Η ταινία του Γκιγέρμο ντελ Τόρο «Η μορφή του νερού» ξεχωρίζει στις αίθουσες
«Η μορφή του νερού» («The shape of water», ΗΠΑ, 2017)
Αλληγορικό παραμύθι με πολιτική χροιά, η «Μορφή του νερού» («The shape of water», ΗΠΑ, 2017) του Μεξικανού Γκιγέρμο ντελ Τόρο – ταινία υποψήφια για 13 Οσκαρ – μοιάζει με μια ευφάνταστη, «πειραγμένη» εκδοχή της «Πεντάμορφης και του Τέρατος», δοσμένη από έναν σκηνοθέτη που αγαπά τη μαγεία του σινεμά και δεν διστάζει να τη δείξει (είναι ο σκηνοθέτης του «Λαβύρινθου του Πάνα»). Βρισκόμαστε στην Αμερική των αρχών της δεκαετίας του 1960, την εποχή της παράνοιας του Ψυχρού Πολέμου. Σε ένα κτίριο της αμερικανικής κυβέρνησης, μια μουγκή καθαρίστρια (Σάλι Χόκινς – υποψήφια για το Οσκαρ Α’ ρόλου) ερωτεύεται ένα αμφίβιο πλάσμα (Νταγκ Τζόουνς) το οποίο βρέθηκε στην Κεντρική Αμερική και κρατείται για επιστημονικούς λόγους από το αμερικανικό κράτος, υπό την εποπτεία ενός σκληρόκαρδου, σαδιστικού πράκτορα (Μάικλ Σάνον). Από τη στιγμή της γνωριμίας της καθαρίστριας με το πλάσμα ως την κλιμάκωση της ιστορίας, το ενδιαφέρον μας δεν θα μειωθεί στο ελάχιστο χάρη στην ελκυστική κινηματογράφηση της ιστορίας, τους χυμώδεις ήρωες σε μικρούς και μεγάλους ρόλους (η Οκτάβια Σπένσερ και ο Ρίτσαρντ Τζένκινς είναι υποψήφιοι για τα Οσκαρ Β’ ρόλου) και φυσικά τον τρόπο που ο Ντελ Τόρο χρησιμοποιεί για να μιλήσει για κάτι ουσιαστικά σχηματικό: την αιώνια πάλη του Καλού εναντίον του Κακού. Το πλάσμα τελικά είναι το πιο αθώο πλάσμα της ιστορίας και εκείνος που το αγαπά περισσότερο είναι ο ίδιος ο Ντελ Τόρο που μοιάζει να θέλει να μοιραστεί αυτή την αγάπη του με τον θεατή (και το καταφέρνει).
Αθωότητα όμως διακρίνει επίσης, στη ματιά του σκηνοθέτη πάνω στην εποχή, την εποχή της δικής του παιδικής αθωότητας που θυμάται με νοσταλγία: η Κάρμεν Μιράντα στην τηλεόραση, η Αλις Φέι στο ραδιόφωνο, ένας επιβλητικός αλλά παρακμασμένος κινηματογράφος ονόματι «Ορφέας»· κάθε λεπτομέρεια αυτής της ταινίας παίζει τον δικό της ρόλο, με αποτέλεσμα η σκηνική αναπαράσταση του «Νερού» ως σύνολο να είναι μια πραγματική οπτική πανδαισία. Βαθμολογία: 3 1/2
«Black Panther» (ΗΠΑ, 2018)
