Tου Επίτιμου Οικονομικού Επιθεωρητή Απόστολου Λιόλιου.*
Επέλεξα, σήμερα, να παρουσιάσω ένα θέμα από την Παγκόσμιο Ιστορία του Πολιτισμού, του Αμερικανού συγγραφέα Will Durant, (εκδοτικός οίκος Αφοί Συρόπουλοι Ο.Ε., έκδοση 1969).
Το κείμενο αναφέρεται στην οικονομική ζωή της πόλης των Αθηνών κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα. Η πάλη των τάξεων, οι επαναστάσεις των πτωχών κατά των πλουσίων και το αντίθετο, όλα αυτά που συγκλόνιζαν τη λαμπρή και ταραχώδη ζωή της αρχαίας Αθηναϊκής Δημοκρατίας, έγιναν, ως ένα σημείο, μορφές και προβλήματα της σύγχρονης κοινωνικής και οικονομικής ζωής της Ελλάδας. Ως πηγές χρησιμοποιήθηκαν κείμενα και μελέτες του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Ισοκράτους και ξένων συγγραφέων.[,,,]
Λειτουργία τραπεζών
Καθώς προχωρούσε ο 4ος π.Χ. αιώνας αναπτύχθηκε πραγματικό πιστωτικό σύστημα. Οι τραπεζίτες αντί να δίνουν ρευστό χρήμα, εξέδιδαν πιστωτικές επιστολές, εντολές πληρωμής ή επιταγές. Ο πλούτος μπορούσε τώρα να μεταβιβασθεί από τον ένα πελάτη στον άλλον με απλές εγγραφές στα βιβλία του τραπεζίτη. Οι έμποροι και οι τραπεζίτες εξέδιδαν ομολογίες εμπορικών δανείων και μεγάλο μέρος των κληρονομιών περιλάμβανε τέτοιες ομολογίες. Μερικοί τραπεζίτες ανέπτυξαν τόσους δεσμούς με την τιμιότητά τους και απέκτησαν τόσο μεγάλη υπόληψη, ώστε οι ομολογίες τους τιμούνταν σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο.
Η Τράπεζα του Πασίωνος, ενός πρώην σκλάβου, είχε πολλά τμήματα και υπαλλήλους, κατά το πλείστον δούλους. Τηρούσε πολύπλοκο σύστημα βιβλίου, όπου κάθε δοσοληψία καταγραφόταν με τόση προσοχή, ώστε οι λογαριασμοί αυτοί γίνονταν συνήθως δεκτοί από τα δικαστήρια ως αναμφισβήτητη απόδειξη.
Οι χρεωκοπίες τραπεζών δεν ήταν ασυνήθεις και από μαρτυρίες ακούγεται να γίνεται λόγος περί “πανικών”, κατά τους οποίους έκλεινε τις θύρες της η μια τράπεζα μετά την άλλη.
Σοβαρές καταγγελίες για καταχρήσεις έγιναν και κατά των μεγαλύτερων τραπεζών και ο κόσμος έτρεφε για τους τραπεζίτες το ίδιο μείγμα του φθόνου, του θαυμασμού και της αντιπάθειας, που έχουν οι φτωχοί για τους πλούσιους σε όλους τους αιώνες.
[…]
Το εμπόριο και το χρήμα. Η διαφθορά
Οι περιουσίες σχηματίζονταν και χάνονταν με μεγάλη ταχύτητα και σπαταλώνταν σε επιδείξεις, οι οποίες σκανδάλιζαν την Αθήνα του Περικλή.
Οι νεόπλουτοι έκτιζαν επιδεικτικές κατοικίες, φόρτωναν τις γυναίκες τους με πολύτιμα ενδύματα και κοσμήματα, είχαν πολυπληθές υπηρετικό προσωπικό και είχαν την αρχή να προσφέρουν στους προσκεκλημένους τους τα εκλεκτότερα φαγητά και ποτά.
Η πολιτική διαφθορά που ακολούθησε το θάνατο του Περικλή συνεχίστηκε . Πολλοί απέκτησαν μεγάλες περιουσίες με την πολιτική καιροσκοπία και την αχαλίνωτη δημαγωγία.Οι ρήτορες διαιρέθηκαν σε κόμματα και επιδίδονταν σε θορυβώδεις εκστρατείες. Κάθε κόμμα οργάνωνε επιτροπές, εφεύρισκε συνθήματα, διόριζε πράκτορες και συνέλεγε χρήματα. Και εκείνοι που πλήρωναν για όλα αυτά ομολογούσαν με ειλικρίνεια ότι περίμεναν να αποζημιωθούν στο διπλάσιο. Όσο η πολιτική γινόταν εμπαθέστερη, τόσο υποχωρούσε ο πατριωτισμός. Η διαμάχη των φατριών απορροφούσε τη δημόσια δραστηριότητα και την αφοσίωση και άφηνε ελάχιστα για την πόλη των Αθηνών.
[…] Εν τω μεταξύ στην ύπαιθρο οι χωρικοί μετέτρεπαν τον ιδρώτα τους σε λίγο λάδι και κρασί. Στις πόλεις τα ημερομίσθια των ελευθέρων εργατών κρατούνταν χαμηλά από τον ανταγωνισμό των δούλων. Εκατοντάδες πολιτών εξαρτούσαν τον βιοπορισμό τους από την αμοιβή που εισέπρατταν για τις παραστάσεις τους στην Eκκλησία του Δήμου (Συνέλευση) ή στα δικαστήρια.
