Ένα μεγάλο κομμάτι του πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδας λεηλατήθηκε κυριολεκτικά από διάφορους κατακτητές και περιηγητές ανά τους αιώνες, και έτσι σήμερα πολλά ελληνικά έργα τέχνης βρίσκονται διάσπαρτα σε μουσεία του κόσμου, και όχι στον τόπο που “γεννήθηκαν”.
Του Χρήστου Δεμέτη*
Η επικράτηση του Χριστιανισμού και η αποκαθήλωση της “ειδωλολατρίας”, η πτώση του Βυζαντίου και η μετέπειτα τουρκοκρατία, αλλά κυρίως η έλλειψη εθνικής συνείδησης και εθνικής ιδέας μέχρι την πρώτη ανεξαρτησία του σύγχρονου ελληνικού κράτους, συντέλεσαν στο να μην υπάρχει νομικό πλαίσιο για αυτές τις αρχαιότητες.
Οι πρώτες αντιδράσεις για τα ελληνικά “κλεμμένα” προέκυψαν μετά τις λεηλασίες του Έλγιν. Όπως παρατήρησε ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και ιστορικός Γιώργος Τόλιας κατά την παρουσίαση του ντοκιμαντέρ “Το κάλεσμα των μαρμάρων“, σε παραγωγή COSMOTE TV: “Οι έντονες αντιδράσεις γύρω από το θέμα αυτό προέκυψαν λόγω της βαναυσότητας της κίνησης του Έλγιν. Μέχρι εκείνη την εποχή δεν είχαμε ξανά διάλυση ή καταστροφή μνημείων. Είναι τελείως διαφορετικό το να συλλέγει κανείς διάσπαρτες αρχαιότητες και να τις συγκεντρώνει για να τις μελετήσει και τελείως διαφορετικό να καταστρέφει μνημεία προκειμένου να αφαιρέσει από αυτά τον γλυπτό διάκοσμο ή ό,τι θεωρεί θησαυρό. Να λεηλατήσει δηλαδή μνημεία που όλοι τα ήξεραν και κανείς δεν τα πείραζε με σκοπό την προσωπική προβολή ή το κέρδος”.
Όπως αναφέρει στη σειρά ο William St Clair, ιστορικός στο Ινστιτούτο Αγγλικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου:
“Αν περπατήσετε σήμερα στο Λονδίνο, θα βρείτε μικρούς Παρθενώνες, μικρά Ερέχθεια και μικρά Προπύλαια. Όχι μόνο στο Λονδίνο, αλλά και στο Εδιμβούργο, στο Μπαθ και αλλού. Υπάρχει μια αισθητική και η αισθητική δεν αφορά την ομορφιά, αλλά την τελειότητα. Όταν έρχεσαι σε επαφή με το τέλειο, όπως έλεγαν οι Αρχαίοι, “εγκρίνεσαι” ως άνθρωπος, αποκτάς παιδεία. Αλλά όταν αυτή η μεταφορά γίνεται σε μία σύγχρονη χώρα, η παιδεία χάνεται και καταλήγει να γίνει διακοσμητικό στοιχείο”.
Αυτή η αρμονία, η αισθητική αρτιότητα που αποπνέουν τα αρχαία ελληνικά μνημεία, σε συνδυασμό με την αξιακή φόρτιση που φέρουν, είναι και οι λόγοι για τους οποίους συγκεντρώνουν τόσα πολλά βλέμματα πάνω τους. Η διαχρονικότητά τους τα κάνει κεντρικά εκθέματα στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου. Στο Λούβρο, η Νίκη της Σαμοθράκης και η Αφροδίτη της Μήλου, στέκουν στις πιο περίοπτες θέσεις και αποτελούν “αγαπημένο” πόλο έλξης των επισκεπτών.
Κι όπως παρατήρησε ο κ. Τόλιας, είναι τόσο δύσκολο να αποφασίσουν οι Βρετανοί να επιστρέψουν τα Ελγίνεια, καθώς χωρίς αυτά το μουσείο του Λονδίνου θα χάσει το μεγαλύτερο μέρος της αίγλης τους.
