Πάμε σινεμά; Οι ταινίες της εβδομάδας (27-1-2018)

0



Ο Τάσος Μπουλμέτης επιστρέφει στο 1968, όταν ένας τελικός αγώνας καλαθοσφαίρισης με νικήτρια την ΑΕΚ επί της Σλάβια Πράγας πρόσφερε μεγαλείο σε μια χώρα ταλαιπωρημένη από τη χούντα
«1968» (Ελλάδα, 2017) 
Το σκηνοθετικό ύφος του Τάσου Μπουλμέτη είναι πάνω-κάτω γνωστό. Ενας σκηνοθέτης που αρέσκεται να κοιτάζει με νοσταλγία το παρελθόν, να το γυαλίζει, να το «στρογγυλεύει», να το περιποιείται και να το προσφέρει, όπως ο σεφ ένα πολύ νόστιμο πιάτο, στο κοινό. Κανείς δεν λέει όχι σε ένα νόστιμο πιάτο, φυσιολογική λοιπόν η επιτυχία των ταινιών του· άλλοτε τεράστια, άλλοτε μικρότερη. Αυτό έκανε ο Μπουλμέτης στην «ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα» (και έπιασε ταβάνι), αυτό έκανε στον «Νοτιά», αυτό κάνει και τώρα, στο «1968» (Ελλάδα, 2017), μια ταινία όχι τόσο για τον θρίαμβο μιας ομάδας (μπάσκετμπολ της ΑΕΚ) όσο για τον θρίαμβο μιας ολόκληρης Ελλάδας στα δύσκολα χρόνια της χούντας και της δικτατορίας των συνταγματαρχών.
Η ΑΕΚ νίκησε τη Σλάβια Πράγας τον  Απρίλιο του ’68 εδώ στο Καλλιμάρμαρο και κατέκτησε το Κύπελλο Κυπελλούχων. Ο  σκηνοθέτης θυμάται καλά εκείνη τη βραδιά καθότι, κατ’ αρχάς, είναι οπαδός της ΑΕΚ. Αλλά μόνον ένας όχι και τόσο έξυπνος σκηνοθέτης θα έβαζε το οπαδιλίκι του μπροστά, και ο Μπουλμέτης είναι πολύ έξυπνος. Γύρω από αυτήν τη βραδιά στήνει επεισόδια από μικρές, καθημερινές ιστορίες· το αν είναι βασισμένες ή όχι σε πραγματικά γεγονότα ελάχιστη σημασία έχει, γιατί το αυτούσιο γεγονός είναι ένα, ο αγώνας. Σημασία έχει το κλίμα εποχής που μέσα από αυτές τις ιστοριούλες και πάλι καταφέρνει να δημιουργήσει. Η ταινία είναι φτιαγμένη μέσα σε μια ατμόσφαιρα σύμπνοιας και αλληλεγγύης, την οποία ενδεχομένως να μην έχουμε πια υπ’ όψιν μας, αν και, διάβολε, την αναγνωρίζουμε στο πανί της οθόνης! Ναι, οι Ελληνες υπήρξαν κάποτε έτσι, νοιάζονταν για τον διπλανό τους, μπορούσαν να προσφέρουν αγάπη, να πιαστούν χέρι-χέρι απέναντι σε μια δοκιμασία. Ή μια επιτυχία. Δεν κοιτούσαν αδιάφορα τον άλλον, δεν εύχονταν το κακό του και δεν είχαν ως μόνιμο σύντροφό τους την απάθεια. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, αυτά λέει η ταινία.
Ο εισπράκτορας λεωφορείου (Μανώλης Μαυροματάκης) θα βοηθήσει τον μελαγχολικό μεσήλικο (Στέλιος Μάινας) που αναζητεί τον χαμένο αδελφό από την τραγωδία στη Σμύρνη. Ο προποτζής (Γιώργος Μητσικώστας) θα σταθεί στο πλευρό τού γιατρού (Θέμης Πάνου) που τρέμει από κάποιες δυσάρεστες αναμνήσεις. Ενας νεκροθάφτης με χιούμορ (Αντώνης Αντωνίου), ένας μπουζουξής που άλλα λέει τη μια, άλλα την άλλη (Ιεροκλής Μιχαηλίδης). Ενας αγχωμένος σερβιτόρος (Γιάννης Νιάρος), ένας αριστερός «γαύρος» (Θοδωρής Κατσαφάδος), μια κοπέλα που πρόκειται να παντρευτεί (Βασιλική Τρουφάκου). Ψηφίδες της ατμόσφαιρας σε μια ταινία που φτιάχτηκε με συστατικά τη ζεστασιά, το χαμόγελο, τη μελαγχολία και την καλοσύνη.



