Τις προάλλες, ο 16χρονος γιος της Κωνσταντίνας τη ρώτησε ενώ έτρωγαν βραδινό κάτι που την άγχωσε. «Mαμά, θα κάνω και εγώ καλοκαιρινό φροντιστήριο; Σωστά;». «Φυσικά», του απάντησε εκείνη χωρίς να προλάβει να το πολυσκεφτεί. Το βράδυ όμως δεν την έπαιρνε ο ύπνος
της Μαριάννας Κακαουνάκη
«Με έζωσαν τα φίδια, γιατί είχα ακούσει πως το πρόγραμμα αυτό κοστίζει 450 ευρώ, ποσό που δεν είχαμε υπολογίσει». Πρωί πρωί πήγε από το φροντιστήριο και επιβεβαίωσε την τιμή. «Μην ανησυχείτε, θα βρούμε τη λύση», της είπε ο ιδιοκτήτης όταν την είδε να πανικοβάλλεται.
Παρόμοιες καταστάσεις βιώνουν και άλλοι γονείς που μίλησαν στην «Κ» βλέποντας να έχει ακυρωθεί στην πράξη ο δωρεάν χαρακτήρας της δημόσιας εκπαίδευσης. «Σίγουρα δεν είναι ένα καινούργιο φαινόμενο, τα φροντιστήρια υπήρχαν πάντοτε, αλλά είναι πρωτόγνωρο το πόσο όλοι ζοριζόμαστε. Είναι το βασικό θέμα συζήτησης με τους άλλους γονείς», εξηγεί η Κωνσταντίνα.
Η ίδια είχε για χρόνια μια πολύ καλή δουλειά σε ένα μεγάλο κέντρο αισθητικής στην Αθήνα. Οταν αυτό έκλεισε συνέχισε να κάνει την ίδια δουλειά ιδιωτικά, σε σπίτια, αλλά με την κρίση άρχισε να χάνει τις πελάτισσές της. Πλέον κάνει κάποια μεροκάματα μαγειρεύοντας για μια ηλικιωμένη γυναίκα. Ο άνδρας της έχει μια μικρή μονάδα παραγωγής ζύμης. Πηγαίνει καλά, αλλά το τελευταίο διάστημα είναι πνιγμένος στους φόρους και τις υποχρεώσεις προς τρίτους.
Ο γιος της τελείωνε πέρυσι την Α΄ Λυκείου και διαβάζοντας για τις εξετάσεις με ένα φίλο του που είχε ήδη ξεκινήσει φροντιστήρια, της ανακοίνωσε πως ήθελε να ξεκινήσει και εκείνος.
Εκείνη έκανε μια έρευνα αγοράς και είδε πως οι τιμές κυμαίνονται μεταξύ 250-350 ευρώ τον μήνα για τη Β΄ Λυκείου (ανεβαίνει στα 450-600 ευρώ για την τελευταία χρονιά). «Τα βάλαμε κάτω να δούμε τι μπορούμε να κόψουμε. Ξεκινήσαμε από τα εύκολα, εξόδους, εκδρομές. Στη συνέχεια περιορίσαμε το σούπερ μάρκετ». Η πιο δύσκολη απόφαση όμως που αναγκάστηκαν να πάρουν ήταν να κόψουν τα μαθήματα αγγλικών της μικρότερης κόρης τους. «Οταν της το ανακοίνωσα, μου είπε πως θα συνεχίζει να διαβάζει από τα βιβλία του αδερφού της. Της υποσχέθηκα πως όταν ξαναβρώ μόνιμη δουλειά το πρώτο που θα επαναφέρουμε είναι αυτό. Ζορίστηκα πάρα πολύ, γιατί θέλω να δίνω στα παιδιά ίσες ευκαιρίες και για πρώτη φορά δεν τα κατάφερα».
Παρά τις περικοπές, είδε πως και πάλι με δυσκολία θα μπορούσε να είναι συνεπής. Πήγε στο φροντιστήριο για να δει μήπως αλλάζοντας το πρόγραμμα του γιου της μπορούσε να μειώσει και τα δίδακτρα. Ο ιδιοκτήτης έδειξε μεγάλη κατανόηση. «Πείτε μου εσείς πόσα μπορείτε να δίνετε», της είπε.
Τελικά δίνει τα μισά, χωρίς όμως να παίρνει απόδειξη. Κάτι που σύμφωνα και με άλλους γονείς που μίλησαν στην «Κ» είναι ένα μάλλον συχνό φαινόμενο ανεξαρτήτως της γενναιόδωρης έκπτωσης που εξασφάλισε η Κωνσταντίνα.