Αυτή η αρχαιοελληνική αίγλη όμως οικουμενικοποιήθηκε στο πέρασμα των αιώνων. Όπως παρατήρησε ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ, Κλεάνθης Δανόπουλος:
“Η σειρά παρουσιάζει τα καθοριστικά σημεία της σχέσης του Δυτικού Πολιτισμού με τα έργα της Ελληνικής αρχαιότητας, τους τελευταίους πέντε αιώνες. Η σχέση αυτή, η οποία συνεχίζεται αδιάρρηκτα από την Αναγέννηση ως σήμερα, οριοθετεί σε μεγάλο βαθμό την πορεία εξέλιξης του Δυτικού Πολιτισμού, ενώ διαδραμάτισε έναν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία και τη διαμόρφωση του Ελληνικού κράτους. Τα αντικείμενα που έχουν μεταφερθεί στα περισσότερα μουσεία της Ευρώπης είναι ένα δείγμα αυτής της σχέσης”.
“Στο διάστημα αυτό, ο Δυτικός πολιτισμός αυτοπροσδιορίστηκε ως συνεχιστής του πνεύματος και της αισθητικής της Ελληνικής Αρχαιότητας, γεγονός που δημιουργεί μία ιδιαίτερη περίπτωση στην παγκόσμια Ιστορία. Χειρόγραφα, νομίσματα και μεγάλος αριθμός έργων τέχνης, μεταφέρθηκαν από την Ελλάδα στην Δυτική Ευρώπη, επηρεάζοντας καθοριστικά την τέχνη και τις πνευματικές αναζητήσεις της Ευρώπης. Οι μεγάλες πρωτεύουσες του Δυτικού κόσμου, στολίστηκαν με κτήρια αναφοράς στον Κλασσικό πολιτισμό, ενώ οι τέχνες αναπτύχθηκαν έχοντας σαν βάση τα πρότυπα και τις αναζητήσεις της Ελληνικής Αρχαιότητας. Επομένως, το ενδιαφέρον στη σειρά δεν είναι μόνο η λεηλασία, αλλά το γεγονός ότι μετά την Αναγέννηση η Δυτική Ευρώπη αφομοίωσε πολλά στοιχεία από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό”.
Η αφομοίωση αυτή αντανακλάται από τον τρόπο που τα αρχαία ελληνικά ευρήματα εντάσσονται και αναδεικνύονται μέσα από τη μουσειακή παρουσίασή τους στην Ευρώπη και όχι μόνο. Ωστόσο, οι διεκδικήσεις των Ελγίνειων, φέρουν μέσα τους το δίκαιο αίτημα αποκατάστασης ενός βάναυσου ακρωτηριασμού ενός ενεργού – από την εποχή εκείνη – μνημείου. Λοιπές αρχαιότητες ανακτήθηκαν ανά διαστήματα από περιοχές που δεν εντάσσονται στον σημερινό “ελλαδικό χώρο” αλλά είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας.
Τα μάρμαρα του Παρθενώνα αποσπάστηκαν από το 1799 μέχρι το 1803, και μεταφέρθηκαν στην Βρετανία το 1806, λίγα χρόνια πριν την ελληνική επανάσταση και τη σύσταση του ελληνικού κράτους, το οποίο οικοδομήθηκε γύρω από τον συσχετισμό με την αρχαία κληρονομιά. Επίσης, στον Έλγιν χρεώνεται η καταστροφή ενός μνημείου παγκόσμιας σημασίας, το οποίο χωρίς τα μάρμαρα που αφαιρέθηκαν, στέκει λειψό μέσα στο μεγαλείο του.
Από το 1983, με πρωτοβουλία της τότε Υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη, η Ελλάδα καταβάλλει προσπάθειες να φέρει τα γλυπτά πίσω στην Αθήνα, ενώ η UNESCO στέκεται αρωγός στις διεκδικήσεις με βάση την αρχή της διατήρησης της ακεραιότητας των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομίας.
Το 2009, το Βρετανικό Μουσείο δήλωνε πως, με την ευκαιρία των εγκαινίων του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, θα ήταν διατεθειμένο να δανείσει τα Γλυπτά, αρκεί η ελληνική κυβέρνηση να αναγνωρίσει το δικαίωμα ιδιοκτησίας τους στο Μουσείο. Η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε την πρόταση.
