Μπορεί σήμερα η λεωφόρος Αμαλίας να διαθέτει πολυώροφα κτίρια, αλλά στα τέλη του 19ου αιώνα παρέμενε αραιοδομημένη και ήταν γνωστή με το τοπωνύμιο «Δενδροστοιχίες» αφού τότε ήταν κατάφυτη από πιπεριές, το αγαπημένο δένδρο της πρώτης βασίλισσας, από την οποία αργότερα πήρε το όνομά του ο φαρδύς αλλά περιορισμένου μήκους οδικός άξονας του κέντρου της πρωτεύουσας.
Της Χαράς Τζαναβάρα*
Ήταν ο αγαπημένος περίπατος, ένα είδος νυφοπάζαρου, για τους γόνους των καλών οικογενειών.
Πολλά ανερχόμενα «τζάκια» είχαν ήδη αρχίσει να χτίζουν τα αρχοντικά τους, με δεδομένο ότι στο πρώτο κομμάτι της Β. Σοφίας δεν είχε απομείνει κάποιο αδόμητο οικόπεδο.
Η περιοχή άλλωστε διαθέτει προνομιακή θέση, με πανοραμική θέα προς την Ακρόπολη, τους Στύλους του Ολυμπίου Διός, τον Λυκαβηττό, τον Υμηττό και τον τότε «βασιλικό» Κήπο.
Ο αρχιτέκτονας
Το ακίνητο στη γωνία της Β. Αμαλίας με τη Σπύρου Τσαγκάρη ανήκε στην εφοπλιστική οικογένεια Λυκιαρδόπουλου από την Κεφαλονιά, η οποία είχε ενεργό ρόλο στην Επανάσταση του 1821.
Μετά την απελευθέρωση, οι απόγονοί της είχαν εγκατασταθεί στο Λονδίνο και γρήγορα εντάχθηκαν στις μεγάλες ναυτιλιακές δυνάμεις.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο Νίκος Λυκιαρδόπουλος (1866-1963) αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα και να κατασκευάσει την κατοικία του στο πατρογονικό ακίνητο.
Επέλεξε μάλιστα να κάνει έναν ιδιωτικό διαγωνισμό ιδεών και προσκάλεσε περιορισμένο αριθμό επώνυμων αρχιτεκτόνων της εποχής.
Νικητής όμως αναδείχθηκε ένας… απρόσκλητος, ο Κωνσταντίνος Κυριακίδης, ο οποίος με άγνωστο τρόπο είχε πληροφορηθεί την «κλειστή» διαδικασία μόλις οκτώ ημέρες πριν από την προθεσμία υποβολής της πρότασης, όπως αποκαλύπτουν η Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ και ο Εμμ. Μαρμαρινός στο βιβλίο τους «Οι 12 αρχιτέκτονες του Μεσοπόλεμου». Ισως γι’ αυτή την «εισβολή» του ταλαντούχου αρχιτέκτονα, το κτίριο αντιμετωπίστηκε εχθρικά από τον Τύπο.
Δημοσιεύτηκαν άρθρα που το χαρακτήριζαν «σύμβολο υπεροψίας» απέναντι στους Στύλους του Ολυμπίου Διός και την Πύλη του Αδριανού.
Ηταν το πρώτο πενταώροφο στη γύρω περιοχή και θεωρήθηκε ότι θα μειώνει τη θέα προς την Ακρόπολη. Ο Δημήτρης Φιλιππίδης στο βιβλίο του «Νεοελληνική Αρχιτεκτονική» αποκαλύπτει ότι στο αρχείο του σπουδαίου αρχιτέκτονα της εποχής Νικόλαου Μητσάκη βρέθηκαν αποκόμματα άγνωστης εφημερίδας της εποχής με δύο σκίτσα του Δημήτρη Πικιώνη, του διαμορφωτή του λόφου του Φιλοπάππου, ο οποίος έκανε λόγο για καταστροφή της Αθήνας από τον… ουρανοξύστη του Λυκιαρδόπουλου.
Οι επιθέσεις πάντως δεν εμπόδισαν στην υλοποίηση των αρχιτεκτονικών σχεδίων του Κωνσταντίνου Κυριακίδη. Γεννημένος το 1881 στη Χαλκηδόνα, ήταν γόνος εύπορης οικογένειας της ακμάζουσας ελληνικής παροικίας στην Κωνσταντινούπολη και έτσι εξασφάλισε άρτια μόρφωση.
Μετά την αποφοίτησή του από το Ζωγράφειο Γυμνάσιο, σπούδασε στην Αυτοκρατορική Σχολή Καλών Τεχνών και στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι.
Το εξαιρετικό ταλέντο του είχε διαφανεί από τα σπουδαστικά του χρόνια και μαζί με τον συμφοιτητή του Αλέξανδρο Γενιδουνιά είχαν κερδίσει το πρώτο βραβείο στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για τον κεντρικό σταθμό της Κωνσταντινούπολης.
