Το υποψήφιο για Οσκαρ εφέτος ντοκιμαντέρ των Ανιές Βαρντά και Τζ. Ρ. «Πρόσωπα και ιστορίες» αλλά και ακόμη μία γαλλική ταινία σχετική με την ενδοοικογενειακή βία ξεχωρίζουν στις αίθουσες, που από την Πέμπτη 15 Μαρτίου… κυριολεκτικά γυναικοκρατούνται
«Πρόσωπα και ιστορίες» («Visages villages», Γαλλία, 2017
Τι θα κάνουμε;» ρωτά η Ανιές Βαρντά τον φωτογράφο Τζ. Ρ. στην αρχή του ντοκιμαντέρ «Πρόσωπα και ιστορίες» («Visages villages», Γαλλία, 2017). «Απλές εικόνες, πρόσωπα» λέει εκείνος, ένας ωραίος, ευχάριστος τύπος με καπέλο «καβουράκι» και γυαλιά ηλίου. Της θυμίζει λιγάκι τον παλιό της φίλο τον Ζαν-Λικ Γκοντάρ τότε που ήταν και οι δύο πολύ νέοι και η γαλλική Nouvelle Vague γεννιόταν.
Τώρα, ο νέος είναι ο Τζ. Ρ. και η «Ιέρεια της Nouvelle Vague», όπως συνηθίζουν να αποκαλούν τη Βαρντά, λίγο προτού κλείσει τα 90 δοκιμάζει τις αντοχές της συνεργαζόμενη μαζί του για την υλοποίηση μιας θαυμάσιας ιδέας: σε ένα βαν το οποίο συγχρόνως λειτουργεί ως… εκτυπωτικό μηχάνημα, η 90χρονη με την παρδαλή κόμμωση και το πολύχρωμο μπαστούνι και ο 25άρης με το καπελάκι και τα γυαλιά που δεν βγάζει ποτέ, θα περιοδεύσουν στη Γαλλία φωτογραφίζοντας πρόσωπα. Και κουβεντιάζοντας καθιστοί πού και πού αντικρίζοντας λίμνες…
Συγχρόνως θα ζητήσουν από τους πρωταγωνιστές τους να αφηγηθούν την ιστορία τους. Απλά πράγματα από απλούς ανθρώπους. Ανθρακωρύχοι, ψαράδες, λιμενεργάτες, ταχυδρόμοι, αγρότες μάς προσκαλούν να τους ακολουθήσουμε σε αυτό το πανέμορφο μα και συναρπαστικό ταξίδι, μέσω του οποίου αναδεικνύεται μια πτυχή του προσώπου της γαλλικής υπαίθρου.
Το ντουέτο των ταξιδιωτών-κινηματογραφιστών δωρίζει στους ανθρώπους που συναντά φωτογραφίες τους τυπωμένες σε τεράστιο μέγεθος (στο φορτηγάκι). Από μόνη της είναι συναρπαστική η ιδέα της κόλλησης των φωτογραφιών τεραστίου μεγέθους σε τεράστια πόστερ κολλημένα σαν ταπετσαρίες στις προσόψεις των σπιτιών, σε κοντέινερ πλοίων, σε ενυδρεία, ακόμη και σε ένα μπούνκερ της γερμανικής κατοχής που στέκεται μόνο, σαν έργο τέχνης σε μια παραλία.
Φιλμ-κέντημα στην κυριολεξία, μια αυθόρμητη δήλωση αγάπης για τη ζωή, ένας καταπληκτικός συνδυασμός παρελθόντος – παρόντος αλλά και ένας ύμνος για τη σημασία της Τέχνης, είτε αυτή λέγεται ζωγραφική στο Λούβρο είτε Street Art. Βαθμολογία: 4
«Μετά τον χωρισμό» («Jusqu’à la garde», Γαλλία, 2017)
Κατά μια έννοια η ταινία «Μετά τον χωρισμό» («Jusqu’à la garde», Γαλλία, 2017) του Ξαβιέ Λεγκράν είναι κάτι σαν επιμήκυνση της μικρού μήκους «Avant que de tout perdre» που γύρισε ο ίδιος σκηνοθέτης τέσσερα χρόνια πριν από αυτήν. Πρόκειται για ένα πολύ έντονο σε συναισθηματικές εναλλαγές ψυχολογικό – οικογενειακό δράμα το οποίο αποκτά ως και διαστάσεις θρίλερ, κάτι που σε πείθει απολύτως ενταγμένο μέσα στο καταπιεστικό κλίμα απειλής της ταινίας.