Μάρμαρα του Παρθενώνα
Η εν λόγω συλλογή γλυπτών περιλαμβάνει μερικά από τα γλυπτά των αετωμάτων, των μετοπών, που απεικονίζουν μάχες μεταξύ των Λαπίθων και των Κενταύρων, αλλά και της ζωφόρου του Παρθενώνα που κοσμούσε το ανώτερο τμήμα των τοίχων του σηκού του ναού σε όλο τους το μήκος.
Ως εκ τούτου, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 1/2 από ό,τι απομένει από τον γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα που διασώθηκε: 75 μέτρα από τα αρχικά 160 μέτρα, 15 από τις 92 μετόπες, 17 τμηματικές μορφές από τα αετώματα, όπως επίσης και άλλα τμήματα της αρχιτεκτονικής. Τα αποκτήματα του Έλγιν περιλαμβάνουν ακόμη αντικείμενα από άλλα κτήρια της Αθηναϊκής Ακρόπολης: το Ερέχθειο, που μεταβλήθηκε σε ερείπιο κατά τον ελληνικό αγώνα της Ανεξαρτησίας (1821-33), τα Προπύλαια και τον Ναό της Αθηνάς Νίκης. Ο λόρδος Έλγιν πήρε περίπου τα μισά από τα γλυπτά του Παρθενώνα και από τα υπόλοιπα δημιουργήθηκαν εκμαγεία σε γύψο. Έκτοτε τα Μάρμαρα αναφέρονται συχνά ως Ελγίνεια.
Ένα από τα μάρμαρα του Παρθενώνα που επεστράφησαν, είναι το Τμήμα του Παλέρμο. Πρόκειται για ένα μαρμάρινο γλυπτό 2.500 ετών του ποδιού και του φορέματος της θεάς Aρτέμιδος.
Το συγκεκριμένο τμήμα αφαιρέθηκε από τον Λόρδο Έλγιν στις αρχές του 19ου αιώνα και παραδόθηκε στον Βρετανό Πρόξενο της Σικελίας το 1816.
Κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, το τμήμα αυτό κρατούνταν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σαλίνας στο Παλέρμο.
Η 13ετής προσπάθεια της Ελλάδας για την επιστροφή του τμήματος ολοκληρώθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου του 2008, όταν ο Ιταλός πρόεδρος Τζόρτζιο Ναπολιτάνο μετέφερε το μάρμαρο αυτό στην Αθήνα.
Θεωρήθηκε πως αυτή η κίνηση θα ενδυνάμωνε την θέση της Ελλάδας στην προσπάθεια της να φέρει πίσω τα υπόλοιπα μάρμαρα από το Βρετανικό Μουσείο.
Αφροδίτη της Μήλου
Η Αφροδίτη της Μήλου είναι πολύ γνωστό μαρμάρινο άγαλμα, του τέλους ελληνιστικής – αρχών ρωμαϊκής εποχής (περί το 150 – 50 π.Χ.), το οποίο βρέθηκε, την άνοιξη του 1820, σε αγροτική περιοχή της Μήλου. Το άγαλμα εντοπίστηκε σε πάνω από 6 χωριστά κομμάτια και κατέληξε ένα χρόνο αργότερα στο Μουσείο του Λούβρου, όπου και εκτίθεται μέχρι σήμερα.
Στο μουσείο της Μήλου υπάρχει πιστό αντίγραφό του, το οποίο απέστειλε το Λούβρο ως δωρεά.
Θεωρείται ένα έργο-ορόσημο της ελληνιστικής τέχνης, το οποίο συνδυάζει αρμονικά τη γυναικεία ομορφιά και θηλυκότητα. Θεωρείτο έργο του Πραξιτέλη, σήμερα όμως είναι σαφές ότι ο δημιουργός είναι άλλος. Είναι ένα από τα σημαντικότερα αποκτήματα του Λούβρου.
Βρέθηκε ακρωτηριασμένη και εικάζεται πως η θεά στο αριστερό της χέρι κρατούσε μήλο ή καθρέφτη ή ότι με τα δύο χέρια της κρατούσε την ασπίδα του Άρη. Για τα χέρια της υπάρχει ο μύθος ότι έσπασαν πάνω σε καβγά Γάλλων αρχαιολόγων και Ελλήνων κατά τη μεταφορά του αγάλματος.
