Πλούσια σε τίτλους και η κινηματογραφική εβδομάδα που αρχίζει την Πέμπτη, με έξι νέες ταινίες που, θεωρητικώς τουλάχιστον, καλύπτουν όλα τα γούστα
«1945» (Ουγγαρία, 2017)
Στυλάτη, ασπρόμαυρα φωτογραφημένη, μεθυστικά υποβλητική στην κινηματογράφησή της αλλά και θεματικά πολύ επίκαιρη όπως και ιδιαίτερη ταινία, το «1945» του Μαγυάρου Φέρεντς Τόροκ μάς μεταφέρει σε ένα χωριό της Ουγγαρίας στη χρονιά που δηλώνει ο τίτλος του. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι κάτοικοι του χωριού, ενώ προσπαθούν να ανασάνουν, βρίσκονται μπροστά σε μια άλλη, τεράστια αγωνία: τι ζητούν εκεί οι εβραίοι έμποροι που έχουν έρθει με το τρένο, επιζήσαντες προφανώς του Ολοκαυτώματος; Μήπως θέλουν να διεκδικήσουν την περιουσία που έχασαν; Και πώς την έχασαν;
Συγχρόνως ο Τόροκ με λεπτολογικό τρόπο, έμφαση στη λεπτομέρεια και εικόνες που χαράσσονται στη μνήμη, δίνει μια θαυμάσια εικόνα της ζωής στο χωριό (που θυμίζει χωριό αμερικανικού γουέστερν), συνθέτοντας μια άλλη ιστορία, έναν γάμο που πρόκειται να πραγματοποιηθεί. Ο πεθερός, προύχοντας της περιοχής, είναι το χειρότερο είδος ανθρώπου. Φαλλοκράτης, ρατσιστής, αριβίστας, ένα κτήνος με καλογυαλισμένη φαλάκρα και καλοραμμένο κοστούμι. Αλλά όλοι είναι ένοχοι.
Οσο η ώρα περνά, τόσο η αγωνία του θεατή αυξάνεται, τη στιγμή που η ταινία με εξαιρετικό τρόπο συλλαμβάνει ηθογραφικά στοιχεία του χωριού, από το φαγητό μέχρι το ντύσιμο. Μαζί με τον σεναριογράφο του, Γκάμπορ Σζάντο, ο Τόροκ δούλεψε το ουσιαστικό θέμα που πραγματεύεται η ταινία με υπομονή και εμφανείς γνώσεις. Γιατί είναι πράγματι ένα θέμα του οποίου την ύπαρξη όλοι γνωρίζουμε, αν και κανείς δεν μιλάει για αυτό. Τσαλαβουτώντας στο αίμα συνανθρώπων τους οι κάτοικοι του χωριού (και όχι μόνον του χωριού αυτής της ταινίας) καταπάτησαν και καταβρόχθισαν την περιουσία τους. Και τώρα, ζητούν και τα ρέστα από πάνω. Eνας θρίαμβος της απανθρωπιάς και του θράσους στην πιο φρικαλέα μορφή τους.Παίζουν: Πέτερ Ρούντολφ, Μπέντσε.Βαθμολογία: 3
«Tully» (ΗΠΑ, 2018)
Παίζοντας τη Μάρλο, μια γυναίκα σε βαθύτατη υπαρξιακή κρίση, ενώ ετοιμάζεται να δώσει ζωή σε ένα ακόμη παιδί (έχει ήδη δύο), μια μεταμορφωμένη (και πάλι) Σαρλίζ Θερόν κυριαρχεί στην «Tully». Είναι μια γυναίκα που δεν αντέχει άλλο τα ουρλιαχτά, την γκρίνια και τις βρώμικες πάνες, μια γυναίκα που έχει σιχαθεί τη ζωή της. «Αν είχα ένα ανεκπλήρωτο όνειρο», εξομολογείται, «θα είχα και κάποιον λόγο να είμαι θυμωμένη. Τώρα είμαι θυμωμένη απλώς με μένα». Τα πράγματα θα αρχίσουν να αλλάζουν μετά την πρόσληψη της Τάλι (Μακένζι Ντέιβις), μιας νυχτερινής νταντάς η οποία θα δώσει πνοή στη ζωή της, θα της χαρίσει χαμόγελο, κουράγιο, δύναμη.
Ο σκηνοθέτης Τζέισον Ράιτμαν και η σεναριογράφος Ντιάμπλο Κόντι – συνεργάτες στο πολύ καλό «Juno» – έφτιαξαν μια ταινία που με χαλαρό αλλά ουσιαστικό τρόπο προσπαθεί ν’ αφουγκραστεί τα προβλήματα και τις ανησυχίες γυναικών σε κρίσιμη ηλικία (λίγο πριν από τα 40), οι οποίες είναι φορτισμένες και φορτωμένες από τα πάντα, εκτός από… χαρά. Με την πολύτιμη βοήθεια της Θερόν, που είναι και συμπαραγωγός, τα καταφέρνουν. Υπέρβαρη, άβαφη και κακοχτενισμένη, η νοτιοαφρικανή ηθοποιός «τσαλακώνει» θαρραλέα και πάλι το παρουσιαστικό της και σε κερδίζει με το «καλημέρα»
Αλλά και ο τρόπος με τον οποίο η ηρωίδα θα συμφιλιωθεί με τον εαυτό της είναι εμπνευσμένος, καλό λοιπόν να είναι κανείς προσηλωμένος στην ταινία για να μην πιαστεί «στον ύπνο». Η μόνη ένσταση που θα μπορούσα να εκφέρω είναι η πλήρης υποβάθμιση του ανδρικού φύλου, καθώς όλοι οι άρρενες της ταινίας, ακόμα και ο πλούσιος αδελφός της Μάρλο που τη βοηθά οικονομικά, είναι κάτι ανάμεσα σε τσαρλατάνους, μαριονέτες και σκιάχτρα. Βαθμολογία: 2 ½
«Η ληστεία» («Money», Γαλλία, 2016)
Το νεονουάρ «Η ληστεία» που γύρισε ο γεωργιανός σκηνοθέτης της ταινίας «13 Τζαμέτι» Γκέλα Μπαμπλουάνι καταφέρνει από τις πρώτες κιόλας σκηνές του να δημιουργήσει ατμόσφαιρα, χαρακτήρες και μια πλοκή που αντιλαμβάνεσαι ότι υπόσχεται αρκετές ανατροπές· υπερβολικές ίσως, αλλά ευπρόσδεκτες. Διεφθαρμένοι πολιτικοί και αστυνομικοί, μια σπείρα ερασιτεχνών ληστών που αποφασίζει να κολυμπήσει στα βαθιά νερά και ένας κυνικός επαγγελματίας δολοφόνος διαμορφώνουν τον κόσμο της ταινίας, της οποίας ο δραματουργικός χρόνος είναι μόλις μία μέρα, ή καλύτερα η νύχτα της, που νομίζεις ότι δεν θα τελειώσει ποτέ! Εκβιασμοί, απληστία, αλλά και ενίοτε μια αίσθηση ανθρωπιάς συνθέτουν ένα γευστικό κοκτέιλ συμπεριφορών του υποκόσμου, το οποίο ο Μπαμπλουάνι χειρίζεται δεξιοτεχνικά. Σαν ένας καλός «μαθητής» του Ζαν Πιερ Μελβίλ, του Αλέν Κορνό και του Ζοζέ Τζιοβανί, σκηνοθετών που έχουν διαπρέψει σε αστυνομικά- γκανγκστερικά δράματα αλλοτινών εποχών Παίζουν: Ενσάν Ροτιέ, Ζορζ Μπαμπλουανί, Λουί-Ντο Ντε Λενκεσέν κ.ά. Βαθμολογία: 3
«24 ώρες προθεσμία» («24 Hours to Live», Νότιος Αφρική/ΗΠΑ/Κίνα, 2017),
