♦Πρεσβεία της Αιγύπτου
Η Βασ. Σοφίας είναι ο πιο ενδιαφέρων δρόμος της πρωτεύουσας. Διαθέτει μεγάλο πλάτος, που δείχνει ακόμη μεγαλύτερο καθώς ενισχύεται από τις υποχρεωτικές πρασιές των παρακείμενων ακινήτων, αλλά και… ένα προεδρικό διάταγμα που από το 1930 την προστατεύει σε όλο της το μήκος από κακόγουστες υπαίθριες διαφημίσεις.
της Χαράς Τζαναβάρα από το https://www.efsyn.gr/
Τα δύο αυτά στοιχεία την έχουν αναδείξει στην πρώτη θέση στο άτυπο χρηματιστήριο της γης.Υπάρχουν όμως και άλλα δύο πολεοδομικά «μυστικά» που συνέβαλαν στην ευρωπαϊκή εικόνα της συγκεκριμένης λεωφόρου.
Το 1833 ήταν κατάφυτη με αμπέλια και αυτό βοήθησε τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ να τη σχεδιάσουν στο πρώτο πολεοδομικό σχέδιο με ικανό πλάτος όπως αρμόζει σε μια σύγχρονη πρωτεύουσα.Οι ιδιοκτήτες των αγροτεμαχίων δεν διέθεταν πολιτικά ερείσματα και η πρότασή τους δεν πετσοκόφτηκε όπως σε άλλους κεντρικούς δρόμους.
Όμως… μετακόμισε βορειότερα, αφού στα αρχικά σχέδια αποτελούσε συνέχεια της Ερμού, που άλλαξαν για χάρη των ανακτόρων, τα οποία έπειτα από πολλές εναλλακτικές χωροθετήσεις κατέληξαν στη σημερινή τους θέση.Λόγω «βασιλικής διαταγής», ολόκληρη η βόρεια πλευρά έμεινε ώς το 1870 εκτός σχεδίου και δεσμευμένη για τις ανάγκες του σχεδιαζόμενου βασιλικού πάρκου.
Περιορίστηκε όμως στα γνωστά όρια του Εθνικού Κήπου, αφού το Δημόσιο δεν διέθετε πόρους για απαλλοτριώσεις ακινήτων.Η αποδέσμευση ήταν το «πράσινο φως» για πλούσιους ομογενείς που ήθελαν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα.Το έναυσμα είχε δώσει ο Ανδρέας Συγγρός, με το αρχοντικό που έχτισε στη γωνία με την Ακαδημίας, όπου εδρεύει το υπουργείο Εξωτερικών.
Ακολούθησαν τα μέγαρα Μπενάκη, Μέρλιν, Ράλλη, Ρέντη, Καζούλη, Εμπειρίκου, Σταθάτου, Βεργωτή και άλλων σημαντικών πολιτικών και οικονομικών παραγόντων, τα περισσότερα από τα οποία έχουν κατεδαφιστεί στην εποχή της αντιπαροχής.Δύο αρχοντικά, διά χειρός Τσίλερ, διέθεταν οι γόνοι της επιχειρηματικής οικογένειας Ψύχα.
Το ένα στεγάζει την ιταλική πρεσβεία και ανήκε στον Στέφανο Ψύχα, ο οποίος τον Μάιο του 1889, με νόμο, ανέλαβε την πρώτη υπόγεια επέκταση του Ηλεκτρικού από το Θησείο στο Μοναστηράκι και την Ομόνοια, που προχώρησε με τις συνήθεις καθυστερήσεις και υπερβάσεις των έργων.
Το δεύτερο αρχοντικό ήταν το χρονικώς πρώτο έργο του Ερν. Τσίλερ επί της Βασ. Σοφίας και ανήκε στον Γεώργιο Ψύχα, ο οποίος είχε αγοράσει το ακίνητο από τον Αθηναίο έμπορο Δημήτριο Σπαρτάλη.
Το προόριζε για τον γιο του Παντελή, ο οποίος όμως προτιμούσε το Παρίσι ως τόπο διαμονής και έτσι το μέγαρο έπρεπε να αναδιαμορφωθεί για να στεγάσει τον πρίγκιπα Γεώργιο που μόλις είχε παντρευτεί την πριγκίπισσα Ελισάβετ της Ρουμανίας.
Το ζευγάρι παρέμενε περίπου ένα χρόνο, καθώς τον Σεπτέμβριο του 1922 ανακηρύχτηκε βασιλιάς.
Ήταν η χρονιά που η Ελλάδα υποδεχόταν τους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και το κτίριο στέγασε τις υπηρεσίες που είχαν συγκροτηθεί για την αποκατάστασή τους.Τον Οκτώβριο του 1930 η οικογένεια Ψύχα το πούλησε στην κυβέρνηση της Αιγύπτου με τίμημα 28.000 λιρών.Στην αρχή αποτέλεσε τόπο προσωρινής διαμονής του βασιλιά Φαρούκ (1920-1965), που επισκεπτόταν συχνά την Αθήνα.
