Εγκύκλιος του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, Γιώργου Πιτσιλή, ξεκαθαρίζει το πώς θα κινηθούν οι εφοριακοί απέναντι σε όσους επιλέξουν να μην υπαχθούν στο διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη.
Η εγκύκλιος ξεκαθαρίζει πως η προστασία του νόμου Κατσέλη εξέπνευσε στις 28 Φεβρουαρίου 2019 και πως από την 1η Μαρτίου 2019 δεν υφίσταται πλέον η δυνατότητα του οφειλέτη να υποβάλει δικαστικώς αίτηση για εξαίρεση της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση για οφειλές. Σε σχέση δε με το νέο καθεστώς προστασίας του νόμου 4605/2019 ξεκαθαρίζεται πως η ισχύς των νέων διατάξεων ξεκίνησε από τις 30 Απριλίου 2019.
…και μετά αρχίζουν οι πλειστηριασμοί
Βάσει της εγκυκλίου όσοι δεν υπαχθούν ή δεν επιλεγούν στο νέο καθεστώς θα βρεθούν αντιμέτωποι με πρόγραμμα πλειστηριασμού της πρώτης κατοικίας τους. Αλλά ακόμη και εάν τους παρασχεθεί προσωρινή προστασία θα γλιτώσουν προσωρινά μόνον τον πλειστηριασμό και όχι τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών μέτρων.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο Πιτσιλή, όσοι υποβάλλουν αίτηση συναινετικής ρύθμισης και κριθούν επιλέξιμοι κατά τον προέλεγχο ισχύει αυτοδίκαιη αναστολή κάθε πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας τους, ακόμη και έναντι των πιστωτών που δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση, μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο.
Ηαναστολή πλειστηριασμού ή σε περίπτωση εμπρόθεσμης υποβολής αίτησης δικαστικής ρύθμισης. προστασία αυτή δεν θα ισχύει εφόσον δεν επιτευχθεί συμφωνία ρύθμισης με έναν τουλάχιστον πιστωτή, για
Αν ο οφειλέτης δεν κριθεί επιλέξιμος κατά τον προέλεγχο επιλεξιμότητας δεν ισχύει η αυτοδίκαιη αναστολή από πλειστηριασμούς. Ωστόσο θα έχει τη δυνατότητα να αιτηθεί την αναστολή του πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας του με επίκληση της διαδικασίας του άρθρου 1000 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, η οποία κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, δεκαπέντε τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού, το δικαστήριο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία του πλειστηριασμού έως έξι μήνες από την αρχική ημέρα του πλειστηριασμού, αν δεν υπάρχει κίνδυνος βλάβης του επισπεύδοντος και εφόσον προσδοκάται βάσιμα ότι ο οφειλέτης θα ικανοποιήσει μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα τον επισπεύδοντα ή ότι, αν περάσει το χρονικό αυτό διάστημα, θα επιτευχθεί μεγαλύτερος πλειστηριασμός.