Οι ναοί ή η πολιτεία διέτρεφαν χιλιάδες από τον πληθυσμό. Ο αριθμός των ψηφοφόρων (χωρίς να αναφέρεται ο γενικός πληθυσμός) που δεν είχαν περιουσία ανερχόταν στο 45% του εκλογικού σώματος κατά το 431 π.Χ.. Το 355 είχε ανέβει στο 57%. […]
Η πάλη των τάξεων
Η αθηναϊκή κοινωνία διαιρέθηκε,σύμφωνα με τον Πλάτωνα σε «μια πόλη των πτωχών και μια πόλη των πλουσίων, οι οποίες βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ τους“. […]
Τα μέλη μερικών ολιγαρχικών λεσχών, λέει ο Αριστοτέλης, έδιναν τον επίσημο όρκο: “Θα είμαι αντίπαλος του λαού, και στο Συμβούλιο θα του κάνω όσο κακό μπορώ”. Ο Ισοκράτης λέει ότι: “Οι πλούσιοι έγιναν τόσο αντικοινωνικοί, ώστε όσοι έχουν περιουσία θα προτιμούσαν να ρίψουν τα υπάρχοντά τους στη θάλασσα, παρά να δώσουν βοήθεια στους φτωχούς, ενώ οι φτωχοί θα προτιμούσαν να αρπάξουν τα υπάρχοντα των πλουσίων, παρά να βρουν έναν θησαυρό”.
Στη σύγκρουση αυτή οι διανοούμενες τάξεις τάσσονταν ολοένα περισσότερο με το μέρος των φτωχών. Περιφρονούσαν τους εμπόρους και τους τραπεζίτες, των οποίων ο πλούτος ήταν αντιστρόφως ανάλογος προς την καλλιέργεια και την φιλοκαλία τους. Ακόμα και πλούσιοι άνθρωποι άρχισαν να ερωτοτροπούν με «κομμουνιστικές» ιδέες.[…]
Τέλος, οι φτωχότεροι πολίτες επικράτησαν στην Εκκλησία του Δήμου και άρχισαν δια της ψήφου να μεταβιβάζουν την περιουσία των πλουσίων στα ταμεία της πολιτείας προς διανομήν στους φτωχούς και τους ψηφοφόρους, υπό μορφήν κρατικών έργων και αμοιβών.
Η αναζήτηση νέων πηγών εισοδήματος
Και ενώ αυτά συνέβαιναν περί το 366 π.Χ., οι πολιτικοί ενέτειναν τις προσπάθειές τους προκειμένου να εξεύρουν νέες πηγές δημόσιου εισοδήματος. Διπλασίασαν τους έμμεσους φόρους, τους εισαγωγικούς και εξαγωγικούς δασμούς. Συνέχισαν την έκτακτη πολεμική φορολογία και κατά την εποχή της ειρήνης. Έκαναν έκκληση για “εθελοντικές” εισροές και επινοούσαν για τους πλούσιους διαρκώς νέες ευκαιρίες (τις “λειτουργίες”) για να χρηματοδοτούν δημόσια έργα από το ιδιωτικό τους ταμείο.
Κατέφευγαν συχνά σε κατασχέσεις και απαλλοτριώσεις και διεύρυναν τόσο τη φορολογία του εισοδήματος, ώστε να περιλαμβάνει και κατώτερα επίπεδα πλούτου. Ο κάθε βαρυνόμενος με “λειτουργία” είχε κατά νόμο το δικαίωμα να αναγκάσει άλλον να αναλάβει, αν αποδείκνυε ότι ο άλλος ήταν πλουσιότερος αυτού και δεν είχε επιβαρυνθεί με “λειτουργία” επί δύο έτη.
Οι φορολογικοί και εισπρακτικοί μηχανισμοί
[…]Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι πληροφορίες για τον τρόπο και τους μηχανισμούς αναζήτησης των κρυφών εισοδημάτων.
Σύμφωνα με περιγραφές: “Το 355 π.Χ. ο Ανδροτίων διωρίσθη αρχηγός ενός αστυνομικού σώματος, το οποίον είχε δικαίωμα να αναζητη τα κρυφά εισοδήματα, να εισπράττη καθυστερούμενους φόρους και να φυλακίζη τους φοροφυγάδας. Παρεβιάζοντο οικίαι, κατέσχοντο εμπορεύματα, και άνθρωπο ερρίπτοντο εις τας φυλακάς. Αλλά ο πλούτος εξηκολούθη να κρύπτεται ή να εξαφανίζεται”.
Ο Ισοκράτης, σε προχωρημένη ηλικία και πλούσιος, αγανακτισμένος διότι επεφορτίσθηκε με “λειτουργία”, παραπονούνταν το 353 π.Χ.: “Όταν ήμην παις, ο πλούτος εθεωρείτο πράγμα τόσον ασφαλές και θαυμαστόν, ώστε σχεδόν όλοι διετείνοντο ότι διέθετον μεγαλυτέραν περιουσίαν από όσην πράγματι είχον… Τώρα είναι κανείς ηναγκασμένος να προστατεύεται από του να είναι πλούσιος ως εάν επρόκειτο περί τον χειροτέρου εγκλήματος”.
Κάπου εδώ τελειώνει η εξιστόρηση για το τι συνέβαινε τότε, κάπου εδώ αρχίζει η πραγματικότητα της σύγχρονης εποχής.
*Αποσπάσματα από το κείμενο που δημοσιεύτηκε στο :www.e-forologia.gr/
Το παραπάνω άρθρο γράφτηκε μετά από προσωπική έρευνα του συντάκτη