Μπορεί ο αμφιλεγόμενος στολισμός των κεντρικών οδικών αρτηριών της πρωτεύουσας να κυριαρχεί στο φετινό κλίμα των Χριστουγέννων, αλλά το πραγματικό πνεύμα των γιορτών κρύβεται αλλού: σε μεγάλους και μικρότερους χώρους πολιτισμού που διαθέτει η Αθήνα και έχουν ετοιμάσει πολύ ενδιαφέροντα προγράμματα. Ξεχωρίζει το συγκρότημα της Β. Σοφίας, το οποίο από το 2014 πέρασε σταδιακά στην πλήρη ιδιοκτησία του Δημοσίου. Ήταν ο πρώτος σύγχρονος «ναός» κλασικού ρεπερτορίου στην Ελλάδα, που αγαπήθηκε από το κοινό, αλλά επικρίθηκε για την αρχιτεκτονική του εικόνα και τη χωροθέτησή του.
Της Χαράς Τζαναβάρα
Το ολόλευκο μάρμαρο Διονύσου που ντύνει τις δίδυμες κολόνες της πρόσοψης και οι διακριτικοί υαλοπίνακες αποδεικνύεται ότι δεν είναι αρκετά για να αντισταθμίσουν την πρώτη εικόνα από το ορθογώνιο, χωρίς ιδιαίτερη έμπνευση «κουτί» στο οποίο στεγάζεται το Μέγαρο Μουσικής.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι υπεύθυνοι του εγχειρήματος έσπευσαν να διορθώσουν τις αρχιτεκτονικές «ανορθογραφίες» της πρωτεύουσας στο ιδιαίτερων αξιώσεων συγκρότημα της Θεσσαλονίκης, το οποίο αν και νεότερο αποτέλεσε τοπόσημο και κόσμημα για τη «νύμφη του Θερμαϊκού».
Οι γκρίνιες και οι πολύχρονες καθυστερήσεις συνοδεύουν από το ξεκίνημά του το πρώτο σύγχρονο συγκρότημα κλασικού ρεπερτορίου στην πρωτεύουσα. Με στοιχεία του 1885, ολόκληρη η έκταση που σήμερα οριοθετείται από τη Β. Σοφίας και τις οδούς Ιατρίδου, Αθηναίων Εφήβων (τμήμα του περιφερειακού του Λυκαβηττού) και Μακεδόνων-Δορυλαίου ήταν στην εκτός σχεδίου περιοχή και ανήκε στη Μονή Πετράκη, η οποία το παραχώρησε στο τότε υπουργείο Στρατιωτικών. Δύο χρόνια αργότερα στέγασε το 1ο Σύνταγμα Πεζικού, ήταν ένα από τα πρώτα στρατόπεδα της χώρας.
Ο τεμαχισμός
Η στρατιωτική μονάδα διαλύθηκε το 1951 και λίγα χρόνια αργότερα άρχισε ο τεμαχισμός της έκτασης-φιλέτο, την οποία οι παλιότεροι κάτοικοι της περιοχής τη γνώρισαν με το τοπωνύμιο «Παραπήγματα».
Στον χώρο που απελευθερώθηκε, άρχισαν να «ξεφυτρώνουν» χωρίς σχέδιο ογκώδη κτίρια, όπως το Ναυτικό Νοσοκομείο και το ΝΙΜΤΣ, η αμερικανική πρεσβεία και το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Διασώθηκε μόνον το πάρκο Ελευθερίας, που και αυτό είναι «τυφλό» και δεν διευκολύνει την πρόσβαση στον Λυκαβηττό.
Η πρώτη υπουργική απόφαση για την παραχώρηση της έκτασης στη συμβολή της Β. Σοφίας με τη σημερινή οδό Πέτρου Κόκκαλη υπογράφηκε το 1956, αλλά για να ολοκληρωθεί τον επόμενο χρόνο χρειάστηκε να γίνει ρύθμιση με τον νόμο 3700/1957.
Τότε ακούστηκαν και οι πρώτες αντιδράσεις για το «τσιμεντάρισμα» του χώρου και, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση της μεταφοράς των στρατιωτικών εγκαταστάσεων, η τελετή θεμελίωσης έγινε τον Μάιο του 1976 από τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Το εγχείρημα είχε υιοθετήσει ο σύλλογος «Φίλοι της Μουσικής», ο οποίος στα μέσα της δεκαετίας του 1950 ανέθεσε την πρώτη μελέτη για το κτίριο στον αρχιτέκτονα και πολεοδόμο Κωνσταντίνο Δοξιάδη. Το 1968, με την οικονομική συμβολή του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη Βούρου, επιστρατεύτηκαν δύο Γερμανοί αρχιτέκτονες, οι H. Keilholz και J. Burkhardt, που ήταν κορυφαίοι στον τομέα της ακουστικής θεάτρου.
Τη νέα μελετητική ομάδα αποτελούσαν οι Εμμανουήλ Βουρέκας, Ηλίας Σκρουμπέλος, το γραφείο Κ. Κυριακίδη και η ομάδα του Βασίλη Σγούτα. Ρόλο συμβούλου είχε ο καθηγητής Πάνος Τζώνος.
Η έλλειψη πόρων όμως οδήγησε το 1979 στη διακοπή της κατασκευής, που είχε φτάσει στα μπετά. Ο «γυμνός» σκελετός έμεινε στα αζήτητα και οι εργασίες στην ουσία ξεκίνησαν με την καθοριστική παρέμβαση της Μελίνας Μερκούρη.
