Στη γωνία Σόλωνος και Μαυρομιχάλη, ο ήλιος του χειμωνιάτικου απογεύματος είχε μελώσει τη μεγάλη πολυκατοικία από την καρδιά του 20ού αιώνα. Την παρέδιδε στα βλέμματα χρυσή, ευάλωτη, σχεδόν εξωπραγματική.
του Νίκου Βατόπουλου
Είχα περπατήσει από την Ακαδημίας, περνώντας από το πιο άχαρο κομμάτι της Μαυρομιχάλη, με το αιώνιο εργοτάξιο της οικίας Τσίλλερ και το μεγάλο οικόπεδο-πάρκινγκ. Στο βάθος, η παλιά πολυκατοικία, λουσμένη στο φως, ήταν σαν στέμμα ή σαν κάστρο στην άκρη μιας όχθης.
Ολα αυτά δεν θα ήταν παρά αποκυήματα φαντασίας αν δεν τα είχα μπροστά μου, ανοικτά στην ιδιωτική ερμηνεία τους. Καθώς το φως άλλαζε γοργά και μετέβαλλε τις κλίμακες όσο μαλάκωνε και σκλήρυνε τους όγκους των κτιρίων, ξανακοίταξα την πολυκατοικία που γέμιζε τον άξονα του βλέμματός μου για να αναλογιστώ την ηλικία της. Ισως να ήμασταν συνομήλικοι, πάνω κάτω, ένα προϊόν και αυτή της ανασυγκρότησης και της αισιοδοξίας εκείνων των μακρινών χρόνων… Εστεκε με όλες τις στρώσεις των καυσαερίων από τότε που χτίστηκε, παρά ταύτα το θέαμά της μου προξενούσε αισθήματα συμπάθειας αν όχι και συμπόνιας. Ηταν κομμάτι της αθηναϊκής περιπέτειας.
Βάθαινε ο χρόνος στο σώμα της πόλης, με τρόπο απρόσμενο, όπως γίνεται πάντα, και αναμόχλευε τα βλέμματα των γενεών. Σκεφτόμουν ποιους συλλογισμούς μπορεί να έκανε ένας στοχαστικός 70χρονος το 1960 στην πλατεία Συντάγματος ή στην Ομόνοια. Ενας, δηλαδή, Αθηναίος γεννημένος το 1890 που θα είχε βιώσει με άλλον τρόπο τους κύκλους του άστεως, που θα ήταν παιδί στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες και που θα ένιωθε ότι τα χρόνια που ξυπνούσε εκείνος ως ενήλικας στην πόλη είχαν ήδη κυλήσει σε μια ασαφή και θολή χοάνη αναμνήσεων. Αυτές οι δίνες του χρόνου κάνουν την αστική εμπειρία βαθιά, πολύσημη, επώδυνα προσφιλή.
Αν δει κανείς την Αθήνα μέσα από τις διαστολές και τις συστολές του χρόνου, το χθες, το παρόν και το αύριο μπορεί να συγκατοικούν ή να απομακρύνονται κατά περίπτωση. Και τα ίδια τα αθηναϊκά κτίρια, παλιά και νεώτερα, περικαλλή και ασήμαντα, λαμπρά και ταπεινά, υποκύπτουν σε έναν κανόνα, στο μέτρο του ανθρώπινου βίου. Υποτάσσονται στο βλέμμα που επεξεργάζεται την πόλη, που φέρει τις δικές του αναφορές, τις δικές του εμπειρίες, τα δικά του ερμηνευτικά εργαλεία… Ετσι, λοιπόν, καθώς έβλεπα αυτήν την πεπαλαιωμένη, πλέον, πολυκατοικία, γωνία Σόλωνος και Μαυρομιχάλη, ήξερα ότι την έβλεπα χωρίς τον θαυμασμό, ενδεχομένως, που προξενούσε σε όσους έμπαιναν με το κλειδί στο χέρι στην ολοκαίνουργια, κάποτε, οικοδομή. Την έβλεπα με την ασφάλεια μιας απόστασης και με την ευελιξία μιας αστικής φαντασίωσης.
Το 2017 ανατέλλει χωρίς τη ζείδωρη και ευεργετική μελλοντολογία και πίστη στο αύριο που είχαν άλλα έτη-ορόσημα (1900 – 1950 – 2000). Και αυτό εκ πρώτης όψεως το θαμπώνει ή το υποτιμά. Ωστόσο, ας κρατήσουμε ως υποσημείωση το βλέμμα που θα μπορεί να απλώνει στα δικά μας χρόνια ο στοχαστικός διαβάτης του 2050 ή του 2100. Τότε, θα μιλούν για το πόσο γρήγορα περνούν στη λήθη οι πρώτες δεκαετίες του 21ου…
Έντυπη Καθημερινή