Ο κινηματογραφικός κόσμος της Marvel Comics έχει τόσο πολλούς ακολούθους – ένα χρυσωρυχείο στην κυριολεξία – που η συνεχής εξάπλωσή του είναι αναπόφευκτη, μοιάζει χωρίς τέλος. Το «Black Panther» (ΗΠΑ, 2018) του Ράιαν Γκούγκλερ είναι το τελευταίο κινηματογραφικό προϊόν αυτού του κόσμου, η πρώτη περιπέτεια του ομώνυμου μαύρου υπερήρωα της Marvel στο σινεμά. Στο μεγαλύτερο μέρος της η ιστορία τοποθετείται στην Αφρική και σε ένα κράτος ονόματι Γουακάντα, το οποίο, αν και τεχνολογικά αναπτυγμένο, την ίδια ώρα είναι απομονωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο και μετά τον θάνατο του βασιλιά του, ηγετικά ακέφαλο. Τη θέση του τελευταίου καλείται να πάρει ο «εξόριστος» στην Αμερική γιος του, T’Challa (Τσάντουικ Μπόουσμαν), ο Μαύρος Πάνθηρας. Η σωτηρία του κράτους βρίσκεται πια στα χέρια του και αυτό θα σημάνει πολλή δράση σε ασυνήθιστο (για ταινία της Marvel) φόντο: διαστημόπλοια πετούν ορμητικά πάνω από το αφρικανικό έδαφος, σώμα με σώμα μονομαχίες λαμβάνουν χώρα δίπλα σε καταρράκτες, ακόντια, βέλη κ.ο.κ. Το ζήτημα των φυλετικών διακρίσεων γαρνίρει επιδερμικά την ατμόσφαιρα, το μαύρο στοιχείο έχει εδώ τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, και το σύνολο είναι φανταχτερό, εξωτικό και, όπως στις περισσότερες από αυτές τις ταινίες, άδειο. Συμπρωταγωνιστούν οι Φόρεστ Γουίτακερ, Λουπίτα Ν’ Ονγκο. Βαθμολογία: 1 ½
«Η κόρη της Απρίλ» («Las hijas de Abril», Μεξικό, 2017),
Το παιδί που μια νεαρή γυναίκα πρόκειται να φέρει στον κόσμο πυροδοτεί την ιστορία στην «Κόρη της Απρίλ» («Las hijas de Abril», Μεξικό, 2017), τελευταίας ταινίας του μεξικανού σκηνοθέτη Μισέλ Φράνκο («Μετά τη Λουτσία»). Οι σχέσεις των ανθρώπων που περιτριγυρίζουν την υποψήφια μάνα (Αννα Βαλέρια Μπεσερίλ) μοιάζουν με τεράστιο κουβάρι, όπως κουβάρι δείχνει να είναι η ζωή όλων τους – η έννοια όχι της ευτυχίας αλλά της απλής χαράς είναι άγνωστη. Κινητήριος μοχλός εδώ είναι η μάνα της υποψήφιας μάνας, η Απρίλ (Εμα Σουάρεζ), μια σέξι πενηντάρα αποφασισμένη να βοηθήσει με κάθε τρόπο την κόρη της στα νέα της καθήκοντα.
Ωστόσο οι ενάρετες φαινομενικά προθέσεις της καταλήγουν σε λανθασμένες πράξεις· η γιαγιά που είναι χωρισμένη (ο πρώην άντρας της ούτε την πόρτα δεν της ανοίγει) έχει προφανώς σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα και μόνο βλάβες μπορεί να προκαλέσει.
