Διακοπές στο νοτιότερο νησί των Δωδεκανήσων, με τις ωραίες μουσικές και τις υπέροχες γεύσεις, που… δεν έχει αλλάξει και πολύ τις τελευταίες δεκαετίες.
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΝΤΙΝΟΣ ΚΙΟΥΣΗΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ
Πίστευα πως το ταξίδι στο χρόνο ήταν αποκλειστικά επιστημονική φαντασία, αλλά τελικά δεν είναι. Μπορείτε να πάρετε, όπως κι εγώ, το καράβι από τον Πειραιά τώρα, και μετά από 24 ώρες να βρεθείτε στην Κάσο το 1959.Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή.
Η Κάσος είναι το νοτιότερο νησί των Δωδεκανήσων κάπου ανάμεσα στην Κρήτη και την Κάρπαθο. Καθώς πλησιάζετε με το καράβι, σας δίνει την εντύπωση ενός άγριου και γκρίζου όγκου που ορθώνεται καταμεσής του πελάγου. Και είναι ένας μεγάλος όγκος με έκταση 66 τετρ. χλμ. και ακτογραμμή 59 χλμ.
Μόλις το καράβι προσεγγίσει, η εντύπωση αλλάζει και το τοπίο «γλυκαίνει». Κατεβαίνετε στο Φρυ, που είναι το λιμάνι και η πρωτεύουσα της Κάσου. Θα βρείτε ξενοδοχείο, ενοικιαζόμενα δωμάτια, ταβέρνες, μικρά σούπερ μάρκετ και ψυγεία αναψυκτικών, ακόμα και τρία μπαράκια, αλλά μη σας μπερδέψουν αυτά. Βρίσκεστε στο 1959, τότε που ο τουρισμός δεν είχε ακόμη ανακαλύψει την Ελλάδα (ή και το αντίστροφο). Τότε που «λατρευόταν» ακόμα ο Ξένιος Ζευς, που το χαμόγελο των ανθρώπων έβγαινε εκ βαθέων, τότε που, όπου κι αν πήγαινες να φας, δεν έτρωγες απλώς καλά, αλλά σπιτικά καλά!
Αφήσαμε με τη Χριστίνα τα πράγματα στα δωμάτιά μας και βγήκαμε για να γνωρίσουμε την Κάσο, το νησί με τις 100 εκκλησίες.
Οι κάτοικοι είναι περίπου 1.000 και ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία, λιγότερο με την αλιεία και ελάχιστα με τη γεωργία. Μας εντυπωσίασε ο αριθμός των άσπαρτων χωραφιών και ρωτώντας μάθαμε πως δεν υπήρχαν νέοι να τα δουλέψουν. Κατά την περίοδο της Επανάστασης, οι κάτοικοί της έφταναν τις 12.000. Υστερα από το Ολοκαύτωμα και κατά την κατάληψη της Κάσου από τους Ιταλούς, το 1911, είχαν μειωθεί στις 6.700. Κατά την απογραφή του 1917 ο πληθυσμός της Κάσου έφτανε πια τους 1.855, καθώς πολλοί μετανάστευσαν στην ελεύθερη Ελλάδα και την Αίγυπτο. Το 1930 ο πληθυσμός είχε μειωθεί ακόμη περισσότερο, σε περίπου 1.200.
Το νησί, εκτός από το Φρυ, έχει άλλους τέσσερις οικισμούς: την Αγία Μαρίνα, το Πόλι («το» και όχι «η»), την Παναγία και το Αρβανιτοχώρι.
ΦΡΥ
Για την ονομασία του υπάρχουν δύο εκδοχές. Κατά την πρώτη, είναι από το σχήμα φρυδιού που έχει. Κατά την άλλη, είναι παραφθορά της λέξης Οθρυς. Ο οικισμός ιδρύθηκε το 1840 και τα πρώτα χρόνια κατά μήκος της παραλίας του Φρυδιού λειτουργούσαν ταρσανάδες, στους οποίους κατασκευάζονταν τα ξακουστά ξύλινα κασιώτικα ιστιοφόρα. Στο Φρυ υπάρχει το γραφικότατο ψαράδικο λιμανάκι της Μπούκας, αντίστοιχο με αυτό της Νάουσας της Πάρου. Πλάι βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος Τριμυθούντος του Θαυματουργού, που είναι ο πολιούχος της Κάσου και γιορτάζει στις 12 Δεκεμβρίου. Δυτικά, περίπου στα 500 μ., βρίσκεται ο Εμπορειός, το παλιό λιμάνι της Κάσου με τη μικρή του αμμουδιά, που είναι και η «επίσημη» πλαζ του νησιού.
ΠΟΛΙ
Είναι ο αρχαιότερος οικισμός της Κάσου, κτισμένος στα 200 υψόμετρο πάνω σε λόφο. Εκεί υπήρχε αρχαία ακρόπολη και στην περιοχή έχουν ανασκαφεί τάφοι του 4ου αιώνα π.Χ. Να δείτε τη βυζαντινή εκκλησία του Αγίου Ονουφρίου, που χρονολογείται από τον 12ο αιώνα.
ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ
Είναι ένας εκτεταμένος οικισμός (και ο πολυπληθέστερος της Κάσου), πάνω από το Φρυ, με αρκετές συνοικίες. Παλαιότερα ήταν πρωτεύουσα του νησιού και αποτελούσε έδρα της Δημογεροντίας.
ΑΡΒΑΝΙΤΟΧΩΡΙ
Απέχει περίπου 3 χλμ. από το Φρυ και είναι κτισμένο σε μια μικρή εύφορη πεδιάδα. Κατά την παράδοση, το Αρβανιτοχώρι εποικίστηκε κατά τον 16ο αιώνα από Αρβανίτες που ήλθαν στην Κάσο ύστερα από την ερήμωση της νήσου. Μια λαϊκή παράδοση, πάντως, θέλει το όνομα του χωριού να προέρχεται από έναν καπετάνιο κάτοικο του Αρβανιτοχωρίου, που ντυνόταν με φορεσιές αρβανίτικες. Στο κέντρο του χωριού δεσπόζει ο ναός του Αγίου Δημητρίου -ο καθεδρικός του Αρβανιτοχωρίου-, που κτίστηκε το 1864.
ΠΑΝΑΓΙΑ
Είναι το χωριό με τα καπετανόσπιτα σε ένα λόφο πάνω από τον Εμπορειό. Βέβαια τα περισσότερα σήμερα έχουν εγκαταλειφθεί, αλλά ακόμα κι έτσι, είναι πανέμορφα. Εδώ γίνεται το μεγαλύτερο πανηγύρι της Κάσου, κάθε Δεκαπενταύγουστο, στην εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1896), από όπου πήρε την ονομασία ο οικισμός. Κι εδώ θα δείτε και το πιο πολυφωτογραφημένο σημείο της Κάσου: τις περίφημες έξι εκκλησιές. Πρόκειται για έξι εκκλησάκια κτισμένα στη σειρά, και συγκεκριμένα του Αγίου Χαραλάμπους, του Μεγάλου Αντωνίου, της Αγίας Κάρας (Αποτομή της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου), της Αγίας Βαρβάρας, του Αγίου Ιωάννου και του Αγίου Νικολάου, αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας και Θαυματουργού. Λέγεται πως σε εκείνο το σημείο βρισκόταν κάποιος αρχαίος ναός των νυμφών.
ΠΑΡΑΛΙΕΣ
Πάρα πολλές και ωραίες, αλλά δυστυχώς δεν θα μπορέσετε να γνωρίσετε τις περισσότερες, εκτός αν διαθέτετε σκάφος ή… φτερά. Εκτός λοιπόν από τον Εμπορειό και τη μικρή παραλία μέσα στο Φρυ δίπλα από το λιμάνι, υπάρχει μια μικρή παραλία στον Αγιο Κωνσταντίνο και, λίγο πιο πέρα, οι τέσσερις συνεχόμενες βοτσαλωτές παραλίες της Αντιπεράτου. Στο Νότο βρίσκεται η μεγάλη παραλία του Χέλατρου μέσα στον ομώνυμο κόλπο, που δεν την πιάνει κανένας καιρός. Στο απέναντι νησάκι Αρμάθια υπάρχει εξαίρετη παραλία και, ω του θαύματος, υπάρχουν και καϊκάκια να σας πάνε!
ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
– Τα μοναστήρια του Αγίου Γεωργίου στις Χαδιές και του Αγίου Μάμα, προστάτη των ποιμνίων. Το πρώτο διαθέτει και μεγάλο ξενώνα.
– Τα σπήλαια του νησιού, την Ελληνοκάμαρα με το κυκλώπειο τείχος στην είσοδό της και τη Στηλοκάμαρα με τους πολλούς σταλακτίτες.
ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ο πλούτος της κασιώτικης μουσικής παράδοσης είναι εντυπωσιακά μεγάλος για το μέγεθος του νησιού. Το μουσικό ιδίωμα της Κάσου είναι το εξαιρετικό αποτέλεσμα της σύνθεσης επιρροών από την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, την αρχαιότητα και τη Δύση, καθώς το νησί υπήρξε σημαντικό σταυροδρόμι μεταξύ ανατολικής και δυτικής Μεσογείου. Τα όργανα που χρησιμοποιούνται από τους ντόπιους μουσικούς είναι κυρίως η δωδεκανησιακή λύρα και το λαούτο, όμως τα τραγούδια είναι τελείως ιδιαίτερα. Οι σκοποί, όπως τους ονομάζουν οι Κασιώτες, είναι λυρικοί στη μελωδία και λιτοί στη δομή, αποφεύγοντας τη ροπή προς την επίδειξη δεξιοτεχνίας, χωρίς πάντως αυτή να λείπει. Πολλοί Κασιώτες είναι διακεκριμένοι λαϊκοί δεξιοτέχνες, γεγονός που μπορεί κανείς να διαπιστώσει κάθε Σεπτέμβριο στη διεθνή συνάντηση λύρας και οργάνων με δοξάρι, που διοργανώνεται στο νησί. Δεν είναι τυχαίο που οι Κασιώτες είναι οι μόνοι τους οποίους παραδέχονται οι Κρητικοί λυράρηδες. Εμείς πάντως εκείνο το απογευματάκι στην Μπούκα μαγευτήκαμε ακούγοντας τον Σάββα Περσελή και τον μικρούλη Ανδριανό Χασαπλαδάκη.
ΚΟΥΖΙΝΑ
Μην πάτε στην Κάσο αν είστε σε δίαιτα. Η κουζίνα του νησιού προκαλεί το σύμπτωμα της «λυσσώδους ορέξεως» κι αν κάνετε δίαιτα θα θυμηθείτε το μαρτύριο του Ταντάλου. Πώς μπορεί να πει κανείς όχι στα μικρότερα και νοστιμότερα ντολμαδάκια του κόσμου; Πώς να πεις όχι στο μαύρο σουπιοπίλαφο, στις μακαρούνες με σιτάκα ή στα γιαχνιστά ροΐκια (είδος ραδικιού);
Αυτό το μικρό νησί έχει μια ποικιλία που ξεπερνά κατά πολύ όσα συνήθως παράγει ένας μικρός και άγονος τόπος. Και αυτό, προφανώς, οφείλεται στην επαφή των κατοίκων με τον έξω κόσμο -τα άλλα νησιά, αλλά και την Αίγυπτο, την Αμερική, τη Μικρά Ασία, την Ιταλία και την Κωνσταντινούπολη-, είτε μέσω κατακτητών είτε μέσω των ναυτικών. Το Πάσχα γεμιστό το αρνί με «πασπαρά» (ρύζι, κρεμμύδι, συκώτι, μπαχαρικά, ντομάτα κ.λπ.), γεμιστοί ανθοί κολοκυθιών, τα περίφημα κολοκυθοπούλια, και πολλά άλλα είναι αυτά που θα γευτείτε, ανάλογα με την εποχή που θα βρεθείτε στην Κάσο. Ομως, «όλα τα λεφτά» είναι τα τυριά του νησιού και σας συνιστώ να επισκεφτείτε τα μιτάτα και να δοκιμάσετε τυριά άγνωστα και ονειρεμένα. Εξαίσια ακόμα και η γραβιέρα τους. Δοκιμάστε, επίσης, το αλμυροτύρι, την ελαϊκή και βέβαια τη σιτάκα, αλλά και το σπάνιο κασιώτικο βούτυρο, που λέγεται «καούλι» και έχει και τη μαντινάδα του:
«Ω βότυρε κασιώτικε, σαν είσαι με το μέλι,
τίνος θα σε προσφέρουσι να πει πως δε σε θέλει».
ΤΑ ΚΑΣΙΩΤΙΚΑ ΠΑΛΙΟΠΑΠΟΥΤΣΑ
Πετύχαμε τον κ. Αντώνη Παπαγεωργίου στο σπίτι του. Παρά την κούρασή του (μόλις είχε γυρίσει από το μιτάτο του), δέχτηκε να μας δείξει πώς φτιάχνει τα «τομαρένα», τα παλιά κασιώτικα παπούτσια που κάποτε φορούσαν όλοι. Εμένα πάντως μου άρεσαν και ήθελα να πάρω ένα ζευγάρι. Δυστυχώς, έπρεπε να μου τα φτιάξει από την αρχή κι εμείς την άλλη μέρα φεύγαμε. Ο κυρ Αντώνης μάς έδειξε μετά πώς φτιάχνει ειδικά κουτάλια για τη σιτάκα από κέρατα κατσικιών, ενώ η γυναίκα του, η κυρία Ποθητή, μας τράταρε τσικουδιά και σιτάκα.
Στην υγειά σας, μωρέ Κασιώτες!
ΠΩΣ ΠΑΜΕ
Είτε θα πάτε αεροπορικώς (μέσω Ρόδου μετ’ επιστροφής), είτε σε 20 – 24 ώρες με το πλοίο!
ΦΑΓΗΤΟ
Με μία λέξη: παντού! Οπου καθίσαμε με τη Χριστίνα να φάμε, οι γεύσεις ήταν παντού σπιτικές. Θα ήμασταν άδικοι αν ξεχωρίζαμε κάποια μαγαζιά.
ΑΓΟΡΕΣ
Πλην τυριών και γαλακτοκομικών εν γένει προϊόντων, η Κάσος φημίζεται για το θυμαρίσιο μέλι της, που είναι όντως εξαίσιο. Και βεβαίως υπάρχουν και τα γλυκά, που είναι «αδελφά» της Κρήτης. Δοκιμάστε τα μοσχοπούγκι
πηγή: http://www.odigostoupoliti.eu/