Ενθυμούμαστε όλοι, τις πρώτες ημέρες εφαρμογής του άρθρου 99 της προπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης των επιχειρήσεων. Ο ενθουσιασμός και οι πρώτες αντιδράσεις τόσο του τύπου όσο και του επιχειρηματικού κόσμου έδιναν την εντύπωση ότι όλοι όσοι μπορεί να ενέπιπταν στις διατάξεις αυτές, ήθελαν να ενταχθούν χωρίς καν να γνωρίζουν τα πιθανά οφέλη και τις απορρέουσες υποχρεώσεις από την πιθανή ένταξη τους.
Του Γιώργου Δαλιάνη
Έτσι και σήμερα βλέπουμε την ιστορία να επαναλαμβάνεται. Από τη δημοσίευση του νόμου 4469/2017, πολύ μεγάλο μέρος του επιχειρηματικού κόσμου το οποίο βρίσκεται με οικονομικές οφειλές και υποχρεώσεις προς Ιδιώτες-Τράπεζες και το Δημόσιο, ερευνά πώς θα ενταχθεί στον «Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων» ο οποίος καλύπτει όλο αυτό το φάσμα.
Είναι φανερό πως το μεγάλο κίνητρο που ωθεί τον κόσμο αυτό να επιθυμεί να ενταχθεί στον μηχανισμό αυτόν, είναι πως έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι με συνοπτικές διαδικασίες θα ρυθμιστεί το σύνολο των οφειλών τους σε 120 δόσεις (μεγάλη βαρύτητα δίνεται από τους ενδιαφερόμενους για τις οφειλές προς Δημόσιο και προς Ασφαλιστικούς φορείς) με παράλληλη διαγραφή τόκων, προστίμων και λοιπών προσαυξήσεων. Δυστυχώς, οι υποσχέσεις αυτές ακούγονται από μέλη επιστημονικών φορέων όπως π.χ. Δικηγόρους. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Δυστυχώς αποκρύπτεται η μισή αλήθεια.
Οι οφειλές μπορεί να αφορούν δανεισμό από χρηματοδοτικό φορέα (Τράπεζα) ή πίστωση σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα (90) ημερών ή οφειλή που ρυθμίστηκε µετά την 1η Ιουλίου 2016 ή είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο νοµικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ή είχε βεβαιωθεί η µη πληρωµή επιταγών εκδόσεώς του λόγω µη επαρκούς υπολοίπου κατά το άρθρο 40 του ν. 5960/1933 (Α΄ 401) ή είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων εις βάρος του.
Με βάση τα ανωτέρω διακρίναμε μερικές περιπτώσεις οι οποίες εξαιρούνται της δυνατότητας ένταξης στη ρύθμιση. Επί παραδείγματι μας τέθηκε το καίριο ερώτημα για το αν εντάσσονται στη ρύθμιση συμπληρωματικές δηλώσεις που αφορούν περιόδους πριν την 31/12/2016 εφόσον η συμπληρωματική δήλωση υποβληθεί μετά την 31/12/2016.
Η απάντηση είναι αρνητική γιατί η βεβαίωση των φόρων (της συμπληρωματικής δήλωσης) έγινε σε μεταγενέστερο χρόνο από τις 31/12/2016. Το ίδιο ισχύει και για τις ασφαλιστικές εισφορές. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και όσοι εντός του 2017 προχώρησαν στην χρήση των πράγματι ευεργετικών διατάξεων της εθελοντικής αποκάλυψης εισοδημάτων παρελθόντων ετών, δεν μπορούν να εντάξουν το βεβαιωθέν ποσό στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών. Το γεγονός αυτό φυσικά αποτελεί ζήτημα διότι θα μπορούσε να υπάρξει πολύ καλή συνέργεια μεταξύ των δύο αυτών νομοθετημάτων-ρυθμίσεων.