Ολες οι ιστορίες έχουν ενδιαφέρον, αλλά αυτό που προσωπικά εκτίμησα είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Μπουλμέτης «δένει» το παρόν με το παρελθόν, το σήμερα με το χθες. Το παρόν είναι διανθισμένο με συνεντεύξεις ανθρώπων του αθλητισμού που έζησαν από κοντά τον αγώνα. Είναι λοιπόν πολύ ευχάριστο να βλέπεις στην ίδια ταινία παίκτες όπως ο Χρήστος Ζούπας, Γιώργος Τρόντζος και ο Γίρι Ζίντεκ να παίζουν μπάσκετ τότε και να μιλούν on camera σήμερα. Νιώθεις ότι είναι και αυτοί ήρωες μιας ταινίας μυθοπλασίας. Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για τον σπορτσκάστερ Βασίλη Γεωργίου, του οποίου η συγκεκριμένη μετάδοση έχει γράψει Ιστορία. Ο Γεωργίου κρατά ίσως τον ρόλο-κλειδί του όλου εγχειρήματος, γιατί ενώ είναι έξω από τον ίδιο τον αγώνα, μεταδίδοντάς τον έγινε η φωνή όλων των Ελλήνων και κατά μια έννοια η ψυχή τους. Και νομίζω ότι με τα όσα λέει σήμερα προσπαθεί να κάνει ξανά ακριβώς το ίδιο πράγμα. Βαθμολογία: 3
«The disaster artist» (ΗΠΑ, 2017)
Δεν είχα υπ’ όψιν μου τον Τόμι Γουισό, ούτε και την ταινία του «The room» («Το δωμάτιο») που παίχτηκε το 2002, και ενώ στην αρχή κανέναν δεν απασχόλησε, αργότερα έγινε μια από τις πιο αγαπημένες, cult ταινίες εκείνης της περιόδου. Eχω δε την αίσθηση ότι δεν θα τον μάθαινα και ποτέ αν ο Τζέιμς Φράνκο, γνωστός για τις ανορθόδοξες, «πειραγμένες» επιλογές του, δεν αποφάσιζε να κάνει την ιστορία του ταινία, με τίτλο «The disaster artist» (ΗΠΑ, 2017) που μπορεί να μεταφραστεί ως «Ο καλλιτέχνης της καταστροφής». Μα τι ιστορία αλήθεια και αυτή!
Ο Τόμι Γουισό νόμιζε ότι ήταν τα πάντα (ηθοποιός, σκηνοθέτης, σεναριογράφος), αλλά το μέγεθος της αταλαντοσύνης του ήταν τόσο θεόρατο, που απλώς και μόνο με αυτή την ταινία, «Το δωμάτιο», θα μπορούσε να κερδίσει το Χρυσό Βατόμουρο για τη συνολική μη προσφορά του στην έβδομη τέχνη. Και το αστείο είναι, όπως συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, πως ο Γουισό θεωρούσε ότι ήταν ο Ορσον Γουέλς, ο Σεργκέι Αϊζενστάιν, ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν και ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ μαζί! Το μεγάλο ταλέντο που κανείς δεν τολμά να ανακαλύψει. Τουλάχιστον.
Με το αφύσικα μακρύ μαλλί του, τα σκούρα γυαλιά που διαρκώς φορούσε και τον τρόπο που μιλούσε, κάτι ανάμεσα σε ψέλλισμα και γρύλισμα, ο Γουισό δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να κάνει οτιδήποτε αν δεν το χρηματοδοτούσε ο ίδιος. Και όντως αυτό έγινε με το «Δωμάτιο», αν και βλέποντας το πώς η ταινία γυρίστηκε είναι να πέφτεις στο πάτωμα από τα γέλια.
Ωστόσο, η ουσία του «The disaster artist» βρίσκεται αλλού. Ο μόνος άνθρωπος που στάθηκε δίπλα στον Γουισό, ο μόνος που τον πίστεψε (με πάθος στην αρχή, λιγότερο αργότερα) ήταν ένας άλλος φέρελπις ηθοποιός, ο Γκρεγκ Σεστέρο (Ντέιβ Φράνκο, αδελφός του Τζέιμς), τον οποίο γνώρισε σε μια οντισιόν. Αυτή η σχέση, που σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά τη φιλία, αυτή η κοινή πορεία προς τη φαινομενικά ανέφικτη υλοποίηση του οράματος, είναι η καρδιά μιας ακόμη ταινίας που αποδεικνύει περίτρανα ότι η Αμερική είναι η χώρα στην οποία τα πάντα μπορούν να συμβούν. Βαθμολογία: 3