Η περιπέτεια απόσπασης του αγάλματος:
Σύμφωνα με το sansimera.gr, το άγαλμα είχε περιπετειώδη διαδρομή μέχρι να φτάσει στο Μουσείο του Λούβρου. Ανακαλύφθηκε όταν η σκαπάνη του χωρικού Γεωργίου Κεντρωτά, που καλλιεργούσε το χωράφι του προσέκρουσε σε ένα λίθινο υπόγειο θόλο, κάτω από τον οποίο ήταν τοποθετημένο το άγαλμα.
Ο Κεντρωτάς, όταν συνήλθε από την έκπληξη, παρέλαβε το πολύτιμο εύρημα και το έκρυψε με πάσα μυστικότητα στην οικία του.
Όμως το μυστικό γρήγορα έγινε γνωστό και έφτασε στα αυτιά τόσο του προξενικού πράκτορα της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη όσο και των προκρίτων της Αθήνας. Ο πρώτος ενημέρωσε τον ελληνομαθή και αρχαιόφιλο σημαιοφόρο Ντ’ Ουρβίλ, μέλος του πληρώματος γαλλικού πολεμικού πλοίου που ναυλοχούσε στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Ντ’ Ουρβίλ έσπευσε στην Μήλο και επισκέφθηκε την οικία του Κεντρωτά. Τόσος ήταν ο θαυμασμός του για το άγαλμα, ώστε επέστρεψε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη και ενημέρωσε τον Γάλλο πρεσβευτή για την αξία του. Αυτός διέταξε το πολεμικό πλοίο να κατευθυνθεί στην Μήλο και να το παραλάβει πάση θυσία.
Εν τω μεταξύ, οι πρόκριτοι της Αθήνας έστειλαν με τουρκικό πλοίο τον ιερέα Βέργη στο νησί με εντολή να μεταφέρει το πολύτιμο εύρημα στην Αθήνα. Ο Βέργης έφθασε στην Μήλο και έπεισε τους ντόπιους και τις τουρκικές αρχές να του παραδώσουν το άγαλμα. Το συσκεύασε σε ξύλινο κιβώτιο και ήταν έτοιμος να το φορτώσει το πλοίο, όταν για κακή του τύχη έφθασαν οι Γάλλοι.
Με την απειλή των όπλων, οι Γάλλοι ναύτες απέσπασαν το πολύτιμο φορτίο από τα χέρια Ελλήνων και Τούρκων και το μετέφεραν στο πολεμικό πλοίο, το οποίο κατευθύνθηκε αμέσως στην Γαλλία.
Η Νίκη της Σαμοθράκης
Πρόκειται για μαρμάρινο γλυπτό αγνώστου καλλιτέχνη της ελληνιστικής εποχής που βρέθηκε στο ιερό των Μεγάλων Θεών στην Σαμοθράκη και παριστάνει φτερωτή τη Θεά Νίκη.
Το γλυπτό εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου από το 1884. Είναι μία από τις τρεις φτερωτές Νίκες που βρέθηκαν στον Ναό της Σαμοθράκης. Οι άλλες δύο εκτίθενται -η μεν πρώτη, που αποτελεί ρωμαϊκό αντίγραφο και το βρήκαν Αυστριακοί αρχαιολόγοι- στο Μουσείο Kunsthistorisches Museum της Βιέννης και η δεύτερη, που βρέθηκε από την αμερικανική αποστολή του Karl Lehmann και της Phyllis Williams-Lehmann το 1949, στο αρχαιολογικό Μουσείο της Σαμοθράκης.
Η θεά φιλοτεχνήθηκε χωριστά από λευκό παριανό μάρμαρο και ίσως κρατούσε στεφάνι για το νικητή ή είχε υψωμένο το χέρι της στο στόμα για να διαλαλήσει τη νίκη χωρίς να κρατά τίποτα ή χαιρετούσε.
Το άγαλμα στο ελληνιστικό σύμπλεγμα ήταν στερεωμένο στην επίσης μαρμάρινη πλώρη ενός πλοίου και έδινε την αίσθηση ότι μόλις είχε “προσγειωθεί” σε αυτό και πατούσε φευγαλέα. Το πλοίο ήταν από μάρμαρο Ρόδου (το γκριζωπό μάρμαρο της Λίνδου και συγκεκριμένα της Λάρδου). Οι ειδικοί εικάζουν ότι το έργο ήταν σχεδιασμένο για να το βλέπει ο κόσμος από τα αριστερά, κατά τα ¾ του προφίλ, επειδή η μία πλευρά του είναι πιο καλοδουλεμένη –και στα ελληνιστικά χρόνια αυτό συνηθιζόταν για την πλευρά την οποία θα έβλεπε το κοινό.
Μία εκδοχή των αρχαιολόγων για το αφιέρωμα ήταν πως το είχε κάνει ο Δημήτριος ο Πολιορκητής (337-283 π.Χ.) όταν νίκησε τον στόλο του Πτολεμαίου στα ανοιχτά της Κύπρου γύρω στο 290 π.Χ. Σήμερα όμως πολλοί πιστεύουν ότι το αφιέρωσαν οι Ρόδιοι όταν το 191 π.Χ., συμμαχώντας με την Πέργαμο, νίκησαν τον Αντίοχο Γ΄ της Συρίας σε ναυμαχία στα ανοιχτά της Σίδης.
Τα κομμάτια του γλυπτού βρέθηκαν τμηματικά και στην αρχή η Νίκη εκτίθετο στο Λούβρο δίχως τον κορμό και τα φτερά της αλλά και δίχως την πλώρη, τα κομμάτια της οποίας οι Γάλλοι ειδικοί στην αρχή είχαν εκλάβει ότι ανήκαν σε τύμβο και τα είχαν αφήσει στη Σαμοθράκη.
Συγκεκριμένα, η ανεύρεση άρχισε το 1863 από μια αρχαιολογική αποστολή στην οποία επικεφαλής ήταν ο Κάρολος Σαμπουαζό (1830-1909) (Charles Champoiseau) υποπρόξενος της Γαλλίας στην Αδριανούπολη.
Από ελληνικής πλευράς έχουν γίνει διάφορες κινήσεις και προσπάθειες για την επάνοδο της Νίκης της Σαμοθράκης στην Ελλάδα, αλλά αυτό δεν στάθηκε δυνατό.
Αφροδίτη της Ταυρίδας
Βρίσκεται στο μουσείο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης. Το άγαλμα αυτό κατασκευάστηκε τον 3ο ή 2ο π.Χ. αιώνα και είναι αντίγραφο του περίφημου έργου του Πραξιτέλη, της Κνιδίας Αφροδίτης (4ος π.Χ). Κατά τους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους, αντιγράφηκε περισσότερο από κάθε άλλο γλυπτό. Άποκτήθηκε το 1719 από την αγορά της Ρώμης έναντι 200 ασημένιων νομισμάτων από τον Ποτέμκιν για λογαριασμό του Μεγάλου Πέτρου.
Το εν λόγω μουσείο συγκεντρώνει 30.000 ελληνικές αρχαιότητες, από τις 100.000 αρχαιότητες που συγκεντρώνει συνολικά στα εκθέματά του.
Ο Δισκοβόλος του Μύρωνα
Ο Δισκοβόλος, χάλκινο έργο του γλύπτη Μύρωνα, χρονολογείται γύρω στο 450 π.Χ. και είναι από τα πρώτα έργα στην ιστορία της τέχνης που απεικονίζει τον αθλητή σε στιγμιαία στάση (στιγμιότυπο, ενσταντανέ). Εδώ δε μιλάμε για κάποιο “κλεμμένο” αρχαιοελληνικό έργο, αλλά για ένα εμβληματικό έργο που χάθηκε για πάντα.
Παρόλο που το πρωτότυπο έργο δεν διασώζεται, τα μαρμάρινα ρωμαϊκά αντίγραφα που σώθηκαν ως τις μέρες μας – με πιο πιστό αυτό του λεγόμενου “Δισκοβόλου Lancelloti” – σε συνδυασμό με την περιγραφή του Λουκιανού, οδήγησαν τους μελετητές στην ταύτιση των αντιγράφων με το χάλκινο πρωτότυπο των κλασικών χρόνων.
Αντίγραφο του Δισκοβόλου του Μύρωνα βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο του Βατικανού και του δισκοφόρου του Ναυκύδη βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.
