Στην αρχή το κλείσιμο των τραπεζών και η επιβολή κεφαλαιακών περιορισμών ήταν μια σύντομη παρένθεση, μια μικρή ανωμαλία που γρήγορα θα διορθωνόταν. Οι τράπεζες θα ανοίξουν την Τρίτη, λίγο μετά το δημοψήφισμα, διαβεβαίωνε ο τότε υπουργός Οικονομικών το καλοκαίρι του 2015.
του Γιάννη Παπαδόγιαννη
Στις 17 Σεπτεμβρίου 2015 ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας δήλωνε ότι στις αρχές 2016 θα υπάρξει άρση των capital controls. Λίγο μετά (20/12/15) μιλώντας στους Financial Times εμφανιζόταν σίγουρος ότι η χώρα θα άρει όλα τα εναπομείναντα capital controls έως τον Μάρτιο του 2016. Κατόπιν, τον Μάρτιο 2016, ο πρωθυπουργός δήλωνε ότι το αργότερο μέχρι το τέλος του 2016 τα capital controls θα τερματιστούν! Στο ίδιο μήκος κύματος και πολλά άλλα κυβερνητικά στελέχη.
Σήμερα, 21 μήνες από την έναρξη της ειδικής τραπεζικής αργίας και την, από 18 Ιουλίου 2015, επιβολή περιορισμών στις αναλήψεις μετρητών και στις μεταφορές κεφαλαίων, δεν γίνεται, σχεδόν καθόλου, κουβέντα για το πότε θα τερματιστούν.
Σαν να είναι η φυσική κατάσταση της οικονομίας. Οι ψυχολόγοι χρησιμοποιούν τον όρο σύνδρομο της Στοκχόλμης για να περιγράψουν σύνθετες ψυχολογικές καταστάσεις κατά τις οποίες ο όμηρος αρχίζει και τρέφει συναισθήματα συμπάθειας προς τους απαγωγείς του. Το σύνδρομο πήρε το όνομά του ύστερα από μια ληστεία τράπεζας στη Στοκχόλμη το 1973 και, όπως εξηγούν ψυχολόγοι, περιγράφει καταστάσεις κατά τις οποίες το θύμα, εξαιτίας της τρομοκρατίας που του ασκεί ο θύτης, «αποσυνδέεται» από το τεράστιο προσωπικό άγχος επιβίωσης που βιώνει και σταδιακά αρχίζει να τρέφει συναισθήματα συμπάθειας και να υιοθετεί ορισμένες πτυχές της προσωπικότητας του θύτη.
Έτσι και στην περίπτωσή μας, τα capital controls φαίνεται να έχουν μετατραπεί στη νέα κανονικότητα: όλο και σπανιότερα ακούμε για τις επιπτώσεις τους στην οικονομία, για τα προβλήματα που δημιουργούν στις επιχειρήσεις και στην επιχειρηματικότητα. Για το τι σημαίνει για μια σύγχρονη οικονομία να λειτουργεί με το τραπεζικό σύστημα σε καθεστώς capital controls. Αντίθετα, ακούμε αρκετά συχνά κάποιες θετικές πτυχές των κεφαλαιακών περιορισμών: ότι οδήγησαν σε μεγάλη αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών (Ιnternet banking, συναλλαγές μέσω κινητού, phone banking, ΑΤΜ κ.ά.) και του «πλαστικού χρήματος», το πόσα πολλά τερματικά αποδοχής συναλλαγών καρτών (POS) έχουν εγκατασταθεί σε επιχειρήσεις, ότι συμβάλλουν στη μείωση της φοροδιαφυγής κ.ά. Ολα καλά λοιπόν!
Οι τράπεζες, από καθεστώς επιλεκτικής χρεοκοπίας που βρέθηκαν με την επιβολή των capital controls, παραμένουν σήμερα σε αξιολόγηση CCC+, λίγο υψηλότερα από τον πάτο: τη χρεοκοπία. Πώς ακριβώς περιμένει η κυβέρνηση την έλευση επενδύσεων όταν το τραπεζικό σύστημα και η χώρα παραμένουν ένα βήμα πριν από τον γκρεμό; Πώς θα επιστρέψουν καταθέσεις ώστε οι τράπεζες να μπορέσουν να ανακτήσουν τον χρηματοδοτικό τους ρόλο δανειοδοτώντας και πάλι επιχειρήσεις και νοικοκυριά; Πώς θα μειωθούν τα επιτόκια και το κόστος χρήματος για τις επιχειρήσεις; Πώς θα πραγματοποιηθούν νέες επενδύσεις από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις; Ποιος ξένος προμηθευτής θα εμπιστευτεί μια νέα επιχείρηση όταν οι τράπεζες λειτουργούν υπό κεφαλαιακούς περιορισμούς; Πώς θα ανταγωνιστούν οι εγχώριες επιχειρήσεις όταν πρέπει να προπληρώνουν κάθε πρώτη ύλη, μηχάνημα ή άλλο υλικό που εισάγουν από το εξωτερικό; Πότε θα μπορέσουν οι καταθέτες να ανακτήσουν και πάλι τον απόλυτο έλεγχο των χρημάτων τους; Μέχρι πότε θα πρέπει ένας γραφειοκράτης να εγκρίνει το αν μπορείς να μεταφέρεις χρήματα στο εξωτερικό για να σπουδάσεις το παιδί σου; Ή για να αντιμετωπίσεις κάποιο ιατρικό ζήτημα;
Πότε λοιπόν θα αποχαιρετήσουμε τα capital controls; Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, αυτό θα απαιτήσει χρόνο και κυρίως προϋποθέτει να εμπεδωθεί μια βασική αίσθηση εμπιστοσύνης στους πολίτες ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας.
Κάτι που είναι εξαιρετικά αμφίβολο, δεδομένου ότι τα τελευταία 7 χρόνια είναι ζήτημα αν έχουν ολοκληρωθεί στην ώρα τους 2-3 αξιολογήσεις και η χώρα υπογράφει συμφωνίες και μετά κάνει τα πάντα, με τον ένα (διαπραγματεύσεις και καθυστερήσεις) ή τον άλλο τρόπο (πρόωρες εκλογές), για να μην τις υλοποιήσει. Σύμφωνα με το πρόγραμμα, η τρέχουσα αξιολόγηση θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί τον Φεβρουάριο του 2016!
Ετσι σήμερα αντί να συζητάμε για την επιστροφή της χώρας στις αγορές και την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, περιμένουμε, για άλλη μία φορά, το αν θα κλείσει η αξιολόγηση, αν θα μας «πιάσει» καλοκαίρι, αν ζήσουμε ξανά έναν εκτροχιασμό ανάλογο του 2015 κ.λπ. Ολα αυτά οδηγούν στην περαιτέρω αποδυνάμωση της εμπιστοσύνης και σε νέες σημαντικές εκροές καταθέσεων, καθιστώντας όνειρο καλοκαιρινής νυκτός την άρση των περιορισμών. Αντίθετα, εάν οι εκροές καταθέσεων συνεχιστούν με την ίδια ένταση, είναι πιθανό να δούμε αύξηση των CC!
πηγή:Έντυπη Καθημερινή
Οι αναδημοσιεύσεις Άρθρων Γνώμης , δεν απηχούν κατ’ ανάγκη και τις απόψεις της Ομάδας foroline-ADC.