Tα Φιλαράκια: Σκύλος για το μπαλκόνι – αυτή η ντροπή

0

Oλο το καλοκαίρι το φάγαμε με το φως του πίσω μπαλκονιού αναμμένο. Δεσποινίδα πολυάσχολη η «απέναντι» και «από κάτω» μας, πήρε σκύλο. Ένα κουτάβι γλύκα. Κάλεσε και φίλες, του ‘καναν και πάρτι, το κάτσιασαν από αγκαλιά σε αγκαλιά, βγάλανε και μπόλικες selfies στο μπαλκόνι και μετά –κανονικό ορφανό- το άφησε εκεί. Στην κούτα του. Αργότερα του πήρε κάτι πιο αξιοπρεπές για να κουρνιάζει, αλλά το μπαλκόνι – μπαλκόνι.

της Χριστίνας Γαλανοπούλου

Το κλάμα του τα βράδια, αν είχες λίγο καρδιά, σ’ άφηνε άυπνο. Από το πρόγραμμα κλάματος, ήξερες αυτομάτως ότι η κυρά του δούλευε βράδυ. Από το πρόγραμμα που εκτοξευόταν η παντόφλα και οι φωνές της το πρωί, σιγουρευόσουν.

Στην αρχή αφήναμε το φως αναμμένο. Σταματούσε το κλάμα και μετά από λίγο μάλλον κοιμόταν. Μεγαλώνοντας, σταματούσε μόλις άκουγε ομιλίες. Ή σιγοντάριζε με χαρούμενα γαβγίσματα και θορύβους που μαρτυρούσαν ότι  έπαιζε. Μετακομίσαμε τις βραδιές μας στο πίσω μπαλκόνι.

Αν υπήρχε κέφι του διαβάζαμε με τη σειρά, ν’ ακούει φωνές τουλάχιστον. Το μωρό μεγάλωνε στο μπαλκόνι. Ανάμεσα σε αναποδογυρισμένα μπολ και τις ακαθαρσίες του δεξιά και αριστερά, έτσι, χωρίς άμμο, χωρίς τίποτα.

Κάποτε κάποιος γείτονας έκανε παρατήρηση, στήθηκε καβγάς τρικούβερτος, ύβρεις, κατάρες κι αναθέματα σήκωσαν στο πόδι όλη τη γειτονιά. Όλοι θυμούνταν ότι ο σκύλος ενοχλεί σε ώρες κοινής ησυχίας -και όχι μόνο-, σχεδόν κανείς ότι από τη μοναξιά γινόταν θηρίο.

Το φθινόπωρο η θιγμένη κυρά μετακόμισε. Κανείς δεν είδε να παίρνει το ζώο μαζί της, κανείς δεν το ξανάδε ποτέ γενικώς.

Δεν ήταν η πρώτη φορά. Στην παλιά μου γειτονιά, ένας νεαρός απέκτησε ένα μπουλ μαστίφ. Και πάλι χάδια και φιλιά όσο ήταν μωρό και πάλι το ζωντανό να μεγαλώνει μόνο του, στο μπαλκόνι φυσικά. Και πάλι μόνο μπολ με φαγητό, νερό και οι ακαθαρσίες σκόρπιες.



Όταν παραπονέθηκε η διαχειρίστρια ότι μύριζε μέχρι κάτω της είπε ότι κάθε βράδυ τα καθαρίζει με τη μάνικα. Επιδεικτικά και λίγο προειδοποιητικά, του ξέφυγε και λίγο νερό προς τα κάτω, πάνω στο τραπέζι της.

Τα βράδια κατέβαινε κορδωμένος με τον σκύλο για βόλτα. Η συμπεριφορά του ζώου είχε αλλάξει, σαν να ήταν επιθετικό, σαν τα παραγγέλματα να ήταν κάπως. Αλλά το μπαλκόνι, μπαλκόνι. Όταν τέλειωνε η βόλτα, ο σκύλαρος δεν γύριζε σπίτι – γύριζε στο μπαλκόνι, όλα κι όλα.