Ο αθλητής παριστάνεται τη στιγμή που συγκεντρώνει όλες του τις δυνάμεις στην εκτέλεση της βολής. Γέρνει έντονα προς τα εμπρός, στρέφοντας τον κορμό και το κεφάλι προς τα δεξιά, ενώ ταυτόχρονα λυγίζει τα γόνατα. Το δεξιό του πέλμα πατά σταθερά στο έδαφος, ενώ το αριστερό μόλις που στηρίζεται, με τα πέλματα προς τα έξω. Το δεξί του χέρι, που φέρει το δίσκο, είναι απλωμένο προς τα πίσω, ενώ προκειμένου να ισοζυγίσει το κορμί του ο αθλητής φέρνει το αριστερό προς το γόνατο.
Η συνολική στάση του κορμιού του μαρτυρά την ένταση τις στιγμής, που αποτυπώνεται στις φουσκωμένες φλέβες του και τους κραταιούς μυς. Αντίθετα, το πρόσωπό του παραμένει γαλήνιο τονίζοντας την αυτοσυγκέντρωση του δισκοβόλου για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής ρίψης.
Εντυπωσιακή είναι και η δομή του αγάλματος: το επάνω μέρος στρέφει προς τα αριστερά μαζί με το κεφάλι και το κάτω προς τα δεξιά, σε μια κεντρομόλο- κεντρόφυγη κίνηση.
Ο Δισκοβόλος του Μύρωνα είναι αποτέλεσμα προσεκτικής μελέτης του ανθρωπίνου σώματος και αγγίζει τον ρεαλισμό. Ωστόσο, αν εξαιρέσουμε την ελεύθερη κίνησή του, το έργο διατηρεί ακόμη κάποια αρχαϊκά κατάλοιπα, όπως το γεγονός ότι δεν είναι περίοπτο, αλλά δισδιάστατο, με κύρια όψη την μπροστινή. Ο κορμός του δέντρου, όπου στηρίζεται ο αθλητής, απουσίαζε από το πρωτότυπο, και αποτελεί προσθήκη των αντιγραφέων για στατικούς λόγους.
Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης (ΜΕΤ)
Ο τομέας του μουσείου με τα ελληνορωμαϊκά εκθέματα εγκαινιάστηκε το 1909 και περιλαμβάνει περισσότερα από 35.000 έργα τέχνης.
Εκτίθενται έργα από την συλλογή κυκλαδικής τέχνης, όπως ο “Αρπιστής”, το “Αριστούργημα του Μπάστη”, το “Σύμπλεγμα Πολεμιστή και Κενταύρου” και πολλά άλλα.
Η συλλογή των εκθεμάτων της αρχαίας ελληνικής τέχνης περιλαμβάνει τα σημαντικότερα δείγματα της Κυκλαδικής, Μινωικής, Μυκηναϊκής , Γεωμετρικής, Αρχαϊκής και Κλασικής περιόδου και είναι από τις πλουσιότερες του κόσμου.
Πληγωμένη Αμαζόνα
Η ανάγλυφη “Πληγωμένη Αμαζόνα”, που χρονολογείται περί τον 4ο π.Χ. αιώνα και βρέθηκε στις ανασκαφές της Εφέσου, βρίσκεται στο αυστριακό μουσείο στο κέντρο της Βιέννης.
Μουσείο Περγάμου στο Βερολίνο
Pergamonmuseum AP
Ο Βωμός της Περγάμου είναι βωμός αφιερωμένος στον Δία και την Αθηνά που οικοδομήθηκε στην ελληνιστική εποχή στην ακρόπολη της Περγάμου στη Μικρά Ασία. Ανακαλύφθηκε από Γερμανούς αρχαιολόγους σε εκσκαφές στη Μικρά Ασία γύρω στα 1880 και μεταφέρθηκε στο Βερολίνο για να ξαναχτιστεί στην αρχική του μορφή.
Αποτελούσε τμήμα ενός μεγαλύτερου αρχιτεκτονικού συγκροτήματος, μοντέλο του οποίου εκτίθεται επίσης στο μουσείο.
Ακριβώς απέναντι από τον Βωμό της Περγάμου υπάρχουν κομμάτια από τη ζωοφόρο με θέμα την Τιτανομαχία.
*Πηγή: https://www.news247.gr/