Στην αρχή πίστευα ότι αυτές που φροντίζουν τις γάτες είναι κάτι θείες ανέραστες, θεούσες ίσως, λίγο τρελές και αρκετά ανώμαλες. Αν θέλετε να σας εξηγήσω το «τρελές και ανώμαλες», λυπάμαι αλλά δεν θα μπορέσω. Αφού όλοι είμαστε λίγο τρελοί και αρκετά ανώμαλοι. Ή το αντίστροφο.
Τώρα έχω τις γάτες απέναντί μου και τις βλέπω. Σ’ ένα παλιό εγκαταλειμμένο σπίτι – μάλλον ασυμφωνία κληρονόμων. Γάτες καφέ, κόκκινες, μαύρες, με πολύχρωμα μάτια, γάτες σγουρές, γάτες τρικολόρ, γάτες τσουρέκια, γκρι και άσπρο, πολλές γάτες. Έρχονται κάθε μέρα και τις ταΐζουν δύο αδελφές. Δέκα και μισή, έντεκα παρά. Οι γάτες το ξέρουν και τις περιμένουν.
Οι δύο αδελφές δεν ξέρω αν είναι νευρασθενικές, που δεν είναι, δεν ξέρω αν είναι ανώμαλες, που δεν είναι. Έρχονται κάθε μέρα, και τα Σαββατοκύριακα. (Δεν φεύγουν ποτέ από την Αθήνα; Διακοπές;…) Η μία είναι όμορφη, η άλλη ευπαρουσίαστη, με καλοσυνάτο χαμόγελο, καθόλου τρελό. Κουβαλάει με κόκκινο κολάρο κι ένα σκύλο καφετή, μεσαίου μεγέθους, που τα παρατηρεί με ενδιαφέρον όλα αυτά. Τους αλλάζουν το νερό, τους βάζουν υγρή και ξηρά τροφή. Οι γάτες τις αφήνουν να τις χαϊδεύουν, τρίβονται στα πόδια τους. Τις περιμένουν κάθε μέρα με ορθωμένες σαν κεραίες τις ουρές, χειμώνα, άνοιξη, φθινόπωρο και καλοκαίρι.
Κάποιος πρέπει να το κάνει κι αυτό στις μεγάλες πόλεις. Στην περιοχή αυτή το κάνουν οι δύο αδελφές. Είναι οι απεσταλμένες του Θεού των γάτων. Έτσι οι γάτες τις περιμένουν κάθε μέρα, χωρίς ψέματα. Οι γάτες δεν λένε ψέματα. Είναι ικανές για πολλά, λόχου χάρη να σου σπάσουν τα νεύρα, να σε κάνουν να τις αρπάξεις απ’ την ουρά και να τις βαράς στον τοίχο, να σκαρφαλώσουν σε ελάχιστο χρόνο σε μια νεραντζιά και να βρεθούν στα κεραμίδια, αλλά είναι ανίκανες να πουν ψέματα. Δεν έχουν να κερδίσουν κάτι απ’ αυτό.
Οι γάτες μοιάζουν με το νερό. Έρχονται, φεύγουν. Εκτός από μία. Τη Σταυρούλα. Η ονομασία βγαίνει απ’ τον κίτρινο σταυρό που έχει στο πρόσωπο. Είναι μαύρη, καφέ και κίτρινη. Τη βλέπω πολλά χρόνια σ’ αυτό το δρόμο. Ίσως είναι η πιο παλιά. Είναι πάντα πολύ λεπτή, ίσως έχει γεννήσει αρκετές φορές, καθόλου επιθετική.
Αν της δώσεις τροφή, τρώει λίγο, κάνει στην άκρη και αφήνει κι άλλες γάτες να έρθουν. Έχει κίτρινα μάτια με κάθετες κόρες, γυαλιστερά, εξωγήινα. Μοιάζει με ύαινα, άλλες φορές γίνεται πολύ όμορφη. Με ξέρει, την ξέρω. Έχει την ικανότητα –δεν ξέρω αν το γνωρίζει– να γίνεται αόρατη. Καμιά φορά περνάω δίπλα από ένα αυτοκίνητο και ακούω νιαούρισμα. Είναι η Σταυρούλα ξαπλωμένη. Άμα θέλει, μ’ αφήνει λίγο να τη χαϊδέψω με το δάχτυλο.
Προχθές την είδα να χουζουρεύει στο παράθυρο. Ξάπλωσα πάνω στο χαλί κι εγώ. Απ’ ό,τι φαίνεται με πήρε ο ύπνος. Πέρασε λίγη ώρα κι άκουσα χτυπήματα στην πόρτα. Πήγα, την άνοιξα και την είχα απέναντί μου. Φορούσε μαύρο μακρύ φουστάνι, ένα καφέ σάλι στους ώμους. Ήταν μεθυστική, είχε ένα χρυσό σημάδι στο πρόσωπο και με κοιτούσε μ’ αυτά τα απόκοσμα μάτια. Για λίγο ήταν η πριγκίπισσα των γάτων.
– Μην αφήσεις την καρδιά σου να σκληρύνει κι άλλο, μου ψιθύρισε κι εξαφανίστηκε στο σκοτάδι, όπως είχε έρθει. Άνοιξα τα μάτια κι ανασηκώθηκα. Η Σταυρούλα είχε φύγει μαζί με τ’ όνειρο.
//Από το βιβλίο του Κωστή Γκιμοσούλη «Τα παράξενα που δεν ξεχνάμε», εκδ. Καστανιώτη, 2014. Ο τίτλος του στο βιβλίο είναι «Η πριγκίπισσα των γάτων» (σελ. 63).
πηγή : Andro.gr