Και μετά ήρθε όλη αυτή η υπέροχη σχολή της υιοθεσίας αδέσποτων. «Μην πάρεις φυλή, πάρε αδεσποτάκι». Ναι, φυσικά. Να το πάρεις, αλλά για να το βάλεις πού; Στο μπαλκόνι. Όπως η γάτα άλλης γειτόνισσας. Την πήρανε, έπαιξε μαζί της η μικρή κόρη, η γάτα μεγάλωνε στο μπαλκόνι κι όταν η ιδιοκτήτρια έμεινε για δεύτερη φορά έγκυος, η γάτα επέστρεψε και πάλι στον δρόμο.  

Την κατέβασαν χωρίς ντροπή, με σιγουριά ότι κανείς δεν θα ασχοληθεί, ότι κανείς δεν θα ζητήσει τα ρέστα από την έγκυο. Η λογική του μπαλκονιού είναι ο δρόμος, βεβαίως.  

Και κάπως έτσι όλο αυτό έχει γίνει μάστιγα. Πλέον στη γειτονιά –τι κι αν ο νόμος σκλήρυνε το 2016 για τα ζώα της βεράντας;- κάθε μπαλκόνι έχει και ένα σκύλο που βουλιάζει κάθε μέρα στη μοναξιά του. Που θα βροντάει τα παντζούρια με υπομονή και πίστη –που σου ματώνει την καρδιά (αν έχεις)- μήπως και τον βάλουν μέσα. Που θα σου πουν ότι είναι δουλειά της αστυνομίας να μαζέψει όλους αυτούς τους καλοπερασάκηδες ζωόφιλους και να κάνεις καταγγελία, αλλά αν το πάμε έτσι, ειλικρινά θα πρέπει να καταγγείλω δυο οικοδομικά τετράγωνα και καμιά 20αριά διαμερίσματα πολυκατοικιών.

Φυσικά έχεις και τον άλλο, τον πιο large και πονετικό γείτονα που σου λέει «εγώ τον έχω βγάλει στην ταράτσα στον τελευταίο όροφο. Είναι μεγάλο σκυλί, θέλει την άπλα του».

Κι ακούς κάθε βράδυ την αλυσίδα να κοπανάει στις κεραίες της τηλεόρασης και στους ηλιακούς θερμοσίφωνες, που μέσα στο ημίφως, το μεγάλο σκυλί με την καμία άπλα, βλέπει σκιές και ακούει θορύβους και γαβγίζει κατάμονο και τρομαγμένο.  

Παλιά, που ήμουν πιο νέα και πιο ανθεκτική στους καβγάδες άφηνα πονηρά σημειώματα στα αυτοκίνητα, πετούσα μπαλάκια από χαρτί στα μπαλκόνια με ευγενικά παράπονα («μην τον αφήνεις τόσο μόνο του, κλαίει», «ρε συ, βάλτου λίγο νερό ακόμη»), με την ευχή να μην τα φάει ο σκύλος.

Και δυστυχώς πλέον ξέρω ότι ούτε η αστυνομία αρκεί, ούτε οι φιλοζωικές αντέχουν, όταν δεν υπάρχει φιλότιμο, οπότε μόνο μια κουβέντα πια: μην παίρνετε σκύλο για να τον «χτίσετε» στο μπαλκόνι. Ούτε γάτα.

Αν, όντως, θέλετε κατοικίδιο να είστε σίγουροι ότι και τον καναπέ σας θα λερώσει και τα παπούτσια σας θα μασήσει με τρελή χαρά και τα ρούχα σας θα γεμίσει τρίχες και κάπως έτσι θα είστε σίγουροι ότι είναι δικό σας, ότι τρέμετε για τη ζωή του, ότι αγαπιέστε και ότι ποτέ δεν θα σας αφήσει μόνους σε μια άκρη, χωρίς την παραμικρή επαφή για ώρες (μπορεί και μέρες) ατέλειωτες.

Προς Θεού, φτάνει πια με τα αφεντικά του μπαλκονιού, προκαλείτε την τύχη σας.

πηγή: www.lifo.gr



Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.