Μέσω ενός πειράματος, το οποίο για να πω την αλήθεια δεν βρήκα και πολύ πιστευτό, ο Ιθαν Χοκ, πρώην στρατιωτικός, νυν επαγγελματίας δολοφόνος, ο οποίος θρηνεί και τον χαμό των δικών του, επιστρέφει στον κόσμο των ζωντανών και έχει μπροστά του 24 ώρες για να μάθει τι συνέβη και τον… σκότωσαν. Μετά θα πεθάνει. Η αναζήτηση χαρτογραφείται σε διάφορα μέρη του κόσμου (Μαϊάμι, Κέιπ Τάουν, Χονγκ Κονγκ), η δράση είναι ασταμάτητη και ο Χοκ αρκετά διασκεδαστικός στην προσπάθειά του να φτιάξει έναν «σάρκινο» σούπερ ήρωα όπως ας πούμε ο Λίαμ Νίσον στην «Αρπαγή». Ολα αυτά στις «24 ώρες προθεσμία», του πρώην κασκαντέρ Μπράιν Σμρζ, ο οποίος σκηνοθέτησεένα b movie που μοιάζει με «τραβηγμένη» παραλλαγή του κλασικού φιλμ νουάρ του Ρούντολφ Ματέ «D.O.A.» (1949). Εχει πάντως παραγίνει πια το κακό με τους επαγγελματίες δολοφόνους που αφού έχουν σκοτώσει τον μισό πλανήτη κάποια στιγμή δείχνουν να το μετανιώνουν. Θα έλεγε κανείς ότι έτσι και δεν υποδυθεί κάποιος ηθοποιός έναν τέτοιον ήρωα ακόμα και σε μια μέτρια ταινία, δεν θα πάει μπροστά… Βαθμολογία: 2
«Ο γιατρός βλάπτει σοβαρά την υγεία» («Knock», Γαλλία, 2017)
Οι «Αθικτοι» έκαναν τον Ομάρ Σι σταρ, όμως από τότε – και έχουν περάσει επτά χρόνια -δυσκολεύεται να σταυρώσει ανάλογη επιτυχία, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις όπως η δραματική κωμωδία «Ο γιατρός βλάπτει σοβαρά την υγεία» το αποτέλεσμα είναι εντελώς αποκαρδιωτικό. Η αρχική ιδέα είχε ενδιαφέρον: «πείραγμα» σε ένα κλασικό λαϊκό θεατρικό έργου της Γαλλίας, γραμμένο από τον Ζιλ Ρομέν (1885-1972). Στο έργο ο βασικός ήρωας είναι λευκός, εδώ είναι μαύρος, σε μια εποχή όμως που ο ρατσισμός έδινε κι έπαιρνε. Ο ήρωας είναι ένα ρεμάλι που θα παραστήσει τον γιατρό και θα αλλάξει, έτσι, τις ζωές ενός χωριού. Και το αποτέλεσμα, εδώ, είναι μια άνευρη, δίχως χαρακτήρα, βαρετή συρραφή επεισοδίων που δεν είναι ούτε κωμωδία ούτε δράμα. Είναι μια σούπα, στην οποία ο Σι βουλιάζει μην μπορώντας να κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλά: να είναι αστείος. Δεν βλάπτει την υγεία μας βέβαια, βλάπτει όμως την πολύτιμο χρόνο μας. Βαθμολογία: 1
ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ
«Η συμμορία των πέντε» («The ladykillers», Αγγλία, 1955). Μαύρη κωμωδία του Αλεξάντερ Μακ Κέντρικ γύρω από την απόπειρα ληστείας που επιχειρεί μια σπείρα ηλιθίων παριστάνοντας τη μουσική μπάντα. Παίζουν: Αλεκ Γκίνες, Πίτερ Σέλερς, Σέσιλ Πάρκερ κ.ά.Βαθμολογία: 4
Προβάλλεται επίσης το δράμα «Μετά την καταιγίδα» («Adrift», ΗΠΑ, 2018) του ισλανδού σκηνοθέτη Μπαλτάζαρ Κορμάκουρ, μια μυθοπλαστική αντιμετώπιση ενός αληθινού περιστατικού επιβίωσης που συνέβη στον Ειρηνικό στη δεκαετία του 1980. Παίζουν: Σεϊλίν Γούντλεϊ, Σαμ Κλάφλιν.
Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
*Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