Πάμε σινεμά (Οι ταινίες της εβδομάδας 12-3-2017)

0
Ο θηριώδης Κινγκ Κονγκ ανανεωμένος και με περισσότερο χιούμορ απ’ ό,τι μέχρι σήμερα
του Γιάννη Ζουμπουλάκη*

«Κονγκ: Η Νήσος του Κρανίου» («Kong Skull Island», ΗΠΑ, 2017)

Στη χούφτα του Κινγκ Κονγκ έχουν βρεθεί η Φέι Ρέι το 1933, η Τζέσικα Λανγκ το 1977, η Ναόμι Γουότς το 2010 και από αυτήν την Πέμπτη η Μπρι Λάρσον στο «Κονγκ: Η Νήσος του Κρανίου» («Kong Skull Island», ΗΠΑ, 2017). Είναι η τελευταία και αρκετά παραλλαγμένη συγκρινόμενη με τις προηγούμενες βερσιόν του Τζόρνταν Βογτ-Ρόμπερτς με τη δράση να τοποθετείται αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου στο Βιετνάμ, όταν μια ετερογενής ομάδα εξερευνητών θα βρεθεί για στρατιωτικούς λόγους σε κάποιο αχαρτογράφητο νησί του Ειρηνικού όπου θα συναντήσει όχι μόνον τον Κονγκ αλλά και μια σειρά άλλων υπερφυσικού μεγέθους τέρατα. Οπότε το μακελειό αρχίζει.
Η στρατιωτική παράνοια που εκφράζεται στο πρόσωπο του Σάμιουελ Λ. Τζάκσον είναι μια σαφής αλληγορία για τον πόλεμο του Βιετνάμ και το χιούμορ δεν απουσιάζει με σκηνές όπως η καταβρόχθιση ενός ανθρώπου από τον γορίλα που ακολουθείται από την όλο βουλιμία δαγκωματιά ενός τοστ από ένα άλλο μέλος της αποστολής. Υπάρχει όμως και μια σινεφιλική διάθεση στην ταινία, με αναφορές σε άλλες ταινίες όπως το «Δυο λιοντάρια στον Ειρηνικό», ένα αντιπολεμικό έργο του 1970 με τον Λι Μάρβιν και τον Τοσίρο Μιφούνε μονομάχους και αργότερα φίλους στο ερημωμένο νησί όπου έχουν καταλήξει κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Εν προκειμένω, στο «Κονγκ: Η νήσος του Κρανίου», υπάρχει ένας επιζήσας του Β’ Παγκοσμίου, ο Τζον Ράιλι, ο χαρακτήρας που προσθέτει την περισσότερη συγκίνηση αλλά και το γέλιο στην ταινία η οποία, χωρίς να αποτελεί κάτι σπουδαίο, προσφέρεται για καλή ψυχαγωγία (παίζουν επίσης Τομ Χίντλστον, Τζον Γκούντμαν). Βαθμολογία: 3
«Συνωμοσία της σκιάς» («La mécanique de l’ombre», Γαλλία, 2016)
Στη «Συνωμοσία της σκιάς» («La mécanique de l’ombre», Γαλλία, 2016), πρώτη μεγάλου μήκους ταινία τού πολλά υποσχόμενου Τομά Κουϊτόφ, ο Φρανσουά Κλιζέ 100% εντός ρόλου υποδύεται έναν σιωπηλό, συνεσταλμένο λογιστή που όταν χάνει τη δουλειά του κάνει το λάθος και δέχεται την πρόταση ενός μυστηριώδη τύπου (Ντενί Πονταλιντέ): να αποκρυπτογραφεί απόρρητες συνομιλίες για τις γαλλικές μυστικές υπηρεσίας.
Το αποτέλεσμα είναι να μπλέξει σε ένα θανάσιμο κυνηγητό γάτας – ποντικού το οποίο δεν αφήνει σε ησυχία ούτε τον ήρωα ούτε όμως και τον θεατή που παρακολουθεί με όρεξη αυτή την άκρως γοητευτική και σκοτεινή περιπέτεια μυστηρίου. Στα συν της, το ότι ο Κουϊτόφ δεν κρύβει τις επιρροές του, το σινεμά που αγαπά. Η ταινία έχει κάτι από την ελκυστική παράνοια των κλασικών αμερικανικών ταινιών της δεκαετίας του 1970, από την «Υπόθεση Πάραλαξ» του Αλαν Τζ. Πάκουλα μέχρι τη «Συνομιλία» του Φράνσις Κόπολα. Αν το φινάλε της ήταν λιγάκι πιο οργανωμένο σεναριακά (δεν πείθει και τόσο), η βαθμολογία μου θα ήταν ένα «γεμάτο» 4. Βαθμολογία: 3
«Βερολίνο, αντίο» («Tschick», Γερμανία, 2016»),
