Πηγαίνοντας από την Καπλανών 11, έξω στον καθαρό αέρα, ένιωθα εκείνο το μούδιασμα που αισθάνεται κανείς όταν έχει καταληφθεί από δέος. Είχα μόλις επισκεφθεί, σε βραδινή ώρα, την έκθεση «A Puppet Sun» του Κωστή Βελώνη, που οργάνωσε ο ΝΕΟΝ στο νεοκλασικό αρχοντικό της οδού Καπλανών. Ηταν μία μετάληψη.
του Νίκου Βατόπουλου
Για κάμποση ώρα είχα περιηγηθεί ελεύθερος, μόνος σχεδόν, μέσα στο παραμυθένιο, αυτό, σπίτι, κενό αλλά γεμάτο ψιθύρους, με συνεκτικούς αρμούς τα συμβολικά έργα του Κωστή Βελώνη διάσπαρτα σε σάλες, δώματα και απρόσμενα περάσματα.
Αν δεν έχετε πάει, να πάτε, προλαβαίνετε έως 14 Ιανουαρίου.
Είναι ένα δώρο στην πόλη, αυτό το ξεκλείδωμα του παλιού αρχοντικού, χτισμένου το 1891, κατοικία αρχικά του ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη. Θα το βρείτε στον πεζόδρομο της Καπλανών, τον μικρό δρόμο ανάμεσα στη Σόλωνος και τη Σκουφά στο ύψος της Μασσαλίας, και μέσα στο ιδιαίτερο αυτό σπίτι θα συνομιλήσετε με όλους τους θαμμένους κώδικες της παλιάς, αστικής Αθήνας.
Δεν είναι τυμβωρυχία, άλλωστε τα εννοιολογικά έργα του Κωστή Βελώνη αντιστέκονται στην κατάτμηση του χρόνου σύμφωνα με γραμμικούς κύκλους. Ωστόσο δύσκολα μένει κανείς ανεπηρέαστος από την ωστική δύναμη που γεννά η σιωπή του σπιτιού.
Καθώς περιεργαζόμουν τον χώρο, καθώς προχωρούσα από τη μία αίθουσα στην άλλη, καθώς ανέβαινα την ξύλινη σκάλα και από ψηλά κοιτούσα τα σκαλίσματα στις οροφές ενώ ένας μυστικός, μισοσκότεινος κόσμος με καλούσε προς τα πάνω, ένιωσα ότι στο όνομα αυτού του σπιτιού της Καπλανών συνομιλούσα με όλα εκείνα τα σπίτια της Αθήνας που είχαν από χρόνια χαθεί.
Η εξωτερική όψη του σπιτιού δείχνει ένα τυπικό αστικό σπίτι του ώριμου νεοκλασικισμού, από την εποχή που η Αθήνα γεννούσε με αυτοπεποίθηση τέτοια μικρά παλάτια, με συμπαγές αισθητικό λεξιλόγιο.
Δεν υπήρχε αμηχανία σε αυτά τα σπίτια, ήταν κόσμοι ολόκληροι, διαστρωματωμένοι, κατατμημένοι, ορισμένοι σε ζώνες, βαθμίδες και κλίμακες. Από τη μία σάλα στην άλλη, με τις περίτεχνες, σχεδόν νεο-ροκοκό διακοσμήσεις του ισογείου, ως την αυστηρότερη λιτότητα των πάνω ορόφων, αυτό το σπίτι είχε μια υποβλητική δύναμη αφήγησης.
Μπορούσες να ακούσεις τα βήματά σου στη στριφογυριστή, περίτεχνη σκάλα και από εκεί και πέρα μπορούσες να φανταστείς τους λοιπούς θορύβους, βήματα που σβήνουν, πόρτες που τρίζουν, παράθυρα που βροντούν, γέλια που πνίγονται. Οι ατμοί της περασμένης ζωής αιωρούνταν και συχνά έμπαιναν σαν φίλτρο και υπνώτιζαν.
Αλλά πέρα από τη δυνατότητα να φανταστεί κανείς τον εαυτό του ως μέρος μιας σκηνοθετημένης αναβίωσης, η εμπειρία της περιήγησης σε αυτό το μοναδικό αρχοντικό μετέφερε σύμπασα όλη εκείνη την αίσθηση μιας «παραβίασης» ενός ιδιωτικού χώρου.
Από το ισόγειο αριστερά, σε μία προέκταση του σπιτιού, βγαίνεις σε εκείνο το νεο-βυζαντινό δωμάτιο που είχε σχεδιάσει ο Αριστοτέλης Ζάχος, κατά το ίδιο πρότυπο της οικίας Λοβέρδου (πρώην Τσίλλερ) της οδού Μαυρομιχάλη.
Ολη εκείνη η ώσμωση της παλιάς Αθήνας με τις ακροβασίες των ρυθμών και των διαθέσεων εξέβαλλε ορμητική και σε αυτό το απέριττο αρχοντικό της οδού Καπλανών.
Ετσι, όπως ήμουν μέσα στο νεο-βυζαντινό δωμάτιο μόνος, με το φως της νύχτας έξω, ένιωσα ότι διέσχιζα ένα όριο. Πιο δίπλα κατάφωτες οι σάλες υποδοχής, με τα έργα του Βελώνη, διακριτικά σχόλια και υπομνήσεις σε έναν μετέωρο χρόνο. Απέναντι έβλεπα έναν έφηβο στο γραφείο του, οι πολυκατοικίες συνέχιζαν να ζουν, αλλά εδώ στην Καπλανών 11, ο μυστικός, αστικός κήπος είχε μια ζωή από μόνος του, μια ζωή κρυμμένη και κρυπτική.
πηγή: Έντυπη Καθημερινή