Στο φιλμ ένας χωρισμένος άνδρας (Ντενί Μενοσέ), με προφανή ψυχολογικά προβλήματα, ξεπερνά τα όριά του μην μπορώντας να αντέξει το σημείο στο οποίο έχει φτάσει με την πρώην γυναίκα του (Λεά Ντρουκέρ). Θηριώδης, απειλητικός, ως και τρομακτικός, νιώθεις ότι είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να σηκώσει το χέρι του και να χτυπήσει.
Ακόμη και το βλέμμα του, μια μείξη παραπόνου, πόνου και οργής, είναι τρομακτικό.
Ακόμη και το βλέμμα του, μια μείξη παραπόνου, πόνου και οργής, είναι τρομακτικό.
Δεν έχει κακές προθέσεις, απλώς δεν ξέρει πώς να διαχειριστεί τα νεύρα του και νιώθει απελπισμένος. Γεμάτη απότομα ξεσπάσματα, απαξιωτικές συμπεριφορές, φωνές, κραυγές και πολύ, πάρα πολύ πόνο, η ταινία μετατρέπεται σε ένα εξαιρετικά καίριο σχόλιο πάνω στο φλέγον ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας αλλά και την αδυναμία επικοινωνίας των χωρισμένων γονιών για χάρη των παιδιών.
Γιατί τα παιδιά βέβαια (το προφανές) είναι τα μόνα πραγματικά θύματα. Πολύ δυνατές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς, κυρίως από τον Μενοσέ που μοιάζει με λιοντάρι που θέλει απελπισμένα να δαγκώσει ενώ βλέπει ότι ξεψυχά. Βαθμολογία: 3 ½
«Ο Θεριστής» («Le semeur», Γαλλία, 2017)
Εμπνευσμένος από πραγματικά περιστατικά, ο «Θεριστής» («Le semeur», Γαλλία, 2017) της Μαρίν Φρανσέν τοποθετείται στη γαλλική ύπαιθρο στα μέσα του 19ου αιώνα, τότε που η Β’ Γαλλική Δημοκρατία διαλυόταν από τον Ναπολέοντα τον Γ’ και η Γαλλία βυθιζόταν στο χάος. Η ταινία εξετάζει τη ζωή σε ένα χωριό της επαρχίας όπου δεν υπάρχουν άνδρες καθώς όλοι έχουν συλληφθεί και η τύχη τους αγνοείται.
Οι γυναίκες δεν έχουν επιλογές. Για να μπορέσουν να ζήσουν είναι αναγκασμένες να δουλέψουν μόνες τα χωράφια και η σκηνοθέτρια στο πρώτο και καλύτερο μέρος της ταινίας ενδιαφέρεται για αυτή την καταγραφή αυτής της ανορθόδοξης γυναικείας καθημερινότητας· θέλει να ακούσει τις συζητήσεις, τα όνειρα, τις ελπίδες αυτών των γυναικών. Μιλούν για τη σημασία των ανδρών και για το τι σημαίνει να έχεις κάποιον δίπλα σου, μιλούν για την εμπειρία του σεξ ή την έλλειψή του.