Η θητεία της στο υπουργείο Πολιτισμού, σε συνδυασμό με την παρουσία του εκδότη Χρήστου Λαμπράκη, που είχε αναλάβει τα ηνία του συλλόγου στα τέλη του 1977, εξασφάλισαν χρηματοδότηση από το Δημόσιο. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν τον Μάιο του 1991 και τα εγκαίνια έγιναν με μια λαμπρή συναυλία.
Η «άτυχη συνταγή»
Το κόστος κατασκευής ανήλθε σε 14,8 δισ. δραχμές, από τα οποία τα 3,4 δισ. εξασφαλίστηκαν από τον σύλλογο των «Φίλων της Μουσικής» και αφορούν το γωνιακό κτίριο. Την περίοδο 1998-2004 έγινε προσθήκη και η συνολική επιφάνεια του συγκροτήματος έφτασε τα 140.000 τετραγωνικά, μεγάλο μέρος των οποίων βρίσκεται κάτω από το διαμορφωμένο πάρκο των 20 στρεμμάτων. Στη δεύτερη φάση συνεργάστηκαν τα γραφεία Αλέξανδρου Τομπάζη και Γιώργου Τριανταφύλλου.
Από αρχιτεκτονική πλευρά το Μέγαρο μάλλον… ατύχησε. Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ, στο βιβλίο της «Νέα Ελληνική Αρχιτεκτονική», εντοπίζει την αρνητική επίπτωση που είχε η επιλογή των αρμοδίων να παρακάμψουν τη δοκιμασμένη «συνταγή» των αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, η οποία έχει υιοθετηθεί για τη συντριπτική πλειονότητα κτιρίων γοήτρου, δημόσιων αλλά και ιδιωτικών.
Επισημαίνει τον μεγάλο όγκο του, που γίνεται ακόμα πιο αισθητός με την ορθογώνια διάταξή του, από την οποία απουσιάζουν «σπασίματα» που θα του έδιναν πιο ανάλαφρη εικόνα. Στέκεται στην κιονοστοιχία της πρόσοψης με τους δίδυμους πεσσούς, τους οποίους χαρακτηρίζει «βαρείς», σημειώνει όμως ότι, σε συνδυασμό με το λευκό μάρμαρο που καλύπτει ολόκληρη την εξωτερική όψη και τα μεγάλα υαλοστάσια, «εκφράζουν την προσπάθεια επανερμηνείας νεοκλασικών προτύπων με σύγχρονα μέσα».
Εντελώς διαφορετική είναι η εικόνα στο εσωτερικό του μεγάρου, στο οποίο κυριαρχεί το ξύλο που δημιουργεί πιο οικείο περιβάλλον. Οι ξύλινες διαμορφώσεις έχουν και ουσιαστικό ρόλο, αφού η τοποθέτησή τους ενισχύει την ακουστικότητα και σε ορισμένες περιπτώσεις λειτουργεί ως καμουφλάζ για τον ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό. Εκτός από τους άρτιους χώρους μουσικής, χορού και θεάτρου, το Μέγαρο διαθέτει αίθουσα 1.600 θέσεων με υποδομές για συνέδρια.
1 Τα μυστικά
Το Μέγαρο έχει και τα τεχνικά «μυστικά» του. Το λευκό μάρμαρο, που ντύνει τα 7.500 τετραγωνικά των εξωτερικών τοίχων, δεν ακουμπά στο μπετόν. Είναι βιδωμένο πάνω σε ειδικό μεταλλικό πλέγμα που έχει τοποθετηθεί πάνω από μονωτικό υλικό, το οποίο εξασφαλίζει μεγαλύτερη ηχομόνωση και προστασία από τις καιρικές εναλλαγές, ενώ ενισχύει την αντοχή του τσιμεντένιου σκελετού στον χρόνο. Η ιδιαίτερα κομψή επένδυση από ξύλο έχει υποστεί ειδική διαμόρφωση στη Γερμανία και έχει τοποθετηθεί με τρόπο που ενισχύει την ακουστική των συναυλιακών χώρων.
2 Δανεισμός
Ενα μεγάλο μέρος του κόστους κατασκευής του Μεγάρου καλύφθηκε από τραπεζικό δανεισμό με εγγύηση του Δημοσίου. Από το 2009, εκτός από επιχορήγηση για την κάλυψη μέρους των λειτουργικών εξόδων, ξεκίνησε η καταβολή ενισχύσεων για την αποπληρωμή των δανείων. Το 2014 οι συνολικές δανειακές υποχρεώσεις ήταν της τάξης των 226 εκατ. ευρώ, στοιχείο που οδήγησε στη σταδιακή παραχώρηση του Μεγάρου στο υπουργείο Πολιτισμού, το οποίο από το 2016 είναι ο μοναδικός ιδιοκτήτης του.
3 Υπόθεση ζωής
Η κεντρική αίθουσα του συγκροτήματος φέρει το όνομα του Χρήστου Λαμπράκη (1934-2009). Ο παραδοσιακός εκδότης, που ανέλαβε το 1977 την προεδρία του συλλόγου «Φίλοι της Μουσικής», έκανε υπόθεση ζωής την ολοκλήρωση του εγχειρήματος. Στον χώρο των 1.960 θέσεων, που διαθέτει εντυπωσιακή σκηνή, δεσπόζει το μεγαλύτερο εκκλησιαστικό όργανο στην Ελλάδα, με 6.080 αυλούς, κατασκευή της εταιρείας Klais Orgelbau
Πηγή: https://www.efsyn.gr/