Ασφυκτικές διαστάσεις παίρνει η υπόθεση 160.000 στεγαστικών δανείων που έχει την εξής κρίσιμη ιδιομορφία: δανειολήπτες είναι οι εργαζόμενοι και δανειστής ο εργοδότης τους. Οι δανειακές τους σχέσεις, τα τελευταία χρόνια, ισορροπούν στο τεντωμένο σκοινί της κρίσης.
Συντάκτης: Στέργιος Ζιαμπάκας από το http://www.efsyn.gr/
Πρόκειται για έναν διόλου ευκαταφρόνητο αριθμό δημοσίων υπαλλήλων που έχουν λάβει στεγαστικό δάνειο από το Ταμείο Παρακαταθηκών & Δανείων (ΤΠΔ).
Κανένα δάνειο δεν είναι «κόκκινο» καθώς οι δόσεις αποπληρώνονται με παρακράτηση απευθείας από τον μισθό. Εκχωρώντας αυτό το δικαίωμα, ο δανειολήπτης δεν μπορεί ούτε να… σκεφτεί να βάλει σε προτεραιότητα έξοδα διαβίωσης.
Εάν η δόση είναι 600 ευρώ, κάθε 15θήμερο βλέπει 300 ευρώ να έχουν αφαιρεθεί από το εισόδημά του.
Ας μην προκαλέσει έκπληξη το -όχι γενικευμένο- φαινόμενο που περιγράφει η ΑΔΕΔΥ στην «Εφ.Συν.» υπάλληλοι να παίρνουν στο χέρι 150 ή 200 ευρώ τον μήνα.
Ούτε ακόμη ότι το 2006, με απόφαση του τότε υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, τα 24.400 εξ αυτών τιτλοποιήθηκαν και εκχωρήθηκαν σε fund (Grifonas Finance No1 Plc) με έδρα το Λονδίνο που συστήθηκε για τον σκοπό αυτό.
Οι δανειολήπτες το πληροφορήθηκαν εκ των υστέρων. Οποιοσδήποτε μπορεί να κατανοήσει τους φόβους τους μην τυχόν επαναληφθεί αυτή η πρακτική. Πρόκειται για δάνεια-«φιλέτα» με μηδενικό ρίσκο.
Το ιστορικό
Οπως περιγράφουν συνδικαλιστικά στελέχη, οι δημόσιοι υπάλληλοι επέλεγαν μαζικά το ΤΠΔ, κυρίως λόγω της ασφάλειας που ένιωθαν σε σύγκριση με τις ιδιωτικές τράπεζες.
Τα δάνεια χορηγούνταν ουσιαστικά πάνω σε δύο άξονες. Πρώτος και βασικότερος: το ύψος του μισθού που έπαιρνε ο υπάλληλος (δάνειο ανάλογα με τις αποδοχές). Οροφή αποπληρωμής ήταν τα 30 χρόνια.
Επ’ αυτού, λαμβάνονταν υπόψη και ηλικιακά κριτήρια· πότε έβγαινε ο υπάλληλος στη σύνταξη, εν ολίγοις. Δεύτερος: η εμπορική αξία του σπιτιού.
Το ακίνητο υποθηκευόταν, ώστε ακόμη και σε περίπτωση απόλυσης του υπαλλήλου (προοπτική με ελάχιστες πιθανότητες τότε), να υπάρχει πρόσθετη ασφαλιστική δικλίδα.
Τα δάνεια εξυπηρετούνται με σταθερό επιτόκιο, σε ένα εύρος μεταξύ 4,5%-6,2% (μεσοσταθμικά 4,7%). Το ύψος του προσαρμοζόταν με βάση τις κατά καιρούς οικονομικές συνθήκες, εντός των ορίων που έθετε η Τράπεζα της Ελλάδος.
Σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, όπως πολύτεκνοι, ΑμεΑ κ.λπ., το επιτόκιο είναι χαμηλότερο. Ο δανειολήπτης, πάντως, δεν είχε τη δυνατότητα διαπραγμάτευσής του.