Το 1926, μέσα στο βαρύ κλίμα της Μικρασιατικής Καταστροφής, αναγκάστηκε, όπως και άλλοι ομογενείς, να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του, όπου ήταν καταξιωμένος αρχιτέκτονας, έχοντας στο ενεργητικό του σπουδαία κτίρια, όπως η Πατριαρχική Σχολή, το σχολείο του Βαφειοχωρίου, η Εμπορική Σχολή της Χάλκης, δημόσια κτίρια, πολυκατοικίες και ξενοδοχεία.
Διακρίσεις
Βασίλης Μαθιουδάκης
Στα 45 του χρόνια ο Κ. Κυριακίδης έκανε μια καινούργια αρχή στην Αθήνα και ώς την κήρυξη του πολέμου παρουσίασε πλούσια παραγωγή, που σηματοδοτείται από εκλεπτυσμένο ύφος της.
Σχεδίασε σπουδαίες πολυκατοικίες, κέρδισε πολλές διακρίσεις σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς και υπέγραψε το Μπενάκειο, το εμβληματικό κτίριο του Κολλεγίου Αθηνών, στα όρια Ψυχικού και Φιλοθέης.
Ωστόσο είναι δυσανάλογα λίγες οι αναφορές στο πλούσιο έργο του και το όνομά του παραμένει άγνωστο, ακόμη και για την αρχιτεκτονική κοινότητα…
Στο μέγαρο Λυκιαρδόπουλου, που ξεκίνησε το 1926 και ολοκληρώθηκε επτά χρόνια αργότερα, ο Κωνσταντινουπολίτης αρχιτέκτονας συνδύασε βυζαντινά μοτίβα με στοιχεία από την τότε κυρίαρχη Art Deco, απογειώνοντας το ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό του λεξιλόγιο, το οποίο δοκίμασε σε μικρότερη κλίμακα και σε άλλα έργα του και είναι αυτό που τον έχει κατατάξει στους βασικούς εκφραστές του εκλεκτικισμού στη χώρα μας.
Το αρχοντικό διαθέτει τέσσερις ορόφους και ρετιρέ. Στην πρόσοψη επί της λεωφόρου Αμαλίας κυριαρχούν η βαριά σιδερένια πόρτα και τα περίτεχνα μπαλκόνια, με διαφορετικό ύφος από όροφο σε όροφο.
Η αρχιτεκτονική αξία του κρύβεται προς την πλευρά της στενής οδού Τσαγκάρη, που έχει μοναδική θέα προς την Ακρόπολη.
Μεγάλα μπαλκόνια με κυκλικές απολήξεις έχουν διαμορφωθεί σε όλα τα επίπεδα, ενώ στον δεύτερο όροφο υπάρχει και ένας κλασικός εξώστης που περιβάλλεται από κολόνες ιωνικού ρυθμού.
Στο εσωτερικό κυριαρχεί η πολυτέλεια, με το λευκό μάρμαρο και το ατόφιο ξύλο να ντύνουν τους τοίχους και τα ταβάνια.
Μετά την εντυπωσιακή είσοδο, δίπλα στη μαρμάρινη σκάλα και τα παράθυρα με πολύχρωμα βιτρό, υπάρχει το ασανσέρ που κατασκευάστηκε στη Γαλλία και είναι το πρώτο που χρησιμοποιήθηκε στην Αθήνα.
Ως τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από τα σαλόνια του, με τα μαρμάρινα τζάκια, τους εντυπωσιακούς πολυέλαιους και τα εκλεπτυσμένα έπιπλα, πέρασαν η πολιτική και οικονομική ηγεσία του τόπου.
Για ένα διάστημα στον τέταρτο όροφο κατοικούσε η οικογένεια Παπαστράτου, της γνωστής βιομηχανίας τσιγάρων.
Η ανακαίνιση
Μετά τον θάνατο του Ν. Λυκιαρδόπουλου, το μέγαρο νοικιάστηκε από τον ΟΗΕ και στέγαζε τη Βιβλιοθήκη του διεθνούς οργανισμού ώς το 1993, οπότε υπέστη σοβαρές ζημιές από βομβιστική επίθεση. Εμεινε κενό ώς το 2008, οπότε τα εγγόνια του αρχικού ιδιοκτήτη προχώρησαν στην υποδειγματική ανακαίνιση των δύο πρώτων ορόφων, που φιλοξενούν εκθέσεις τέχνης και άλλες εκδηλώσεις.
Τα αρχοντικά
Η ξεχωριστή θέση της λεωφόρου Αμαλίας, σε συνδυασμό με τη γειτνίαση με τα ανάκτορα, ήταν η βασική αιτία που έχτισαν τα μέγαρά τους σπουδαίες οικογένειες της εποχής. Στη γωνία με τη σημερινή Οθωνος ήταν το μέγαρο Λουρίδη, που αργότερα πέρασε στην ιδιοκτησία Νεγρεπόντη και έγινε το ανάκτορο του διαδόχου πριν να κατεδαφιστεί το 1960. Την ίδια τύχη είχαν τα αρχοντικά Σκυλίτση, Καζάκου-Τυπάλδου, Σκουζέ, Μαυροκορδάτου, Σταθάτου, Δραγούμη και Πάλλη. Διασώθηκαν μόνον το μέγαρο Μαυρομιχάλη που στεγάζει τα γραφεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και η οικία Ορφανίδη.
Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης