Θεωρείται από τις παλιότερες εκκλησίες της πρωτεύουσας και είναι το καθολικό που απέμεινε από το Μεγάλο Μοναστήρι, το οποίο υποβαθμίστηκε σε μοναστηράκι χαρίζοντας το όνομά του σε ολόκληρη η περιοχή.
Δέχτηκε πολλές… ανορθόδοξες επεμβάσεις, με αποκορύφωμα το δυσανάλογα ογκώδες καμπαναριό.Υπέστη σοβαρές ζημιές από τους σεισμούς του 1999 και τα έργα του μετρό, έκλεισε δώδεκα χρόνια για επισκευές και επαναλειτουργεί από το 2011.
της Χαράς Τζαναβάρα*
Το πολύβουο ανθρώπινο μελίσσι που την κατακλύζει ολόκληρο το 24ωρο γνωρίζει πολύ λίγα για την ιστορική πλατεία με τα «χίλια», πολλά άγνωστα, ονόματα.
Είναι το αγαπημένο Μοναστηράκι, το οποίο στα χρόνια του Οθωνα ήταν η πλατεία της Παλιάς Στρατώνας και λίγο αργότερα απέκτησε πολλά παρατσούκλια, όπως «Αμπατζίδικα» αφού στη γύρω περιοχή λειτουργούσαν μικρά υφαντήρια αμπά, «τσαρουχάδικα» και «τζιερτζίδικα» από τα μαγαζάκια που πρόσφεραν τζιέρι (τηγανητά συκωτάκια), τους μακρινούς προγόνους των σημερινών σουβλατζίδικων.
Σηματοδοτούσε το Κάτω Παζάρι με τα δεκάδες μικρομάγαζα τροφίμων που λειτουργούσαν στους γύρω δρόμους, και κυρίως στην οδό Πανδρόσου, από την οθωμανική κατοχή ώς το 1835 και τη μεγάλη πυρκαγιά που οδήγησε στη μεταφορά του στον σημερινό χώρο της Βαρβακείου αγοράς.
Ήταν η αθηναϊκή αγορά, που προκαλούσε θαυμασμό στους περιηγητές γιατί απέπνεε κάτι ανάμεσα σε Ευρώπη και Ανατολή.
Παρέμεινε ώς τα τέλη του 19ου η εμπορική, αλλά δευτεροκλασάτη, καρδιά της πρωτεύουσας που όφειλαν να επισκεφτούν οι νεοφερμένοι επισκέπτες από την επαρχία για να αγοράσουν «ευρωπαϊκά» ρούχα.Για τις ανάγκες τους στήθηκαν στις δύο πλευρές της Ερμού τα χάνια, τα πρώτα πανδοχεία, ενώ στην οδό Αθηνάς στάθμευαν οι τροχήλατες άμαξες, οι πρόδρομοι των ταξί, που έκαναν δρομολόγια ώς τη Θήβα.
Διαχρονικό σημείο συνάντησης
Το Μοναστηράκι αποτελεί όμως διαχρονικό σημείο συνάντησης πολιτισμών και θρησκειών, καθώς στα περιορισμένα γεωγραφικά του όρια συνυπάρχουν η αρχαία Αθήνα, τα πιο σημαντικά δείγματα της ρωμαϊκής περιόδου, το Βυζάντιο και το Ισλάμ με το σωζόμενο τζαμί του βοεβόδα Τζισδαράκη που κατασκευάστηκε το 1759.
Εδώ βρίσκεται και το πολυτραγουδισμένο Γιουσουρούμ, που σημαίνει «άνθρωπος του Θεού» και πήρε το όνομά του από Εβραίο έμπορο, ο οποίος υπήρξε ιδρυτικό μέλος του σωματείου παλαιοπωλών.
Πολλά ονόματα είχε και η εκκλησία που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Ηταν η Παναγιά η Αθηνιώτισσα και η Παντάνασσα που με αυτό καταγράφηκε στη λαϊκή συνείδηση.
Οι καθηγητές της Αρχαιολογίας, Αναστάσιος Ορλάνδος και Γεώργιος Σωτηρίου, υπολογίζουν με βάση την αρχιτεκτονική της ότι κατασκευάστηκε στα τέλη του 8ου ή στις αρχές του 9ου αιώνα, άλλοι όμως μελετητές την τοποθετούν στον 11ο αιώνα.Σε κάθε περίπτωση περιλαμβάνεται στις παλιότερες εκκλησίες της πρωτεύουσας.
Ο Δημήτριος Καμπούρογλου αναφέρει ότι στην αρχή ήταν ιδιόκτητος ναός όπως και οι περισσότεροι που είχαν χτιστεί στην Αθήνα τον 15ο αιώνα χάρη στα προνόμια που είχε παραχωρήσει ο Μωάμεθ ο Πορθητής σε ένδειξη σεβασμού προς τη μακραίωνη ιστορία της πόλης.
Ανήκε στον πλούσιο Αθηναίο Νικόλαο Μπονεφατσή, για τον οποίο δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες.
Άγνωστο είναι και πώς εξελίχθηκε σε καθολικό, στην κεντρική εκκλησία, το βυζαντινό Μεγάλο Μοναστήρι που κάλυπτε ολόκληρη τη σημερινή πλατεία και έφτανε ώς τη διασταύρωση των οδών Αθηνάς και Αγίας Ειρήνης.
Στην αρχή ήταν αντρικό μοναστήρι, αλλά αργότερα σε πατριαρχικό σιγίλιο του 1678 αναφέρεται ως «γυναικείον καταγώγιον» και αποτελεί μετόχι της πανίσχυρης Μονής Καισαριανής.