Σύντομα η ιστορία επικεντρώνεται στην περίπτωση μιας γυναίκας, της Βιολέτ (Πολίν Μπρουλέ), της όμορφης του χωριού, η οποία θα ελκύσει τον μυστηριώδη περιπλανώμενο σιδερά (Αλμπάν Λενουάρ) που εμφανίζεται κάποια στιγμή στο χωριό προκαλώντας, φυσικά, αναταραχή. Ομως οι πανέμορφες εικόνες που στήνει η Φρανσέν με φόντο τη φύση, πίνακες ζωγραφικής στους οποίους ο θεατής βυθίζεται γλυκά, δεν αρκούν για να βοηθήσουν την ταινία να ξεφύγει από τη στατικότητα, την έλλειψη ρυθμού. Βαθμολογία: 2 ½
«Τα μυστήρια της Σικελίας» («Sicilian Ghost Story», Ιταλία, 2017)
Η εξαφάνιση ενός εφήβου στη Σικελία της δεκαετίας του 1990 και η επιμονή της αγαπημένης του Λούνα / Φεγγάρι (Τζούλια Τζεντλικόφσκα) να ανακαλύψει τα ίχνη του πυροδοτούν τη δεύτερη κινηματογραφική ταινία του ντουέτου σκηνοθετών Αντόνιο Πιάτσα και Φάμπιο Γκρασαντόνια «Τα μυστήρια της Σικελίας» («Sicilian Ghost Story», Ιταλία, 2017). Ηταν η ταινία έναρξης του τμήματος της Εβδομάδας Κριτικής του περσινού φεστιβάλ των Καννών και είναι μια μικρή έκπληξη που χαρακτηρίζεται από τη φρεσκάδα του σκηνοθετικού ύφους της αλλά και τις νατουραλιστικές ερμηνείες των δύο παιδιών. Μια πολύχρωμη δημιουργία, ένας ευφάνταστος συνδυασμός θρίλερ, ρομάντζου και μεταφυσικής, που αγγίζει με τρυφερότητα μια σκοτεινή, πραγματική ιστορία και που παραδόξως δεν σε αφήνει στενάχωρο. Κινηματογραφημένη σαν παραμύθι, αξιοποιεί στην εντέλεια τους φυσικούς χώρους γυρισμάτων στη Σικελία όπου είχε γυριστεί και η πρώτη ταινία του ντουέτου, επίσης ενδιαφέρουσα, το «Salvo». Βαθμολογία: 3
«Τυφλή αγάπη» («Radiance», Ιαπωνία, 2017)
Ενας φωτογράφος που χάνει σταδιακά την όρασή του και μια νεότερή του γυναίκα που κάνει ηχητικές αποδόσεις σε ταινίες για άτομα με προβληματική όραση (Μασατόσι Ναγκάζε και Αγιάμε Μισάκι) είναι το παράξενο ντουέτο του ερωτικού δράματος «Τυφλή αγάπη» («Radiance», Ιαπωνία, 2017) που σκηνοθέτησε με τρυφερότητα και κατανόηση η γιαπωνέζα auteur Ναόμι Καβάσε. Η σχέση των δύο αυτών ανθρώπων αρχίζει αμήχανα, προβληματικά. Εκείνος λόγω της κατάστασής του είναι επιθετικός, εκείνη δουλεύει για το σινεμά αλλά με τη φαντασία της σκηνοθετεί Happy Endings, προτιμά να αντιμετωπίζει το σινεμά σαν όχημα αισιοδοξίας, ενώ βεβαίως δεν είναι πάντα έτσι. Το πλαίσιο έχει αρκετό ενδιαφέρον και η ευαισθησία της Καβάσε γνωστή από προηγούμενες ταινίες της, στις οποίες η ποίηση πάντα βρίσκει τη θέση της. Η σχέση των δύο τόσο διαφορετικών αυτών ανθρώπων κάποια στιγμή θα αποκτήσει τη μορφή της με πλοηγό την ελπίδα που αντιστέκεται στον φόβο και όπως πάντα πεθαίνει τελευταία. Βαθμολογία: 2 ½
