Ένας λαός ευχαριστημένος, ένας λαός χαρούμενος, είναι διά τον ενάρετον άνθρωπον το πουλιό ευχάριστο θέαμα. Μα όταν βλέπη κανείς πως η χαρά εκείνη θ’ ακολουθηθή γλήγορα από γενική βλάβη του λαού του ίδιου, επειδή ‘μιάζει καθ’ όλα με τη χαρά του νήπιου όταν χαίρεται πως έπιασε και κρατεί το φίδι, τι πονόκαρδο δεν κάνει μία τέτοια χαρά!
Μία μασκαράδα εγίνηκε μια φορά στη Ρώμη, η οποία, για την πολλή της ομοιότητα με τα πράμματά μας αξίζει v’ αναφερθή.
Μία συντροφιά μασκαράδες εβγήκανε με πιάτα γιομάτα μιστόπητα˙ κ’ εφαινότουνε πως, από καλοσύνη τους, ηθέλανε να φιλέψουνε τον λαόν. Ο λαός έτρεξε˙ καθένας εκαμπύλωνε το δάχτυλό του, εβούταε κ’ έχαφτε. Μα δεν αργήσανε να τραβηχθούν κατά μέρος, και ντροπιασμένοι, να ξεράσουνε. Η μιστόπητα εκείνη δεν ήτανε όλη μιστόπητα, Απ’ όξου, ναι, το κουλούμι ήτανε πετσομένο με μιστόπητα μα μέσαθε ήτανε κάτι άλλο πράμμα πολύ δυσάρεστο…
Λαέ απατημένε, άμποτε τα πράμματα νάλθουνε σε τρόπο, που να μην πληρώσεις ποτέ την ποινήν της απάτης σου. Αλλ’ αν ευρεθής υποχρεωμένος μια μέρα να ξεράσης τα όσα έχαψες, θελ’ ιδείς τότε, εξετάζοντας ένα ένα, πως δεν ήτανε όλα μιστόπητες.
ΛΑΟΣ ΚΑΙ ΛΑΟΠΛΑΝΟΙ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ (1811-1901)