Η τελευταία ταινία του Ασγκάρ Φαραντί είναι ένα ακόμα must-see της νέας σεζόν και η τελευταία του Μπεν Αφλεκ είναι ένας φόρος τιμής στην αρχετυπική γκανγκστερική περιπέτεια του Χόλιγουντ
του Γιάννη Ζουμπουλάκη*
«Ο εμποράκος» («The salesman», Ιράν, 2016)
Πώς μια καλοβαλμένη οικογένεια νέων ανθρώπων της Τεχεράνης θα μπορούσε από τη μια στιγμή στην άλλη να βρεθεί στο χάος και υπό πλήρη διάλυση μη μπορώντας να ξαναβρεί την τάξη στη ζωή της; Ενα από τα δεκάδες ερωτήματα που τίθενται στην τελευταία, πολύ σημαντική ταινία του Ασγκάρ Φαραντί «Ο εμποράκος» («The salesman», Ιράν, 2016) στην οποία το σπαραξικάρδιο θεατρικό έργο του Αρθουρ Μίλερ «Ο θάνατος του εμποράκου» παίζει, όχι μόνο έμμεσα αλλά και άμεσα, κάποιον ρόλο.
Συναντάμε την οικογένεια την εποχή που πρέπει να αλλάξει σπίτι εξαιτίας της εκκένωσης του κτιρίου όπου μένει. Η μετακόμιση γίνεται, αλλά νέα προβλήματα εμφανίζονται στο καινούργιο σπίτι και το βασικότερο επικεντρώνεται στη μυστηριώδη εισβολή ενός ηλικιωμένου ανθρώπου την ώρα που η γυναίκα βρίσκεται μόνη στο σπίτι. Ο σύζυγός της (Σαχάμπ Χοσεϊνί, βραβείο ερμηνείας στο περυσινό Φεστιβάλ Καννών), που ανεβάζει μια παράσταση του «Θανάτου του εμποράκου» με τον ίδιο στον ρόλο του Γουίλι Λόμαν, αναλαμβάνει δράση, δείχνει αποφασισμένος να πάρει το αίμα του πίσω, να εκδικηθεί, να προκαλέσει πόνο.
Ωστόσο πόσο σίγουροι είναι όλοι τους για την ενοχή του «εισβολέα»;
Ιδού το παράξενο «τερέν» της ιστορίας που τόσο έντεχνα στήνει ο Φαραντί, διεισδύοντας σαν ταύρος σε υαλοπωλείο στον ψυχισμό των ηρώων του. Απόκρυφα μυστικά, κρυφές ζωές, ενοχές, ηθικά διλήμματα, απανωτές ανατροπές. Σκηνές γνήσιας αμηχανίας, όπου ο διαχωρισμός δικαίου – αδίκου είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας, η αλήθεια και το ψέμα σε διαρκή σύγκρουση.
Είναι πραγματικά απίστευτο το πόσα μπορεί να χωρέσει ο Φαραντί μέσα στον περιορισμένο χώρο ενός διαμερίσματος χωρίς να πέσει σε καμία σεναριακή παγίδα. Αντιθέτως, καταφέρνει να κλιμακώσει την ταινία και να κρατά τον θεατή σφιχτά από το χέρι, με κομμένη την ανάσα. Μέσα από την ιστορία του «Εμποράκου» ο ιρανός σκηνοθέτης καθρεφτίζει τον ίδιο τον θεατή.
Τέταρτη ταινία που ο ηθοποιός Μπεν Αφλεκ υπογράφει ως σκηνοθέτης, ο «Νόμος της νύχτας» («Live by night», ΗΠΑ, 2016) είναι ένα πληθωρικό, λαμπρό γκανγκστερικό έπος περιόδου (ποτοαπαγόρευση) με όλα τα χαρακτηριστικά που μπορούν να προσθέσουν έλξη στη θέασή του. Η δράση μοιράζεται ανάμεσα στη Βοστώνη και στην Τάμπα της Φλόριδας, τα δύο σημεία της Αμερικής που θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην πορεία του Τζο Κάφλιν (Αφλεκ).
«Εφυγα στρατιώτης και ήρθα παράνομος» λέει ο Τζο μετά την επιστροφή του από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γιος υψηλόβαθμου αστυνομικού (Μπρένταν Γκλίζον), ο Τζο είναι άνθρωπος που προτιμά να μην έχει κανέναν στο κεφάλι του, παρότι θα γίνει το πρωτοπαλίκαρο ενός ιταλού αρχιμαφιόζου ύστερα από τη σύγκρουσή του με τον αντίστοιχό του Ιρλανδό. Είναι φιλόδοξος, μπορεί να γίνει ακόμα και αδίστακτος. Αν και έχει ηθικές αρχές, το τίμημα που θα πληρώσει είναι μεγάλο.
Βασισμένο στο μυθιστόρημα του Ντένις Λιχέιν, συγγραφέα που γνωρίζει πολύ καλά τον τόπο του, τη Βοστώνη, και τον έχει χρησιμοποιήσει σε όλα του σχεδόν τα μυθιστορήματα («Εκείνη την ημέρα», «Σκοτεινό ποτάμι», «Το νησί των καταραμένων»), το φιλμ του Αφλεκ με κέρδισε με τον γνήσια ρετρό αέρα του, την εξαιρετική φωτογραφία του Ρόμπερτ Ρίτσαρντσον και την όλη ανάπλαση της εποχής που έγινε χειροποίητα.
Βαθμολογία 5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη, -: χωρίς άποψη