Εκτός από τα κελιά που υπήρχαν στην περίμετρό του, διέθετε υφαντήρια και άλλους χώρους οικοτεχνίας, ενώ πρόσφερε στέγη και εργασία σε απροστάτευτες γυναίκες από όλη την Ελλάδα.Επί της Βραχείας οδού, που ήταν έξω από τον περίβολο, η μονή διέθετε μικρά μαγαζιά και τα νοίκιαζε σε εμπόρους.
Η ίδια βυζαντινή εκκλησία ακολουθεί τον μεταβατικό τύπο της τρίκλιτης βασιλικής που πρωτοεμφανίζεται στη Μεσοποταμία στο τέλος της παλιοχριστιανικής περιόδου.Διαθέτει ξύλινη στέγη, τρούλο και τρεις διαδρόμους από τους οποίους ο μεσαίος αναπτύσσεται σε υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με τους άλλους δύο.
Έχει ενδιαφέρον ότι δεν ακολουθεί την τυπική αθηναϊκή ναοδομία αλλά χτίστηκε με ακανόνιστους λίθους ανάμεσα στους οποίους παρεμβάλλονται υλικά από παλαιοχριστανικούς ναούς, ενώ στις τέσσερις γωνίες του έχει εντοιχιστεί από ένα αρχαιοελληνικό κιονόκρανο.
Κατεδαφίστηκαν τα μοναστηριακά κελιά
Μετά την απελευθέρωση της Αθήνας και την ανάδειξή της σε πρωτεύουσα, αποτελούσε μία από τις συνολικά δέκα ενορίες.Είναι άγνωστο πότε ήρθε η παρακμή, αλλά το 1868 το Μεγάλο Μοναστήρι είχε ήδη υποβαθμιστεί σε μοναστηράκι.
Πιθανότατα οι αλλαγές αλλά και η μεγάλη φωτιά στο Κάτω Παζάρι να συνδέονται με τις απαλλοτριώσεις που είχαν γίνει το 1885 για να αναδειχθούν οι σπουδαίες αρχαιότητες της Ρωμαϊκής αγοράς στη νότια πλευρά της οδού Αδριανού.
Δέκα χρόνια μετά και ένα χρόνο πριν από τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896, ολοκληρώθηκε η κατασκευή του ομώνυμου σταθμού του Ηλεκτρικού που συνδέθηκε με την πρώτη επέκταση της αρχικής, τότε ατμοκίνητης, γραμμής Πειραιάς-Θησείο.
Την ίδια εποχή κατεδαφίστηκαν τα μοναστηριακά κελιά που έδωσαν τη θέση τους στην πλατεία, ενώ το 1911 υλοποιήθηκε η δεύτερη παρέμβαση από τον αρχιτέκτονα Ι. Κολλιάτη, η οποία επέφερε μεγάλες αλλαγές στην πρόσοψη του ναού και την προσθήκη του… ανορθόδοξου καμπαναριού που μοιάζει να το επισκιάζει με τον όγκο του.
Η τοιχοποιία του ναού δέχτηκε το πρώτο «χτύπημα» στους σεισμούς του 1999. Σε συνδυασμό με τα προβλήματα που προκάλεσε η κατασκευή της σήραγγας του μετρό κάτω από την Ερμού, χρειάστηκε να κλείσει ώς τον Σεπτέμβριο του 2011 για να γίνουν σωστικές εργασίες, οι οποίες έφεραν στην επιφάνεια υπέροχες τοιχογραφίες του 16ου αιώνα που είχαν καλυφθεί από επιχρίσματα.
Ξεχωριστή θέση έχουν οι φορητές εικόνες, πολλές από τις οποίες έχουν φιλοτεχνηθεί από τον Φώτη Κόντογλου, το ξυλόγλυπτο τέμπλο και πολύτιμα ευαγγέλια που έχουν εκδοθεί στη Βενετία.
Οι επιχώσεις
Ο βυζαντινός ναός βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με τους γύρω δρόμους λόγω των επιχώσεων που είχε προκαλέσει από αιώνες ο Ηριδανός. Η κοίτη του εντοπίστηκε με τα έργα του μετρό και ένα τμήμα της έχει αναδειχτεί και είναι ορατό από τους επισκέπτες. Κατά την τουρκική κατοχή στη νότια πλευρά της σημερινής πλατείας υπήρχε κρήνη και το Κάτω Σιντριβάνι.
Η εικόνα
Από θρησκευτικές πηγές προκύπτει ότι στην Παντάνασσα υπήρχε η εικόνα της Γοργοεπηκόου, που διασώζεται στον Αγιο Γεώργιο στο Κάιρο. Ακολουθεί τον αρχαιοελληνικό τύπο και παραπέμπει στη θεά Αθηνά, απεικονίζοντας την Παναγία ολόσωμη και μόνη της.
Η παράδοση
Το Μοναστηράκι από τα μέσα του 19ου αιώνα φιλοξενούσε αυτοσχέδιες παραστάσεις θαυματοποιών, ακροβατών και παλαιστών. Η άτυπη παράδοση συνεχίζεται ως σήμερα, καθώς νεανικές ομάδες παρουσιάζουν συχνά το ταλέντο τους στο διαμορφωμένο πλακόστρωτο, που θυμίζει Βυζάντιο, και στην ξύλινη διαμόρφωση που καλύπτει τα συστήματα εξαερισμού του μετρό.