Νομικό Συμβούλιο του Κράτους: Οι οδηγίες για την παραγραφή φορολογικών υποθέσεων

0

 Με γνωμοδότησή του το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) φέρεται να απηύθυνε οδηγίες προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) αναφορικά με το ζήτημα της παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει φόρους.

Οι οδηγίες αυτές κατέστησαν αναγκαίες μετά την πρόσφατη δημοσίευση της ρηξικέλευθης απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1738/2017) και αποκρυσταλλώνουν την άποψη του ΝΣΚ για κάποια ζητήματα που εθίγησαν παρεμπιπτόντως από το ΣτΕ.

•  Κατά τις οδηγίες αυτές, η διοίκηση δεν είναι τυπικά υποχρεωμένη να συμμορφωθεί προς την επίμαχη απόφαση του ΣτΕ ως προς την αντιμετώπιση άλλων υποθέσεων με όμοια νομικά ζητήματα. Πλην όμως, μπορεί και πρέπει να την ακολουθήσει ως νομολογιακό δεδομένο με δεδομένη την αρχή του κράτους δικαίου, την αποφυγή άσκοπης απασχόλησης των δημοσίων υπηρεσιών και των δικαστηρίων, όπως και την αποσόβηση επιβάρυνσης του Δημοσίου με δικαστικά έξοδα, αφού καθένας που θα προσφεύγει στα δικαστήρια με παρόμοια υπόθεση αναμένεται να δικαιώνεται. Παρ’ όλα αυτά, ανάγεται στη σφαίρα των επιλογών και της βούλησης του διοικητή της ΑΑΔΕ το εάν θα δώσει εντολή στις φορολογικές και τελωνειακές αρχές να ακολουθήσουν την απόφαση του ΣτΕ ως νομολογιακό δεδομένο

•  Αντισυνταγματικές κρίθηκαν ρητά από το ΣτΕ οι διατάξεις περί παράτασης παραγραφής των νόμων 3513/2006, 3697/2008, 3790/2009 και 3842/2010.

Συνάγεται, όμως, επίσης ότι και οι μεταγενέστερες διατάξεις που προέβλεπαν παράταση παραγραφής κατόπιν έκδοσης εντολής ελέγχου (ν. 4141/2013, 4203/2013, 4316/2014, 4337/2015, 4410/2016 και 4446/2016) επίσης αντίκεινται στο άρθρο 78 παρ. 1-2 του Συντάγματος, δεδομένου ότι σύμφωνα με το ΣτΕ η προθεσμία παραγραφής δεν πρέπει να αναστέλλεται ή να παρατείνεται με ενέργειες δημόσιας αρχής.

Ουσιαστικά, προτείνεται στη διοίκηση να μη λάβει υπόψη τις παρατάσεις μεταξύ 2013 και 2016.

•  Η παραγραφή είναι 10ετής σε περίπτωση στήριξης του φύλλου ελέγχου σε συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση της φορολογικής αρχής. Επίσης, ο προϊσχύσας Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1993) προέβλεπε 10ετή παραγραφή όταν η δήλωση που υποβλήθηκε ή τα έντυπα ή καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή. Αυτή η ανακρίβεια της δήλωσης ή των συνυποβαλλόμενων στοιχείων είναι αντικειμενική και μπορεί να αποδεικνύεται με οποιοδήποτε τρόπο, χωρίς να είναι αναγκαίο να περιέρχονται στη φορολογική αρχή συμπληρωματικά στοιχεία. Η γενικότητα των παραπάνω διατυπώσεων αναμένεται να αποτελέσει το επόμενο πεδίο που χρήζει ερμηνείας και αποσαφήνισης από το ΣτΕ, καθώς μια «διασταλτική» εφαρμογή τους μπορεί να οδηγήσει σε ευθεία καταστρατήγηση της 5ετούς παραγραφής στην πράξη. 15ετής παραγραφή προβλέπεται σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης.

•  H 20ετής παραγραφή ισχύει τουλάχιστον σε περίπτωση φοροδιαφυγής (δηλαδή αποφυγής πληρωμής φόρου άνω των 100.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος ή άνω των 50.000 ευρώ ΦΠΑ) για τις περιόδους από 1.1.2014, ενώ για τα διαστήματα πριν από την ημερομηνία αυτή δεν υπάρχει ευθεία κρίση του ΣτΕ – μόνο εμμέσως έχει θιγεί ως αντισυνταγματική στο σκεπτικό της Ολομέλειας. Εκρινε πάντως ευθέως ότι η λήξη της παραγραφής δεν μπορεί να συναρτάται με το ύψος του ποσού στο οποίο η διοίκηση θα προσδιορίσει τις φορολογικές υποχρεώσεις του διοικούμενου.

•  Απορρίπτονται τα αιτήματα επιστροφής φόρων ως αχρεωστήτως καταβληθέντων λόγω παραγραφής, εφόσον δεν έχει ακυρωθεί/ τροποποιηθεί η καταλογιστική πράξη. Δεν αποκλείεται η υποβολή ανακλητικής ή τροποποιητικής δήλωσης, αν και οι προθεσμίες για την ανάκληση ή την τροποποίηση δεν αναβιώνουν.

•  Δεν δύνανται να μην καταβάλουν βεβαιωμένα ποσά φορολογούμενοι που (αυτοβούλως) υπήχθησαν στην οικειοθελή αποκάλυψη (ν. 4446/2016), με το επιχείρημα ότι οι χρήσεις είναι παραγεγραμμένες, ιδιαίτερα μάλιστα εάν δεν έχουν προβεί σε ανάκληση ή τροποποίηση των δηλώσεων.

•  Δεν δημιουργείται κώλυμα για την εκκίνηση ή εξακολούθηση της ποινικής διαδικασίας σε περίπτωση παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για διαπίστωση παράβασης και επιβολή φόρων και κυρώσεων. Η άσκηση ποινικής δίωξης ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των εισαγγελικών αρχών. Κρίνεται όμως αναγκαίο να ζητηθεί γνωμοδότηση από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για τη διενέργεια ελέγχων κατόπιν εισαγγελικών παραγγελιών και την κίνηση της ποινικής δίωξης που ασκείται παρά το γεγονός ότι η φορολογική αξίωση του Δημοσίου παραγράφηκε.

•  Το ΝΣΚ επίσης προτείνει: α) Για τις αναμφισβήτητα μη παραγεγραμμένες χρήσεις να προχωρά κανονικά ο έλεγχος. β) Για τις αναμφισβήτητα παραγεγραμμένες χρήσεις, για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος και δεν έχουν εκδοθεί οριστικές καταλογιστικές πράξεις, να μη γίνεται ταμειακή βεβαίωση, ούτε να λαμβάνονται μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης. Ας μη λησμονούμε, φυσικά, ότι σε κάθε περίπτωση, για την έκδοση εντολών ελέγχου και την περαίωση ελέγχων που έχουν ξεκινήσει τον τελικό λόγο έχει η φορολογική διοίκηση, το ΝΣΚ μπορεί μόνο να γνωματεύσει σχετικά.

Πηγή: Grant Thornton- Έντυπη Καθημερινή

 

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.