Ιδιαίτερα
Οι τιμές εκτοξεύονται για εκείνους που αντί φροντιστηρίου επιλέγουν να κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα. Τα δίδακτρα μπορεί να φτάσουν και τα 1.300 ευρώ τον μήνα (εννοείται χωρίς απόδειξη), ποσό που αντιστοιχεί στα δίδακτρα ενός ακριβού ιδιωτικού σχολείου. «Ξέρω γονείς που δεν έστειλαν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό για να μπορέσουν να τους προσφέρουν προετοιμασία για τις Πανελλήνιες με ιδιαίτερα», εξηγεί η Νατάσα Χαμηλοθώρη, μέλος ενός ιδιαίτερα ενεργού συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων σε σχολείο του Χολαργού. Και εκεί, ελάχιστοι είναι οι γονείς που δεν δυσκολεύονται να αντεπεξέλθουν.
«Συνήθως επιστρατεύονται οι γιαγιάδες και οι παππούδες να καλύψουν τα έξοδα εάν και ξέρω οικογένεια που πήρε δάνειο», εξηγεί.
Στο συγκεκριμένο σχολείο, εδώ και μερικά χρόνια κάποιοι καθηγητές προσέφεραν εθελοντικά ιδιαίτερα μαθήματα μετά το τέλος της σχολικής ημέρας για μαθητές που το χρειάζονταν, αλλά όταν διαπίστωσαν πως ο αριθμός των οικογενειών που το είχαν ανάγκη λόγω οικονομικής αδυναμίας μεγάλωνε, ξεκίνησε να λειτουργεί σε συνεργασία με τον δήμο το κοινωνικό φροντιστήριο.
Η κ.Χαμηλοθώρη το πρότεινε στην κόρη της, αλλά εκείνη δεν ήθελε καν να το σκεφτεί. «Για πολλά παιδιά δυστυχώς είναι ένα είδος ταμπού, σαν να δέχονται ένα είδος ελεημοσύνης και είναι κρίμα γιατί οι καθηγητές είναι πολύ έμπειροι, οι καλύτεροι που θα μπορούσαν να έχουν».
Η Ιφιγένεια Σχιστού, διευθύντρια του συγκεκριμένου σχολείου και υπεύθυνη του κοινωνικού φροντιστηρίου, επιβεβαιώνει πως υπάρχει μικρότερη από την αναμενόμενη συμμετοχή. Η ίδια θεωρεί πως ο λόγος είναι ότι στην Ελλάδα ό,τι είναι δωρεάν θεωρείται αυτόματα υποδεέστερο.
Και αυτό, όπως λέει, τη στιγμή που στα περισσότερα φροντιστήρια που έχουν μειωθεί οι τιμές γίνονται περικοπές που δεν μπορεί παρά να επηρεάζουν την ποιότητα της εκπαίδευσης. «Νέοι συνάδελφοι χωρίς εμπειρία δέχονται να δουλέψουν ουσιαστικά για ένα χαρτζιλίκι». Η αμοιβή συχνά είναι της τάξεως των 7 ευρώ την ώρα).
Κόβεται η ξένη γλώσσα
Ο Νίκος Παΐζης, ερευνητής στο Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, βλέπει πολλές από τις παραπάνω ιστορίες στις στατιστικές που αναλύει.
Οι δαπάνες για τα φροντιστήρια δεν έχουν αλλάξει ουσιαστικά παρά την κρίση. Για παράδειγμα το 2012 είχαν δοθεί συνολικά 486,5 εκατ., ενώ για το 2015 το ποσό ανέρχεται στα 478 εκατ. ευρώ. «Η διαφορά θεωρείται οριακή. Τα φροντιστήρια φαίνεται πως άντεξαν», σημειώνει.
Εκεί όμως που παρατηρείται μείωση είναι στα ποσά που διατίθενται στα ιδιαίτερα (το 2015 δαπανήθηκαν 239 εκατ. ευρώ, 8% λιγότερο από το 2012).
Αξιοσημείωτη πάντως είναι η μεγάλη μείωση στα ποσά που διαθέτουν πλέον οι γονείς για φροντιστήρια ξένων γλωσσών. Το 2015 δόθηκαν 340 εκατομμύρια ευρώ (27% λιγότερο από το 2012). «Είναι σαφές ότι προκειμένου να έχουν τα παιδιά την ευκαιρία να προετοιμαστούν για τις Πανελλήνιες, πολλοί γονείς αναγκάζονται να “κόψουν” την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας», καταλήγει ο κ. Παΐζης.
πηγή: Έντυπη Καθημερινή