Tomb Raider: Lara Croft
Η ηρωίδα του video game που έκανε την Αντζελίνα Τζολί σουπερστάρ, πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 2000, αλλάζει μορφή αποκτώντας το πρόσωπο της σουηδέζας ηθοποιού Αλίσια Βικάντερ, που κατά μια έννοια είναι σήμερα αυτό που ήταν τότε η Τζολί. Στη νέα ταινία βλέπουμε την ιστορία της Λάρα Κροφτ προτού γίνει μια παγκόσμια ηρωίδα: είναι 21 ετών, ο εξερευνητής πατέρας της έχει εξαφανιστεί, η ζωή της κυλά χωρίς νόημα, δουλεύει ως ταχυμεταφορέας με ποδήλατο στο Λονδίνο και όχι μόνον αρνείται να παραλάβει τα σκήπτρα της αυτοκρατορίας του πατέρα της αλλά αποφασίζει να βρει τα ίχνη του πεπεισμένη ότι δεν έχει πεθάνει. Οι κίνδυνοι της Ασίας βρίσκονται μπροστά της αλλά η μετατροπή της σε θηλυκό Ιντιάνα Τζόουνς με άφησε παγερά αδιάφορο. Ωραίο πρόσωπο η Βικάντερ, «γράφει» στην οθόνη, αρκεί να έχει τον κατάλληλο σκηνοθέτη. Η σκηνοθεσία του Ρόαρ Ούθαργκ είναι εντελώς διεκπεραιωτική και παλαιομοδίτικη, σαν να βλέπεις ανάλογου τύπου περιπέτεια των eighties χωρίς όμως τη γοητεία της εποχής εκείνης. Βαθμολογία: 1 ½
«Ενας ξένος στην πόλη» («Gringo», ΗΠΑ/Αυστραλία, 2018)
Η Σαρλίζ Θερόν σε ρόλο δηλητηριώδους σέξι MILF «σκύλας» είναι το μόνο στοιχείο που προσωπικά συγκράτησα από την περιπέτεια «Ενας ξένος στην πόλη» («Gringo», ΗΠΑ/Αυστραλία, 2018) του Νας Ετζερτον. Καλοφτιαγμένο αλλά άδειο b movie στο οποίο παρακολουθούμε μια αλυσίδα απατών, χωρίς ωστόσο κάποια να μας κινεί ιδιαίτερα το ενδιαφέρον. Ολα ξεκινούν όταν ο Ντέιβιντ Ογελοου σκηνοθετεί την απαγωγή του στο Μεξικό για να σώσει το τομάρι του και να προλάβει πριν του τη φέρει ο Τζόελ Ετζερτον (αδελφός του σκηνοθέτη), για λογαριασμό του οποίου εργάζεται. Μοιρασμένη ανάμεσα σε Αμερική και Μεξικό, η ταινία δεν έχει τίποτε παραπάνω και τίποτε λιγότερο από τις δεκάδες περιπετειούλες αυτού του τύπου που τις βλέπεις, δεν κερδίζεις τίποτε, δεν χάνεις τίποτε και πολύ γρήγορα τις ξεχνάς. Βαθμολογία: 1 ½
«Moύσα» («Muse», Ισπανία/Αγγλία/Βέλγιο/Γαλλία, 2017)
Στη «Μούσα» («Muse», Ισπανία/Αγγλία/Βέλγιο/Γαλλία, 2017) που σκηνοθέτησε ο Χαβιέ Μπαλαγκουέρο (δημιουργός της ταινίας τρόμου «Rec»), ένας καθηγητής Πανεπιστημίου (Ελιοτ Κάουαν) που νιώθει υπεύθυνος για την αυτοκτονία της μαθήτριας ερωμένης του καταδιώκεται από φαντάσματα. Ωστόσο η μόνη που πραγματικά καταδιώκεται είναι η φουκαριάρα η νοημοσύνη του θεατή ενώ προσπαθεί να βγάλει άκρη μέσα από αυτή την αποθέωση του ακατάληπτου σε μια ταινία που τελικά δεν είναι καν τρομακτική. Βαθμολογία: 1
Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη