Eίναι αργά το απόγευμα στην οδό Καποδιστρίου και δύο νεαροί –ο ένας ανεβασμένος σε σκάλα, ο άλλος τον κρατάει− φτιάχνουν ένα εκτρωματικό σχέδιο με σπρέι σε ένα από τα ελάχιστα σημεία της περιοχής που δεν είναι βαμμένα μέχρι τον πρώτο όροφο.
από τον M. HULOT
Κόσμος περνάει, τους βλέπει να βάφουν και συνεχίζει την πορεία του χωρίς να δίνει καμία σημασία. Δεν σχηματίζεται κάποια εικόνα, δεν κάνουν τέχνη, αφήνουν απλώς το αποτύπωμά τους σε μια πόλη που έχει καταντήσει ένας απέραντος καμβάς, όπου «οποιοσδήποτε θέλει μπορεί να γράψει οτιδήποτε, όπου θέλει, ακόμα και μέρα μεσημέρι», όπως σχολιάζει ένας ηλικιωμένος κύριος που στέκεται και τους κοιτάει.
«Κάποτε, τουλάχιστον, έβλεπες στους δρόμους λίγη ομορφιά, τώρα κάνουν μόνο μουντζούρες» λέει και φεύγει κουνώντας το κεφάλι του. Πλησιάζω να τους ρωτήσω τι είναι αυτό που γράφουν (το σχέδιο σχηματίζει μια λέξη που δεν είναι ούτε γκραφίτι ούτε tag, είναι απλώς άσχημα, κακοσχηματισμένα γράμματα). Δεν φαίνονται παραπάνω από 20 και όταν τους ρωτάω τι ακριβώς φτιάχνουν, εκνευρίζονται.
Δεν μιλούν ελληνικά. Και οι δύο είναι Γερμανοί, ο J. από τη Φρανκφούρτη (είναι 18 και φοιτητής, αρνείται να μου πει περισσότερα), ο F. από το Βερολίνο (19, δηλώνει «artist»), κι έχουν έρθει στην Αθήνα για διακοπές και για να βάψουν στους δρόμους. Αυτό που φτιάχνουν είναι, κατά τη γνώμη τους, «piece of art». «Γιατί να βάψετε στην Αθήνα;» τους ρωτάω. «Επειδή μπορούμε» μου λένε.
Κανένας δεν ενδιαφέρεται, βλέπεις κόσμο να βάφει όπου να ‘ναι στο κέντρο της Αθήνας, ακόμα και με το φως της μέρας, και να μη διαμαρτύρεται κανείς. Έχει γεμίσει το κέντρο με ξένους που έρχονται μόνο για να βάψουν, επειδή είναι πανεύκολο.
Αγοράζουν σπρέι και μπορούν να καταστρέψουν τα πάντα. Λίγο πιο κάτω, στην οδό Μάρνη (και 3ης Σεπτεμβρίου), δύο από τα πιο όμορφα έργα street art των τελευταίων χρόνων (το ένα ήταν η υπέροχη φάλαινα του Alex Katras) έχουν βανδαλιστεί από μια ομάδα νεαρών Γάλλων που σε μια νύχτα έβαψε βιαστικά ένα άθλιο logo, καταστρέφοντας και τα δύο.
Αν περπατήσει κανείς από το Πολυτεχνείο όλη τη Στουρνάρη και γύρω από την πλατεία Εξαρχείων η κατάσταση είναι απελπιστική.
«Το βάψιμο στους δρόμους της πόλης είναι μια διαδικασία που για πολλά χρόνια γινόταν από καλλιτέχνες, ακόμα και οι tag-ιές είχαν κάποιο νόημα και τα γκραφίτι είχαν μια καλλιτεχνική αξία» λέει ο Σ., ένας από τους καλλιτέχνες που φτιάχνουν έργα στους δρόμους της Αθήνας εδώ και 15 χρόνια.
«Όταν ξεκίνησα να βάφω, ψάχναμε έρημα και ερειπωμένα κτίρια και βάφαμε μόνο εκεί. Ποτέ δεν έχω βάψει σε νεοκλασικό, σε τοίχο πολυκατοικίας ή σε μαγαζί. Γενικά, δεν βάφαμε κατοικημένο σπίτι, από άποψη. Τουλάχιστον όχι χωρίς άδεια. Σήμερα η κατάσταση έχει ξεφύγει και νομίζω ότι πλέον δεν διορθώνεται. Είναι στο πλαίσιο μιας γενικότερης αφασίας.
Κανένας δεν ενδιαφέρεται, βλέπεις κόσμο να βάφει όπου να ‘ναι στο κέντρο της Αθήνας, ακόμα και με το φως της μέρας, και να μη διαμαρτύρεται κανείς. Έχει γεμίσει το κέντρο με τουρίστες που έρχονται μόνο για να βάψουν, επειδή είναι πανεύκολο.
Αγοράζουν σπρέι και μπορούν να καταστρέψουν τα πάντα. Έσβησαν πολλά από τα παλιά έργα στους δρόμους που ήταν μέρος της κουλτούρας της πόλης, λέρωσαν τοίχους, φτιάχνουν ακόμα και έργα μεγάλων διαστάσεων που είναι άθλια.
Δεν υπάρχει πολυκατοικία καθαρή στα Εξάρχεια, τοίχοι, πόρτες, κολόνες − έχουν βάψει ακόμα και τις εισόδους και τα μπαλκόνια, στην πλατεία έχουν βάψει ακόμα και στον δεύτερο όροφο! Οι παλιοί ντόπιοι street artists έχουν σταματήσει να βάφουν πλέον μέσα στην πόλη. Σχεδόν όλες οι μουντζούρες γίνονται από τουρίστες».
«Αυτοί δεν είναι street artists, είναι street assholes» λέει ο ιδιοκτήτης ενός μαγαζιού στα Εξάρχεια που βάφει την πρόσοψη του μαγαζιού του σχεδόν κάθε μέρα. Και τη νύχτα την ξαναλερώνουν με κακά γκραφίτι.
«Δεν είναι street art αυτό» εξηγεί. «Μπροστά σε ένα έργο τέχνης νιώθεις σεβασμό, ακόμα και ο πιο αδαής αντιλαμβάνεται ότι είναι έργο τέχνης, και ο πιο βλάκας μπροστά στην ομορφιά στέκεται έκθαμβος. Αυτό που γίνεται τώρα σου δημιουργεί μια απέχθεια.
Κάθε βράδυ Γερμανοί, Ιταλοί, Γάλλοι, Πολωνοί –εκτός από Έλληνες, που έχουν σταματήσει να έρχονται να βάψουν στα Εξάρχεια− καταστρέφουν την αισθητική. Δεν υπάρχει ένα μήνυμα σε αυτό που κάνουν, δεν γράφουν ούτε καν το όνομά τους.
Είναι άθλια σχέδια, ανορθόγραφα συνθήματα και κακοτεχνίες. Στη γωνία Σολωμού και Σουλτάνη υπάρχει ένα πάρκινγκ και ο άνθρωπος που το έχει πλήρωσε φοιτητές της Καλών Τεχνών, μια ομάδα, να του φτιάξουν ένα πολύ ωραίο γραμμικό έργο, εξαιρετικό, εμπνευσμένο από τα γραμμικά που κάνουν στα χωριά της Χίου.Το φώτισε κιόλας. Λοιπόν, την πρώτη νύχτα πήγαν κι έγραψαν πάνω του. Και το έσβησαν. Τώρα δεν υπάρχει, είναι μια σειρά από μουντζούρες, το έχουν καλύψει.
Ένα έργο τέχνης έχει σκέψη, έχει κόπο, έχει χρόνο. Κάποιος που τα διαθέτει αυτά και φτιάχνει ένα πολύ ωραίο έργο τέχνης μπορεί να το αφήσει απροστάτευτο; Δυστυχώς, στην Αθήνα όχι μόνο δεν προστατεύεται αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα σου το βανδαλίσουν.
«Σάββατο βράδυ, στις οκτώ, τέσσερις νεαροί χωρίς κουκούλες, με μπίρες στα χέρια και σκάλα στους ώμους, εμφανίστηκαν στη γειτονιά, έριξαν τη σκάλα στον τοίχο, άφησαν τις μπίρες κατάχαμα, έβγαλαν το σπρέι από την κωλότσεπη κι έγραψαν συνθήματα υψηλού νοήματος» λέει μία από τις κατοίκους της περιοχής.
«Ο ένας πέρασε στο απέναντι πεζοδρόμιο κι άρχισε να γράφει στον τοίχο του νεοκλασικού κοσμήματος. Άρχισα να φωνάζω “σταματήστε, φύγετε από δω, μη βανδαλίζετε το μυαλό και τη γειτονιά μου” − αντίδραση καμιά! Απτόητοι, ατάραχοι, κυρίαρχοι, συνέχιζαν τη συγγραφή. Λέω, “δεν είναι να περιμένω άλλο στο μπαλκόνι, αυτοί είναι ικανοί να ρίξουν τη σκάλα κι εδώ”. Κατεβαίνω στον δρόμο, βγαίνει ταυτόχρονα και ο ιδιοκτήτης του νεοκλασικού, βουτάει αυτόν που έγραφε στον τοίχο του, ζητάει εξηγήσεις, του έρχονται οι απαντήσεις στα γαλλικά, αρνείται ότι έγραφε αυτός, ρωτάμε ταυτόχρονα “από πού είστε”, μας απαντά από τη Γαλλία! Πότε γαλλικά, πότε αγγλικά, μαθαίνουμε ότι έχουν έρθει στα Εξάρχεια για να γράψουν συνθήματα! Φωνάζουμε με αρκετή ευγένεια, μαζεύουν σκάλα, σπρέι, μπίρες και χάνονται προς την πλατεία».
Ο νέου τύπου τουρισμός που έχει αναπτυχθεί τον τελευταίο καιρό και αντιμετωπίζει την παρακμή της Αθήνας ως αξιοθέατο είναι σημείο των καιρών.
Και η παρακμή, όπως φαίνεται, είναι ελκυστική και πουλάει, αυτό το αποδεικνύουν οι απογευματινές και νυχτερινές ξεναγήσεις στα Εξάρχεια που περιλαμβάνουν ως ατραξιόν τα σημεία που για πολλούς οδηγούς και tour operators είναι χαρακτηριστικά: την οδό Τζαβέλλα, όπου δολοφονήθηκε ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος (το σημείο απ’ όπου ξεκίνησαν οι ταραχές του Δεκεμβρίου 2008), και την οδό Στουρνάρη, στην οποία γίνονται επεισόδια τα περισσότερα Σαββατοκύριακα.
Ο Φίκος φτιάχνει εντυπωσιακές τοιχογραφίες μεγάλου μεγέθους σε όλο τον κόσμο «Το Σάββατο πέρασαν από την πλατεία περισσότερα από 40 ποδήλατα με ξένους που είχαν έρθει με ξεναγό, επειδή τα επεισόδια έχουν γίνει αξιοθέατο» λέει ένας από τους καταστηματάρχες της περιοχής.
«Έρχονται καθημερινά στην πλατεία, όλη την ημέρα, αλλά κυρίως αργά, και περιμένουν να δουν τις μολότοφ. Η παρακμή της Αθήνας –αποτέλεσμα της γενικής κρίσης της τελευταίας δεκαετίας− η βρομιά και η φτώχεια ήταν μέσα στο πακέτο που πρόσφερε η “Guardian” στους Άγγλους που ήθελαν να πάρουν γεύση από κοντά. Ο τρόπος που διαφημίζεται η ασυδοσία που υπάρχει αυτήν τη στιγμή στην Αθήνα, την οποία παρουσιάζουν ως τη Μέκκα του γκραφίτι και ως μια πόλη όπου ο καθένας κάνει ό, τι του καπνίσει ανενόχλητος, χωρίς τιμωρία, έχει προσελκύσει ένα νέο είδος τουρίστα. Τον βλέπεις αυτήν τη στιγμή σε όλο το κέντρο, αλλά ειδικά στα Airbnb των Εξαρχείων.
Στο μαγαζί μου, τον τελευταίο καιρό, μπαίνουν ένα σωρό νεαροί ξένοι με σακίδια γεμάτα σπρέι, οι οποίοι απλώς κοιτάζουν και δεν αγοράζουν τίποτα. Οι περισσότεροι έρχονται για να βάψουν ή να ζήσουν για λίγο συναρπαστικά όσα γίνονται γύρω από την πλατεία.
Είναι θλιβερό όλο αυτό που συμβαίνει, έχουν βάψει πινακίδες, έχουν λερώσει τα πάντα και ο δήμος έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά. Η κατάσταση αυτήν τη στιγμή είναι ανεξέλεγκτη και απελπιστική. Σε λίγο τα Εξάρχεια θα έχουν μόνο τουρίστες».
«Ο γκραφιτοτουρισμός δεν είναι νέο φαινόμενο» λέει ο C.R., Αθηναίος street artist. «Τα τελευταία δέκα χρόνια πολλοί γκραφιτάδες επισκέπτονται την Αθήνα είτε για να βάψουν τρένα είτε να κάνουν bombing στο κέντρο της πόλης.
Η Αθήνα είναι μία απ’ τις τελευταίες πρωτεύουσες της Ευρώπης όπου είναι ακόμα σχετικά εύκολο να το κάνει κάποιος. Νομίζω πως μετά το εντυπωσιακό βίντεο των 1UP απ’ το Βερολίνο (“Graffiti Olympics”) θα ακολουθήσουν κι άλλοι μιμητές.
Οι 1UP αγαπάνε ιδιαίτερα τη χώρα μας και πριν από κάποια χρόνια είχαν κάνει την πρεμιέρα της μεγάλου μήκους ταινίας τους για το γκραφίτι. Είναι μια καλή διαφήμιση της Αθήνας για τον “γκραφιτοτουριμό” και όχι μόνο.
Είναι αλήθεια πως διάφοροι ξένοι γκραφιτάδες δεν σέβονται κάποια μνημεία αλλά ούτε και τα παλιότερα γκραφίτι που έχουν γίνει χαρακτηριστικά της πόλης. Σε κάποιες άλλες πρωτεύουσες, αν σε πιάσουν να κάνεις γκραφίτι, σου κόβουν κλήση.
Αλλά και τα γκραφίτι έχουν γίνει το χαρακτηριστικό της πόλης μας, θα είναι κρίμα να σβηστούν ή να καταπολεμηθούν ως εγκληματική πράξη.
Όπως και να το κάνεις, άσχημα ή όμορφα, είναι τέχνη. Εγώ προσπαθώ να βάφω σε εγκαταλελειμμένα κτίρια και δεν με πειράζει να βλέπω τα τρένα βαμμένα. Αλλά το να βάφεις το μαγαζάκι κάποιου ταλαίπωρου μικροεπιχειρηματία ή ένα νεοκλασικό είναι θλιβερό. Ακόμα και αν δεν εκτιμάς τη νεοκλασική αρχιτεκτονική, είναι κρίμα να μη σέβεσαι το μεράκι των μαστόρων που έφτιαχναν κάποτε τέτοια κτίρια.
Δείτε την τοιχογραφία των Os Gemeos στην Πειραιώς, έχει γεμίσει με τεράστια throw ups από ξένους κυρίως γκραφιτάδες, είναι πραγματικά θλιβερό.
Ένας στους δέκα γκραφιτάδες που έρχονται μπορεί να αφήσουν κάτι καλό, όπως ο RUIN και ο Skirl από τη Βιέννη, που επισκέφτηκαν πρόσφατα την Αθήνα, ή ο OMICK. Αυτοί είναι πραγματικοί καλλιτέχνες. Κάποιοι από αυτούς αγαπάνε πραγματικά την Αθήνα, όπως ο Sam 3 από την Ισπανία, που μετακόμισε πρόσφατα εδώ, και ας μην ξεχνάμε τον WD από το Μπαλί, που είναι εδώ και 10 χρόνια στην Ελλάδα κι έχει χαρίσει “κοσμήματα” στην πόλη μας, όπως η κουκουβάγια.
Αυτοί οι καλλιτέχνες κάνουν την Αθήνα μια παγκόσμια πόλη, τουλάχιστον για το street art, και αν το πάρει έτσι κανείς, είναι καλό, από δημιουργικής απόψεως, που υπάρχει αυτή η “ασυδοσία” στην πόλη μας, ας μην τα βάζουμε όλα στο ίδιο τσουβάλι».
πηγή: www.lifo.gr