Η ζωή γίνεται θρίλερ για όποιον βρίσκεται δίπλα της και με εξαντλητικά αργούς ρυθμούς ο Φράνκο καταγράφει στιγμή προς στιγμή αυτή την εξαιρετικά δυσάρεστη στην παρακολούθησή της ιστορία, η οποία στηρίζεται σε μια κραυγαλέα, αν και ενδιαφέρουσα αντίθεση: το θηλυκό στοιχείο βρίσκεται διαρκώς σε εγρήγορση, φόρτιση και μέσα στις νευρώσεις, ενώ το ανδρικό δείχνει αδρανές, αδιάφορο, ως και ανύπαρκτο. Βαθμολογία: 1 ½
«Το φεγγάρι του Δία» («Jupiter’s moon», Ουγγαρία, 2017)
Το «Φεγγάρι του Δία» («Jupiter’s moon», Ουγγαρία, 2017) είναι η τελευταία ταινία του ούγγρου σκηνοθέτη Κορνέλ Μουντρούτζο, του οποίου ο «Λευκός θεός», όπου σκυλιά επαναστατούσαν απέναντι στους ανθρώπους, είχε κάνει σχετική αίσθηση πριν από μερικά χρόνια στη χώρα μας. Eδώ, προφανής πρόθεση του σκηνοθέτη είναι να κάνει μια μεταφυσική, θρησκευτική αλληγορία προκειμένου να σχολιάσει ένα καυτό ζήτημα, εκείνο του εφιάλτη της μετανάστευσης που έχει στιγματίσει τα τελευταία χρόνια την Ευρώπη. Ο τίτλος εξάλλου της ταινίας στην Ευρώπη αναφέρεται: ένα από τα φεγγάρια του πλανήτη Δία που ανακάλυψε ο Γαλιλαίος καλείται Europa. Ομως ο δρόμος που ο Μουντρούτζο αποφάσισε να ακολουθήσει, μετατρέποντας σε άγγελο έναν νεαρό σύρο μετανάστη (Zόμπορ Τζέγκερ) που δολοφονήθηκε από ούγγρο αστυνομικό στην αρχή της ταινίας, προσωπικά δεν μπόρεσε να με πείσει.
Ο σκηνές στις οποίες βλέπουμε τον μετανάστη να ίπταται πάνω από τη Βουδαπέστη (η οποία εδώ έχει την εικόνα της πρωτεύουσας της απόλυτης διαφθοράς) προσπαθούν να ισορροπήσουν στο μεταίχμιο ποίησης και αστειότητας. Φυσικά, η κινηματογράφηση του Μουντρούτζο είναι υποβλητική, η ταινία βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση, λόγος που μέχρις ενός σημείου μπορεί να κρατήσει τον θεατή σε αναμμένα κάρβουνα. Συμπρωταγωνιστεί ο Μεράμπ Νινίτζε στον ρόλο του διεφθαρμένου γιατρού που βλέπει στο πρόσωπο του Σύρου την ευκαιρία της ζωής του.Βαθμολογία: 1 ½
«Winchester – Το σπίτι των φαντασμάτων» («Winchester», Αυστραλία / ΗΠΑ, 2017)
Μετά το «Ημερολόγιο φόνων» που άνοιξε την προηγούμενη εβδομάδα, ένα ακόμα απογοητευτικό θρίλερ εποχής, το «Winchester – Το σπίτι των φαντασμάτων» («Winchester», Αυστραλία / ΗΠΑ, 2017). Εμπνευσμένη από πραγματικά γεγονότα, η ταινία αναφέρεται στην προσπάθεια ενός γιατρού με σοβαρά προσωπικά προβλήματα (Τζέισον Κλαρκ) να καταλάβει αν η Σάρα Γουίντσεστερ (Ελεν Μίρεν), κληρονόμος της περιουσίας Γουίντσεστερ (η γνωστή μάρκα όπλων), είναι στοιχειωμένη από φαντάσματα ανθρώπων που έχουν σκοτωθεί από τα εν λόγω όπλα. Ολη σχεδόν η ταινία είναι γυρισμένη μέσα στην τεράστια έπαυλη της Γουίντσεστερ, χώρο τον οποίο οι σκηνοθέτες αδελφοί Μάικλ και Πίτερ Σπίεριγκ προσπαθούν να εκμεταλλευθούν για να αντλήσουν τρόμο σχεδόν με το… ζόρι. Τίγκα στα κλισέ, κουραστικό στην αφήγηση, ακόμα και η Ελεν Μίρεν, που συνήθως σε μαγνητίζει απλώς και μόνο με το βλέμμα, δείχνει να μην πιστεύει αυτό που κάνει. Βαθμολογία: 1 ½
-Προβάλλεται επίσης το κινούμενο σχέδιο «Το γατοξόρκι» («Lino», Βραζιλία, 2017) του Ραφαέλ Ρίμπας.
Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
*Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