Ο τελευταίος εστεμμένος της Αιγύπτου, που ήταν γνωστός για την αδυναμία του στο καλό φαγητό και τις γυναίκες, είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει τον θρόνο του το 1952.
Λίγα χρόνια νωρίτερα, το μέγαρο στέγασε την πρεσβεία της χώρας, η οποία σε όλη τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής αποτέλεσε την έδρα της εξόριστης κυβέρνησης και των ελληνικών στρατευμάτων που είχαν παίξει σημαντικό ρόλο στις μάχες της Αφρικής, αλλά και το καταφύγιο των αγωνιστών που κινδύνευαν να πέσουν στα χέρια της Γκεστάπο.
Το νεοκλασικό στη διασταύρωση με την πεζοδρομημένη οδό Ζαλοκώστα κατασκευάστηκε το 1885 σε σχέδια του Ερνέστου Τσίλερ (1837-1923), του Σάξονα αρχιτέκτονα που επέβαλε τον νεοκλασικό ρυθμό στη χώρα μας.
Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1868, παντρεύτηκε την πιανίστρια Σοφία Δούδου και απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα.
Θεωρείται το πιο λιτό ανάμεσα στα περισσότερα από 500 έργα του, αλλά δεν στερείται αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον.
Ακολουθεί την παραδοσιακή συμμετρία και στο κέντρο της πρόσοψης επί της Βασ. Σοφίας δεσπόζει η μαρμάρινη σκάλα που οδηγεί στο προστώο, τον χαρακτηριστικό ημιυπαίθριο χώρο ο οποίος στηρίζεται σε τέσσερις κολόνες ιωνικού ρυθμού και στον όροφο εξελίσσεται σε εξώστη με απεριόριστη θέα προς την Ακρόπολη, τη ζώνη γύρω από τη Βουλή και την πλατεία Συντάγματος.
Στις δύο πλευρές του είχαν διαμορφωθεί κόγχες για αγάλματα, ενώ στο στηθαίο του, όπως στην περίμετρο της στέγης, έχουν τοποθετηθεί μπαλούστρα και βάζα, σημαντικά δείγματα του κλασικισμού.
Στο εσωτερικό του κυριαρχεί η κεντρική τραπεζαρία με τη θαυμάσια ξύλινη επένδυση, ενώ στην απέναντι πλευρά, στην ανατολική αίθουσα που συχνά ανοίγει τις πύλες της στο κοινό για τις ανάγκες της πρεσβείας έχει αναρτηθεί ιστορική φωτογραφία του 1930 από θρησκευτική τελετή μπροστά στην Εκκλησία του Αγίου Σάββα στην ελληνική συνοικία της Αλεξάνδρειας, δείγμα των πανάρχαιων σχέσεων μεταξύ των λαών της Ελλάδας και της Αιγύπτου.
Το βιτρό στην «πλάτη» της μαρμάρινης σκάλας που ενώνει τους δύο ορόφους διατηρεί τα αρχικά χρώματά του, αλλά οι παραστάσεις του αναφέρονται σε στοιχεία της αραβικής παράδοσης και έχει ενδιαφέρον ότι συνυπάρχουν με τα ιταλικής προέλευσης φωτιστικά που είχαν επιλεγεί από τους αρχικούς ενοίκους του αρχοντικού.
1. Οι φοίνικες
Το σήμα κατατεθέν της πρεσβείας είναι οι πανύψηλοι φοίνικες στην μπροστινή αυλή. Προέρχονται από την Αίγυπτο και είναι μέρος των φυτών που είχαν προσφερθεί στην Ελλάδα, έπειτα από παράκληση της Αμαλίας η οποία φύτεψε τους περισσότερους στη δυτική είσοδο του Εθνικού Κήπου.
2. Η έδρα της αστυνομίας
Το πρώτο κτίριο της Βασ. Σοφίας ήταν το μέγαρο Παπούδωφ, που ανήκε σε ομογενή και στη συνέχεια με περιπετειώδη τρόπο περιήλθε στο Δημόσιο και στέγαζε την Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών. Τον «μαύρο» Δεκέμβριο του 1944 από το γραφείο του ο Αγγελος Εβερτ είχε δώσει το έναυσμα για να ανοίξει πυρ κατά των άοπλων που διαδήλωναν στην πλατεία Συντάγματος. Κατεδαφίστηκε το 1971.
3. Η Ζαλοκώστα
Η πεζοδρομημένη οδός φέρει το όνομα του ποιητή Γεωργίου Ζαλοκώστα (1805-1858). Γεννήθηκε στο Συρράκο Ιωαννίνων, ωστόσο η οικογένειά του κυνηγημένη από τον Αλή Πασά βρέθηκε στην Ιταλία. Ο ίδιος πήρε μέρος στην πολιορκία του Μεσολογγίου και σε πολλούς απελευθερωτικούς αγώνες. Είναι ο στιχουργός του μελοποιημένου «Μια βοσκοπούλα αγάπησα», αλλά το έργο του σημαδεύτηκε από τον πόνο του πατέρα που έχασε επτά από τα εννέα παιδιά του.