Η αφετηρία των αρνητικών εξελίξεων είναι κοινή με αυτήν της κρίσης. Με δεδομένο ότι το δάνειο «χτιζόταν» πάνω σε βεβαίωση του μισθού, υπάλληλοι διαμαρτύρονται ότι το ίδιο το Δημόσιο, με τον διττό ρόλο του εργοδότη και του δανειστή, έχει προσβάλει τη σύμβαση μονομερώς. Με τις σημερινές συνθήκες, συμπληρώνουν, το δάνειο θα ήταν μικρότερο.
Το πρόβλημα άρχισε να «σκάει» επί θητείας Ευάγγ. Βενιζέλου στο υπουργείο Οικονομικών. Αναγνώρισε την ύπαρξη του προβλήματος, αλλά προέβη σε μια ρύθμιση που αποδείχθηκε ότι δεν έδωσε λύση.
Το σοκ των επιλογών
Προσφέρθηκαν δύο επιλογές που, όπως εξηγούν άνθρωποι με εμπειρική γνώση του θέματος, ρύθμιζαν τη δόση, αλλά όχι το δάνειο. Η πρώτη ήταν η επιμήκυνση. Μείωνε ελάχιστα τη μηνιαία δόση, αλλά αύξανε το υπόλοιπο του δανείου.
Οι ίδιες πηγές περιγράφουν τα εξής ως παράδειγμα χαμηλού κεφαλαίου δανεισμού: με 10 χρόνια επιμήκυνση, σε ένα δάνειο 140.000 ευρώ 30ετούς περιόδου αποπληρωμής, με επιτόκιο 5%, η δόση έπεφτε από 820 στα 735 ευρώ, όμως προέκυπταν επιπλέον τόκοι περίπου 50.000 ευρώ, που ανέβαζαν το συνολικό όφελος από την αρχική πρόβλεψη των 270.000 ευρώ στην τελική των 320.000 ευρώ.
Η δεύτερη επιλογή της «ρύθμισης» ήταν η μείωση της δόσης στο μισό για 5 χρόνια – στο συγκεκριμένο παράδειγμα, από 820 στα 410 ευρώ. Από κει και πέρα υπήρχαν άλλες δύο επιλογές.
Από τη μία η εφάπαξ καταβολή των οφειλών που ανέβαλλε ο οφειλέτης (εν προκειμένω 24.600 ευρώ, ποσό που καθιστά τη λύση ανεδαφική), από την άλλη ανακεφαλαιοποίηση των συγκεκριμένων οφειλών και προσμέτρησή τους στο συνολικό χρέος, το οποίο, ως αποτέλεσμα, διογκωνόταν περαιτέρω. Αδιέξοδο σε κάθε περίπτωση: μεγαλύτερο υπόλοιπο χρέους, μικρότερα εισοδήματα λόγω περικοπών.
Να σημειωθεί ότι από τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις αποκλείστηκαν οι 24.400 οφειλέτες των οποίων τα δάνεια είχαν ήδη εκχωρηθεί. Πηγαίνοντας στο ταμείο για ρύθμιση, έμαθαν ότι δεν χρωστούν πλέον στο ΤΠΔ, αλλά σε κάποιο ξένο fund!
Στις ρυθμίσεις εντάχθηκαν περίπου 95.000-96.000 δάνεια από τα 135.600 που είχαν τη δυνατότητα, δηλαδή το 70%, σύμφωνα με την ΑΔΕΔΥ. Για όσους επέλεξαν τη «λύση» της 5ετίας, οι προθεσμίες λήγουν.
Σύμφωνα με συνδικαλιστικά στελέχη, σε μεγαλύτερο αδιέξοδο βρίσκονται υπάλληλοι που επέστρεψαν από τη διαθεσιμότητα και έχασαν την υπερβάλλουσα διαφορά που ελάμβαναν στον συνολικό μισθό, καθώς και συνταξιούχοι.
Ανάμεσά τους βρίσκονται οι περιπτώσεις δανειοληπτών που έχουν καθαρές αποδοχές 200 ευρώ.
Η συντριπτική πλειονότητα των στεγαστικών δανείων, σύμφωνα με την ΑΔΕΔΥ, αφορά πρώτη κατοικία. Το θέμα, αυτή τη στιγμή, δεν συνδέεται με πλειστηριασμούς.
Παρ’ όλα αυτά, το ανώτατο συνδικαλιστικό όργανο δέχεται καθημερινά επιστολές και τηλεφωνήματα από απεγνωσμένους εργαζόμενους.
Αναζητούν «χρυσή τομή» για ρύθμιση
Το πρόβλημα αναγνωρίζεται ως υπαρκτό από τη σημερινή Διοίκηση του Ταμείου Παρακαταθηκών & Δανείων, όπως βεβαιώνουν αρμόδιες πηγές, ενημερώνοντας παράλληλα ότι έχει τεθεί στόχος να εφαρμοστεί νέα, ουσιαστική λύση στα μέσα Νοέμβρη, στο πλαίσιο μιας συνολικής αντιμετώπισης, χωρίς όμως οριζόντιες μεθόδους.
Οπως περιγράφουν στην «Εφ.Συν.», η «χρυσή τομή» που θα αναζητηθεί είναι να επιστραφούν τα κεφάλαια στο Ταμείο και ταυτόχρονα οι δόσεις να ανταποκρίνονται στις πραγματικές δυνατότητες των δανειοληπτών, με το οφειλόμενο ποσό να οδηγείται παράλληλα στο «κλείσιμο».
Τονίζουν ότι θα είναι η πρώτη φορά που το Ταμείο θα εντάξει το θέμα στη γενικότερη πολιτική του.
Οι ρυθμίσεις επιδιώκεται να είναι κατά το δυνατόν πιο αυτοματοποιημένες, εμπεριέχοντας ενδεχομένως και αλγόριθμους με κοινωνικές παραμέτρους, στην κατεύθυνση να διευκολυνθεί όσο μεγαλύτερος αριθμός δανειοληπτών είναι εφικτό, σύμφωνα με πηγές του Ταμείου.
Το δόγμα του Ταμείου είναι: «Να πληρώσει ο δανειολήπτης αυτό που μπορεί και ταυτόχρονα να μειώσει το δάνειό του».
Ως προς τις δόσεις, θα εξεταστεί τι μπορεί να καταβάλλει κάποιος σύμφωνα με τα πραγματικά καθαρά εισοδήματά του, λαμβανομένης υπόψη της οικογενειακής του κατάστασης και των φορολογικών του δαπανών, συμπεριλαμβανομένου του ΕΝΦΙΑ.
Ως προς το δάνειο, θα επιλεγεί αρχικά μια μικρή επιμήκυνση, εάν χρειαστεί θα ακολουθεί δραστική μείωση επιτοκίου και εάν προκύψει ότι μεγάλο είναι το οφειλόμενο κεφάλαιο και όχι το επιτόκιο, τότε θα εφαρμοστεί ένα πρόσκαιρο «πάγωμα», ώστε να εξυπηρετείται το υπόλοιπο με βάση το μειωμένο επιτόκιο και την επιμήκυνση.
Στο Ταμείο υπολογίζουν ότι χρήζουν ρύθμισης περίπου 120.000 δάνεια. Από αυτά, ανάγκη δραστικής μείωσης επιτοκίου (μεσοσταθμικά στο 2,3%, σύμφωνα με εκτιμήσεις) έχει το 50% των δανείων, εκ των οποίων το 1/3 θα χρειαστεί «πάγωμα» κεφαλαίου.
Για το υπόλοιπο 50%, υπάρχει η λογική επιστροφής επιτοκίων επί του κεφαλαίου, στο 1% μεσοσταθμικά, με βούληση να συμπεριληφθούν και τιτλοποιημένα δάνεια.