Σε μία από τις φτωχότερες επαρχίες της νοτιοδυτικής Κίνας, την Γκουιζού, το σπήλαιο Ζονγκ κρύβει στα έγκατά του μιαν ολόκληρη πολιτεία. Οι Miao, μια κινεζική φυλή με βαθιά ιστορία, έχουν δημιουργήσει το δικό τους βασίλειο, ωσάν οι τελευταίοι άνθρωποι των σπηλαίων.
Το Ζονγκ ήταν το καταφύγιο των ντόπιων από τις επιθέσεις ληστών στα χρόνια προς της δημιουργίας της σύγχρονης Κίνας, ενώ με την επικράτηση του σοσιαλιστικού καθεστώτος τίποτα δεν άλλαξε· παρέμειναν πιστοί στον υπόγειο κόσμο τους, που θυμίζει το «Underground» του Εμίρ Κουστουρίτσα, με την πλήρη αποκοπή από τον υπόλοιπο κόσμο· ενδεικτικά, το σπήλαιο απέκτησε ηλεκτρισμό μόλις το 2002, δαπάναις επιχειρηματία από τη Μινεσότα, ονόματι Frank Beddor Jr, ο οποίος χρηματοδοτούσε, έως τον θάνατό του, το 2007, σταθερά τη… σπηλαιώδη κοινότητα, ενώ μυστήριο παραμένει η εμμονή του με το Ζονγκ.
Η μόνη σύνδεση με τον… πολιτισμό είναι ένα δύσβατο μονοπάτι μέσα από μιαν απόκρημνη κοιλάδα, το οποίο οδηγεί σε έναν κεντρικότερο δρόμο.
Σήμερα, οι Αρχές κάνουν ό,τι μπορούν για να ξεσπιτώσουν τους κατοίκους.
Τα επαγγέλματα που φιλοξενεί το σπήλαιο είναι κυρίως βιοτεχνικά, ενώ φυσικά δεν λείπει και η κτηνοτροφία – σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Μπράιαν Ντέντον για τους New York Times, οι ήχοι από τις αγελάδες μπλέκονται με τις φωνές των παιδιών που παίζουν όταν τελειώσει το σχολείο, το οποίο, από το 2011, βρίσκεται δύο ώρες μακριά, αφού κυβέρνηση επέβαλε το κλείσιμο του σχολείου εντός του σπηλαίου.
Οι κάτοικοι, πέραν των καθημερινών εργασιών και επαγγελμάτων που χρειάζεται ένα χωριό για την επιβίωσή του, ενοικιάζουν χώρους των κατοικιών τους σε τουρίστες, προσφέροντάς τους τη δυνατότητα να ζήσουν το… κινεζικό όνειρο των σπηλαίων. Μάλιστα, τα τελευταία 20 χρόνια, το σπήλαιο Ζονγκ συγκεντρώνει όλο και περισσότερους ρέκτες της ταξιδιωτικής περιπέτειας – κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο από τις Αρχές.
Το αφηγηματικό ρεπορτάζ του Μπράιαν Ντέντον περιγράφει και την επιμονή των Αρχών να ξεσπιτώσουν (με το αζημίωτο των 60.000 γουάν ή περίπου 9.000 ευρώ) τους κατοίκους και να τους μεταφέρουν σε κοντινό συγκρότημα αγροικιών. Αυτό που φοβούνται, δε, οι κάτοικοι είναι ότι δεν μιλούν μανδαρίνικα, με συνέπεια, στη νέα τους στέγη, να απομονωθούν κοινωνικά.
Οι Αρχές ισχυρίζονται ότι οι κάτοικοι κινδυνεύουν δική τους υπαιτιότητι, αφού, όπως λένε, δεν έχουν φροντίσει τη βιωσιμότητα της υπόγειας πολιτείας τους.
Μέχρι στιγμής, πάντως, φαίνεται μόνον πέντε οικογένειες να έχουν συμφωνήσει να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, ενώ οι υπόλοιπες 18 αρνούνται να μετακινηθούν, από τη στιγμή μάλιστα που εκεί διατηρούν τις περιουσίες τους και ωφελούνται από τη μικρή τουριστική οικονομία που έχει αναπτυχθεί.
Ο Γουάνγκ Τσιγκούο, επικεφαλής της κοινότητας και ο πρώτος που ίδρυσε ξενώνα εντός του σπηλαίου, επιμένει ότι οι κάτοικοι και μόνον αυτοί πρέπει να διαχειρίζονται τα έσοδα από τον τουρισμό. «Το μεγαλύτερο ατού του σπηλαίου είναι οι κάτοικοί του», λέει ο ίδιος, για να συμπληρώσει ο 39χρονος αγρότης Γουάνγκ Τσικάι: «Ο καιρός μέσα στη σπηλιά είναι εκπληκτικός. Αισθάνεσαι σαν να βρίσκεσαι υπό τον ουράνιο θόλο».
πηγή: Έντυπη Καθημερινή