Η περιουσία ενός προσώπου δεν είναι πλήρως ελεύθερη να τη μοιράσει στους συγγενείς του. Πρέπει ενά ελάχιστο μερίδιο, επιφυλαγμένο υπέρ παιδιών και συζύγου, να πάει σε αυτούς. Δεν μπορεί δηλαδή σε ένα παιδί να δώσει τα πάντα και σε άλλο τίποτα. Το μερίδιο αυτό λέγεται “νόμιμη μοίρα”.
Του Ευάγγελου Μαργαρίτη*
Σύμφωνα με το νόμο, τα παιδιά (ή αν δεν έχει, οι γονείς) του κληρονομουμένου, καθώς και ο σύζυγος που επιζεί, οι οποίοι θα είχαν κληθεί ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία. Η νόμιμη μοίρα είναι το μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας. Ο μεριδούχος κατά το ποσοστό αυτό μετέχει ως κληρονόμος.
Δηλαδή αυτόματα κάποιο παιδί που δεν το έχει αποκληρώσει ο γονέας του (για την έννοια της αποκλήρωσης βλ. εδώ) είναι κληρονόμος στο ποσοστό που του αντιστοιχεί, το οποίο είναι το μισό από όσο θα έπαιρνε αν ο γονέας δεν είχε αφήσει διαθήκη.
Έτσι, αν π.χ. ο πατέρας είχε ένα ακίνητο και το έδωσε μόνο στο ένα παιδί (χωρίς να έχει σύζυγο), τότε το άλλο παιδί αυτόματα παίρνει 25% σε αυτό.
Από τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827 και 1829 ΑΚ συνάγεται ότι, σε περίπτωση που υφίσταται κληρονομικό δικαίωμα εκ διαθήκης, εκείνος που έχει δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία (μεριδούχος) δεν δεσμεύεται από το περιεχόμενο της διαθήκης κατά το μέρος που με αυτό αποκλείεται, περιορίζεται ή επιβαρύνεται η δική του νόμιμη μοίρα, η οποία (διαθήκη) κατά το μέρος αυτό είναι άκυρη.
Ο μεριδούχος μπορεί να αντιτάξει το δικό του εκ του νόμου κληρονομικό δικαίωμα έναντι του εκ διαθήκης κληρονόμου του οποίου η εγκατάσταση περιορίζεται, κατόπιν αυτού, στο μέρος που δεν προσβάλει τη νόμιμη μοίρα.
Η αγωγή του μεριδούχου προς απόδοση της νόμιμης μοίρας, είτε εξολοκλήρου, είτε του ελλείποντος, κατά το ποσοστό της οποίας αυτός συντρέχει ως κληρονόμος, είναι η περί κλήρου αγωγή, με την οποία απαιτούνται, κατά το άρθρο 1871 του ΑΚ, αντικείμενα της κληρονομίας, τα οποία κατακρατεί ο νομέας της κληρονομίας, που αντιποιείται κληρονομικό δικαίωμα.
Για τον υπολογισμό δε της νόμιμης μοίρας λαμβάνεται, κατά τα άρθρα 1831 και 1838 του ΑΚ, η κατάσταση και η αξία της κληρονομίας κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, αφαιρουμένων των χρεών κλπ ή προστιθεμένων των αναφερόμενων στα άρθρα αυτά στοιχείων.
Επομένως, ο μεριδούχος, με την περί κλήρου αγωγή πρέπει να επικαλεστεί το θάνατο του κληρονομουμένου, το κληρονομικό του δικαίωμα, αναφέροντας τη συγγενική σχέση που τον συνδέει με τον κληρονομούμενο και στην οποία στηρίζει την κλήση του στην κληρονομιά ως μεριδούχου, την ιδιότητα των επιδίκων ως κληρονομιαίων αντικειμένων, την κατοχή και την κατακράτησή τους από τον εναγόμενο ως κληρονόμο του διαθέτη την κατά τους νομίμους τύπους σύσταση διαθήκης με την οποία προσεβλήθη η νόμιμη μοίρα του καθώς και να προσδιορίσει το επί της κληρονομίας ποσοστό, στο οποίο ανέρχεται η νόμιμη μοίρα του, και για τον υπολογισμό αυτού, τα περιουσιακά στοιχεία – ως και την αποτίμησή του σε χρήμα – τα οποία αποτελούν την κληρονομία, και δη το είδος, την έκταση και την αξία καθενός, καθώς και την ιδιότητά τους ως κληρονομιαίων.
Πηγή: https://www.lawspot.gr/
*Δικηγόρος παρ’ Εφέταις | Μεταδιδακτορικός Ερευνητής – Βοηθός Διδασκαλίας Νομικής Αθηνών