Στο άρθρο 5 του νόμου αναλύεται το περιεχόμενο της αίτησης που υποβάλλεται και μεταξύ άλλων στην παράγραφο 1 περ.β ορίζεται πως συντάσσεται εκ μέρους του οφειλέτη κατάλογος όλων των πιστωτών του, µε πλήρη στοιχεία (επωνυµία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση) των οφειλοµένων ποσών ανά πιστωτή και των συνοφειλετών που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή.
Το αίτημα για ένταξη στο νόμο διαβιβάζεται στο σύνολο των πιστωτών και για να εγκριθεί θα πρέπει να υπάρχει απαρτία και αυτή επιτυγχάνεται με τη συμμετοχή στη διαδικασία πιστωτών που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 50% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη.
Τονίζουμε το σημείο αυτό γιατί δεν έχει γίνει κατανοητό από τη πλειονότητα των επιχειρήσεων, ότι θα πρέπει να γίνει ενημέρωση όλων των πιστωτών και όχι επιλεκτική ενημέρωση εκείνων οι οποίοι ξέρουμε πως δεν θα αντιδράσουν αρνητικά στην είδηση της συμμετοχής του οφειλέτη στη διαδικασία αυτή.
Κακοπληροφορημένος επιχειρηματίας εξέφρασε την επιθυμία να ενημερώσει τις τράπεζες, το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς ώστε να ρυθμίσει τις προς αυτούς οφειλές αλλά να αποκρύψει και να μη συμπεριλάβει στον κατάλογο των πιστωτών συγκεκριμένο προμηθευτή του. Ο λόγος ήταν πως φοβόταν το ενδεχόμενο ότι ο προμηθευτής αυτός θα διακόψει την συνεργασία με τον οφειλέτη. Η εικόνα μιας επιχείρησης που εντάσσεται στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών είναι πολύ πιθανόν να θεωρηθεί από κάποιους ως δείγμα αδυναμίας υγιούς λειτουργίας και ενδεχόμενης στάσης πληρωμών. Ο εν λόγω επαγγελματίας είχε προκαταβάλει και μέρος αμοιβής του επαΐοντος συμβούλου ο οποίος τον είχε διαβεβαιώσει ότι θα μπορούσε να πράξει κάτι τέτοιο.
Τέλος, κάτι το οποίο προκύπτει με βάση τις πληροφορίες από το Υπουργείο και την ΑΑΔΕ είναι πως ο οφειλέτης που θα συμμετάσχει στην ρύθμιση θα πρέπει να αποδεχτεί την άρση του απορρήτου των φορολογικών του πληροφοριών τουλάχιστον έναντι των πιστωτών του. Αυτό μάλιστα θα είναι από τις πρώτες του ενέργειες, αφού θα υποβάλλεται σχετική υπεύθυνη δήλωση από την υποβολή της αίτησης μέσω taxisnet. Ουσιαστικά εξουσιοδοτεί τους πιστωτές του να έχουν πλήρη πρόσβαση στις πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση και δραστηριότητά του (εισοδήματα, ακίνητα, φορολογικές δηλώσεις Ε1 και Ε3, καταθεσιολόγιο κλπ).
Πρέπει να γίνει απόλυτα αντιληπτό ότι ο νόμος αυτός αφορά επιχειρήσεις οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας που βρίσκονται ορισμένες φορές ένα βήμα πριν την δικαστική διάσωσή τους ή χρεοκοπία τους. Η ένταξη τους στον εξωδικαστικό μηχανισμό μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να δώσει λύσεις και να εξυγιάνει προβληματικές επιχειρήσεις οι οποίες έχουν προοπτικές ανάκαμψης. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως νόμος ρύθμισης οφειλών στο Δημόσιο και Ασφαλιστικούς φορείς (όπως παλιότερα οι 100 δόσεις). Η πολιτεία οφείλει άμεσα να παρέμβει και να ενημερώσει με κάθε πρόσφορο τρόπο και μέσο τους ανυποψίαστους για ακόμη μια φορά επαγγελματίες ώστε να μην γίνουν βορρά των κάθε είδους επιτήδειων.
O κ. Γιώργος Δαλιάνης είναι ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός
Πηγή: https://www.artion.gr/