Ενα ευχάριστο «παιχνιδάκι» για τον γερμανό τουρκικής καταγωγής Φατίχ Ακίν το «Βερολίνο, αντίο» («Tschick», Γερμανία, 2016»), ταινία δρόμου με πιτσιρικάδες, κλάσεις ανώτερη από το αποτυχημένο, φιλόδοξο έπος του «Η μαχαιριά» (2014). Οι δύο ήρωες διασχίζουν την επαρχιακή Γερμανία μέσα στο σαραβαλάκι τους και είναι έτοιμοι για δράση· άγουροι μεν, θαρραλέοι δε. Ανάμεσα από τις γραμμές διακρίνεις την εύστοχη ματιά ενός έξυπνου σκηνοθέτη που σχολιάζει με τον δικό του, διασκεδαστικό τρόπο το μεταναστευτικό ζήτημα, χωρίς ποτέ να σηκώνει ψηλά το δάχτυλο για να κάνει κήρυγμα, ή να έχει την ανάγκη ηθικοπλαστικών μηνυμάτων που θα έκανε το όλο εγχείρημα βαρετό. Συγχρόνως, μια ταινία που δείχνει πόσο καλά μπορούν να παίξουν δύο έφηβοι στα χέρια ενός ικανού σκηνοθέτη. Τόσο ο Γερμανός Τρίσταν Γκόμπελ όσο και ο μετανάστης Αναντ Μπάτμπιλεγκ έχουν έναν αέρα στο παίξιμό τους που πραγματικά σε συναρπάζει. Κι αυτό είναι δουλειά του Ακίν. Βαθμολογία: 2 ½
«Park» (Ελλάδα, 2016)
Απόπειρα στην μεγάλου μήκους ταινία όμως κάνει και η Σοφία Εξάρχου με το «Park» (Ελλάδα, 2016), μια ματιά στη ζωή λούμπεν παιδιών της Αθήνας των ημερών μας που σαν τα ποντίκια περνούν την ώρα τους μέσα στους χώρους του πάλαι ποτέ «ένδοξου» Ολυμπιακού Χωριού, το οποίο έχει καταλήξει κρανίου τόπος. Η ωμή, «χύμα» κινηματογράφηση της Εξάρχου έχει ενδιαφέρον (ενδεχομένως η κινηματογράφηση να κινούσε την περιέργεια του Πιερ Πάολο Παζολίνι), αν και το σενάριο είναι εμφανώς αδύναμο καθώς ο υποτιθέμενος κορμός της ταινίας, η σχέση ενός κοριτσιού με ένα αγόρι, δεν αξιοποιείται όπως κανείς θα περίμενε. Πέντε λεπτά πλοκή, 90 εικονογράφηση της ζωής στο περιθώριο. Σίγουρα όμως βρισκόμαστε μπροστά σε μια ταλαντούχα σκηνοθέτρια «με μάτι» που πολύ πιθανόν κάποια στιγμή να υπογράψει κάτι το πραγματικά μεγάλο.Βαθμολογία: 2 ½
«Καταπληκτικές γυναίκες» («20th Century women», ΗΠΑ, 2016)
Προσέξαμε περισσότερο την ταινία «Καταπληκτικές γυναίκες» («20th Century women», ΗΠΑ, 2016) όταν κέρδισε μια υποψηφιότητα για το Οσκαρ σεναρίου γραμμένου κατευθείαν για την οθόνη (δίπλα στον «Αστακό» των Γιώργου Λάνθιμου, Ευθύμη Φιλίππου). Οχι ότι εκπλαγήκαμε βέβαια. Ο σκηνοθέτης του «Beginners» Μάικ Μιλς εστιάζει στα πρώτα χρόνια της εφηβείας ενός αγοριού (Λούκας Τζέιντ Ζούμαν) που μεγαλώνει στη Σάντα Μπάρμπαρα της εκπνοής της δεκαετίας του 1970 δίπλα σε γυναίκες· το πόσο καταπληκτικές είναι, ζήτημα του καθενός. Μια απελευθερωμένη μητέρα (Ανέτ Μπένινγκ) που προσπαθεί να δώσει τον καλύτερο εαυτό της για το παιδί αλλά δεν ξέρει πώς, μια νοικάρισσα – φρικιό στο ίδιο σπίτι που τον μυεί στην πανκ ροκ (Γκρέτα Γκέρουιγκ), μια κοπέλα (Ελ Φάνινγκ) που τον θέλει – ή μήπως όχι; Χαλαρή ταινία, κάπως φλύαρη και επαναλαμβανόμενη σε αυτό που θέλει να πει, με διάσπαρτες εικόνες από επεισόδια της ζωής του παιδιού, άλλα με ενδιαφέρον άλλα όχι. Βαθμολογία: 2
Βαθμολογία 5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη, -: χωρίς άποψη
 *Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στο http://www.tovima.gr/

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.