Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πατρών επιδίκασε αποζημίωση ύψους 4.000 ευρώ, για ηθική βλάβη σε δανειολήπτη και αποφάσισε να υποχρεώσει την τράπεζα να μετατρέψει το δάνειο από ελβετικό φράγκο σε ευρώ, σε μια απόφαση που αποτελεί σταθμό.
Η απόφαση υποχρεώνει το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα να δεχτεί την αποπληρωμή του δανείου σε ευρώ και να συνυπολογίσει στο ίδιο νόμισμα όλες της χρεώσεις.
Η υπ’ αριθμ. 524/2018 απόφαση, η οποία αποτελεί και πρωτοποριακή νομολογία εξαιτίας της χρηματικής ικανοποίησης, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του ο Ελεύθερος Τύπος, αναφέρεται μεταξύ άλλων στην υποχρέωση των τραπεζικών ιδρυμάτων να ενημερώνουν τους αντισυμβαλλόμενους σχετικά με τον κίνδυνο της επικείμενης διακύμανσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας.
Παράλληλα, επισημαίνεται ότι είναι αναδρομικά άκυροι οι Γενικοί Όροι Συναλλαγής της σύμβασης, εφόσον έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών σε βάρος του καταναλωτή.
Το σκεπτικό
Η δικαίωση για τους δύο ενάγοντες, τη δανειολήπτρια και τον εγγυητή του δανείου, ήρθε, με το δικαστήριο να αναγνωρίζει ηθική βλάβη “εξαιτίας της στενοχώριας και της ψυχικής ταλαιπωρίας που δοκίμασαν, λόγω της πλήρους επιρρίψεως σ’ αυτούς, εν αγνοία τους, από την εναγομένη του συναλλαγματικού κινδύνου, ο οποίος επήλθε μάλιστα, και της εντεύθεν διαψεύσεως των τυπικών και δικαιολογημένων προσδοκιών των εναγόντων ως προς την εξέλιξη της συναλλακτικής σχέσεως αυτών με την εναγομένη, την οποία εμπιστεύονταν, ότι δηλαδή, καταβάλλοντας τις συμφωνηθείσες μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις του τοκοχρεωλυτικού στεγαστικού δανείου ανελλιπώς, το ποσό της οφειλής τους θα μειώνεται και δεν θα αυξάνεται ένεκα μεταβολής της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ και ελβετικού φράγκου, όπως όμως συνέβη”.
Όπως άλλωστε αναφέρεται, ύστερα από 11 χρόνια ανελλιπούς μηνιαίας καταβολής των δόσεων, από το 2006 έως το 2017, η δανειολήπτρια κατάφερε για το αρχικό δάνειο των 65.000 ευρώ μέχρι τον Μάρτιο του 2017 να έχει αποπληρώσει το συνολικό ποσό των 64.054,82 ευρώ, αλλά εξακολουθούσε να οφείλει ακόμη 25.018 ευρώ. Κι αυτό διότι από την αρχή του 2008 η ισοτιμία των δύο νομισμάτων κατέγραψε μεγάλη μείωση εις βάρος του ευρώ, ενώ ο δείκτης διακύμανσης, ο οποίος είχε παραμείνει περίπου σταθερός για τα προηγούμενα δεκαπέντε έτη, τριπλασιάστηκε.
Κατά το σκεπτικό του δικαστηρίου, «η κίνηση των δύο εναγόντων να μετατρέψουν με πρόσθετη σύμβαση το αρχικό στεγαστικό δάνειο από το νόμισμα του ευρώ σ’ εκείνο του ελβετικού φράγκου έλαβε χώρα δίχως εκείνοι να ενημερωθούν «ως προς τον συναλλαγματικό κίνδυνο της ισοτιμίας ευρώ και ελβετικού φράγκου με τρόπο κατανοητό για τους ενάγοντες, διότι οι τελευταίοι δεν είχαν προηγούμενη εμπειρία αναφορικά με συναλλαγές σε ξένο νόμισμα, δεν διαθέτουν ιδιαίτερες γνώσεις ως προς τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές και γενικότερα ενασχόληση με εξειδικευμένες τραπεζικές συμβάσεις, όπως έτερα δάνεια ή επενδύσεις, ούτε έχουν περιουσία ή εισοδήματα σε ελβετικά φράγκα».
Τέλος, επισημαίνεται πως «η συμπεριφορά της τράπεζας να μην ενημερώσει με τον τρόπο που όφειλε τη δανειολήπτρια είχε ως αποτέλεσμα η τελευταία να ζημιωθεί. Ειδικότερα, αναφέρει το δικαστήριο πως συνεπεία “της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς» της τράπεζας, η οποία επέβαλε, ως προμηθεύτρια του δανειακού τραπεζικού προϊόντος σε ξένο νόμισμα, από βαριά αμέλεια στους ενάγοντες καταναλωτές τους άκυρους ως καταχρηστικούς και δη αδιαφανείς ΓΟΣ, δίχως επιπροσθέτως να εκπληρώσει, ένεκα βαριάς αμέλειας των υπαλλήλων αυτής, αφενός την προπεριγραφείσα προβλεπόμενη από το άρθρο 2 Ν. 2251/1994, την υπ’ αριθμόν 2501/2002 ΠΔΤΕ και την αρχή της καλής πίστεως υποχρέωσή της προς πλήρη και προσήκουσα σχετική προσυμβατική ενημέρωση των εναγόντων καταναλωτών και αφετέρου την πηγάζουσα από την καλή πίστη υποχρέωση της εναγομένης περί της προστασίας της περιουσίας και των εννόμων συμφερόντων των τελευταίων ως ασθενέστερων συμβαλλομένων”.