μουρλούς, και αναρωτιέσαι αν είσαι κι εσύ μουρλός.”
Από το αστυνομικό μυθιστόρημα του Τσάρλς Μπουκόβσκι «Pulp»,σελ. 125-126. Εκδόσεις Μεταίχμιο. Μετάφραση Γιώργος- Ίκαρος Μπαμπασάκης, 2014
Επιλογή κειμένων: Ζωή Καπερώνη