 
«Εγώ, η Τόνια» («I, Tonya», ΗΠΑ, 2017)
Παρότι το σενάριο της ταινίας «Εγώ, η Τόνια» («I, Tonya», ΗΠΑ, 2017) του Κρεγκ Γκιλέσπι είναι εμπνευσμένο από ένα πραγματικό σκάνδαλο στον χώρο του καλλιτεχνικού πατινάζ στην Αμερική, το ουσιαστικό θέμα της ταινίας είναι η αμερικανική παράνοια. Και βάζω τη λέξη «αμερικανική», διότι μόνο εκεί βλέπουμε να συμβαίνουν μερικά πραγματικά τρελά πράγματα. Το σκάνδαλο συνέβη στη δεκαετία του 1990 και έγινε τεράστιο θέμα στις ειδήσεις με εξώφυλλα περιοδικών, όπως το «Newsweek», και πρωτοσέλιδα εφημερίδων: αφορούσε την οργανωμένη επίθεση της αθλήτριας του καλλιτεχνικού πατινάζ Τόνια Χάρντινγκ εναντίον της συναθλήτριάς της Νάνσι Κέριγκαν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον εφ’ όρου ζωής αποκλεισμό της Χάρντινγκ από την Ενωση Καλλιτεχνικού Πατινάζ των Ηνωμένων Πολιτειών, παρότι η Χάρντινγκ ήταν η ίδια πρωταθλήτρια και μάλιστα η πρώτη γυναίκα στην ιστορία του αθλήματος που κατάφερε να πετύχει τριπλό άξελ.
Ο Γκιλέσπι δούλεψε ως ρεπόρτερ και ως σκηνοθέτης. Στο παρόν βλέπουμε τη Χάρντινγκ (Μάργκο Ρόμπι, υποψήφια για Οσκαρ Α’ ρόλου) και ανθρώπους του περίγυρού της να αφηγούνται την ιστορία της on camera. Ετσι μπαίνουμε στα φλασμπάκ, τον κορμό της ταινίας, τα οποία φτιάχνουν την ατμόσφαιρά της: μεγαλωμένη μέσα στις δαγκάνες μιας τερατωδώς καταπιεστικής μάνας (Αλισον Τζένεϊ, υποψήφια για Οσκαρ Β’ ρόλου), η οποία αντιδρούσε βίαια ακόμα και σε ένα απλό παράπονο, η Τόνια διαμόρφωσε έναν εξίσου επιθετικό, ατίθασο χαρακτήρα που στράφηκε μπούμερανγκ εναντίον της. Εβριζε κριτές, τσακωνόταν με συναθλητές, απέλυε προπονητές και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, παντρεύτηκε τον εντελώς λάθος άνθρωπο, έναν τύπο που όχι μόνον την έδερνε αλύπητα, αλλά έβγαζε και πιστόλι εναντίον της!
Υπό αυτές τις συνθήκες καριέρα δεν κάνεις όχι μόνο στο καλλιτεχνικό πατινάζ, αλλά ούτε στον οδοκαθαρισμό. Με έναν καταπιεστικό σχεδόν τρόπο, η ταινία μελετά την αυτοκαταστροφική διάθεση κάποιων πολύ δυσάρεστων ανθρώπων που δεν ξέρουν, δεν θέλουν ή δεν μπορούν να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους για να προχωρήσουν μπροστά. Είναι εκ των προτέρων καταδικασμένοι να αποτύχουν και δεν είναι καν ελκυστικοί σε αυτή την προδιαγραμμένη αποτυχία τους.Βαθμολογία: 2 ½



 
«Ενας ακέραιος άνθρωπος («A man of integrity», Ιράν, 2017
Στο κοινωνικό δράμα «Ενας ακέραιος άνθρωπος («A man of integrity», Ιράν, 2017) του Μοχαμάντ Ρασούλοφ παρακολουθούμε, αργά και μαρτυρικά, την οδύσσεια ενός οικονομικά πιεσμένου νεαρού αγρότη και οικογενειάρχη (Ρεζά Αχλαγκιράντ) ο οποίος δεν δέχεται να θυσιάσει την αξιοπρέπειά του για χάρη ενός διεφθαρμένου – σε κάθε τομέα – κοινωνικού συστήματος. Οπως σε όλες τις ταινίες του, έτσι και εδώ ο Ρασούλοφ αποπειράται σκληρή κριτική απέναντι στην ιρανική κοινωνία όπου δεν κινείται τίποτα αν δεν υπάρξει πρώτα λάδωμα. Στην ουσία βλέπουμε ένα μπαράζ διαφθοράς που μοιάζει να μην έχει τελειωμό, οδηγώντας τον – όντως ακέραιο και αξιοθαύμαστο μάλιστα – ήρωά του στην απελπισία. Ωστόσο, το σχέδιο «εκδίκησης» του ήρωα, που σεναριακά θέλει να δώσει στην ταινία διαστάσεις θρίλερ, είναι μάλλον μπερδεμένο και αρκετά  τραβηγμένο, όπως τραβηγμένη είναι και η διάρκεια της ταινίας ,η οποία στα 117′ σε αφήνει εξουθενωμένο. Κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας στο τμήμα «Ενα Κάποιο Βλέμμα» του περασμένου Φεστιβάλ Καννών.Βαθμολογία: 2 ½
ΠΡΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΕΠΙΣΗΣ
«Ο λαβύρινθος: Η τελική δοκιμασία» («Maze Runner: The Death Cure», ΗΠΑ, 2017), περιπέτεια φαντασίας σε σκηνοθεσία Ουές Μπολ. Πρόκειται για το φινάλε της εποποιίας του «Λαβυρίνθου», που είναι η θρυλική «Τελευταία Πόλη», στην οποία οι νεαροί πρωταγωνιστές πρέπει να μπουν για να σώσουν τους φίλους τους. Παίζουν: Ντίλαν Ο’Μπράιαν, Κάγια Σκοντελάριο, Τζιανκάρλο Εσπόζιτο κ.ά. Βαθμολογία: –
«Tom of Finland» (Φινλανδία, Σουηδία, Δανία, Γερμανία, 2017), βιογραφικό δράμα σε σκηνοθεσία Ντόμε Καρουκόσκι. Η αληθινή ιστορία του φινλανδού καλλιτέχνη Τούκο Λαακσόνεν (Πέκα Στρανγκ), o oποίος έγινε ένας από τους πιο επιδραστικούς μαχητές για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων με το ψευδώνυμο «Tom of Finland».
Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
*Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ



 

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.