Εγκαινιάστηκε τον Μάρτιο του 1988 από τη Μελίνα Μερκούρη και αποτελεί το τελευταίο «καμάρι» του Λυκείου Ελληνίδων που ιδρύθηκε στα τέλη του 1910 από την Καλλιρρόη Παρρέν, την πρωτεργάτρια του φεμινιστικού κινήματος στη χώρα μας.
Η απέριττη ξύλινη πόρτα είναι το πρώτο… παραπλανητικό σήμα για όσους έχουν την τύχη να ανηφορίζουν τη Δημοκρίτου, τον στενό δρόμο που ξεκινά από την Ακαδημίας και φθάνει ώς τις ρίζες του Λυκαβηττού. Τα «μυστικά» του απλού κτιρίου στον αριθμό 7 είναι όμως γνωστά σε μαθητές σχολείων, ερευνητές από όλο τον κόσμο και απλούς θαυμαστές της λαϊκής παράδοσης. Ακόμη και όσοι πέρασαν υποψιασμένοι το κατώφλι του βρέθηκαν μπροστά σε έναν απίστευτο θησαυρό, που δεν είναι παρά ένα μικρό δείγμα της συλλογής του Μουσείου, η οποία αριθμεί περισσότερα από 25.000 αντικείμενα, κυρίως παραδοσιακές φορεσιές από όλες τις γωνιές της Ελλάδας.
Η πρωτοβουλία για τη συγκέντρωση του υλικού ανήκει στην Καλλιρρόη Παρρέν και συνδέεται με το κίνημα που είχε αναπτυχθεί στις αρχές του 20ού αιώνα για «επιστροφή στις ρίζες», το οποίο κάλυπτε όλες τις μορφές τέχνης και φιλοδοξούσε να δώσει απάντηση στα ξενόφερτα πρότυπα που κυριαρχούσαν τις προηγούμενες δεκαετίες.
Η πρωτοπόρος από την Κρήτη
Η Καλλιρρόη, παρά το ξενικό επίθετό της, ήταν Ελληνίδα και μάλιστα Κρητικιά. Γεννήθηκε το 1861 στα Πλατάνια Αμαρίου Ρεθύμνης και ήταν κόρη του Στυλιανού Σιγανού, ο οποίος είχε πάρει μέρος στο αποτυχημένο κίνημα για την απελευθέρωση της Κρήτης και γι’ αυτό αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το νησί. Στα έξι της χρόνια η Καλλιρρόη βρέθηκε στην πρωτεύουσα, όπου απέκτησε σπουδαία μόρφωση. Ηταν μαθήτρια στην αρχή στη Σχολή Σουρμελή στον Πειραιά, στη συνέχεια στη Γαλλική Σχολή Καλογραιών και πήρε το απολυτήριό της από το Αρσάκειο, που της άνοιξε την πόρτα να γίνει το 1880 διευθύντρια του παρθεναγωγείου της ελληνικής παροικίας στην Οδησσό.
Καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία της ήταν η γνωριμία της με τον Ιωάννη Παρρέν, τον γαλλοαγγλικής καταγωγής δημοσιογράφο που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη. Παντρεύτηκαν και εγκαταστάθηκαν οριστικά στην Αθήνα, όπου η νεαρή και ανήσυχη Καλλιρρόη είχε την ευκαιρία να γνωρίσει σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής. Τότε προσβλήθηκε και από τον «ιό» της δημοσιογραφίας και, όπως είχε ομολογήσει, «παρακολουθούσα τας συζητήσεις των δημοσιογράφων και σιγά σιγά εξύπνησε μέσα μου και πάλιν ο πόθος να γράψω, όπως αυτοί, όχι μόνον για τον εαυτόν μου αλλά και για τους άλλους».
Καρπός των πρώτων αναζητήσεών της ήταν η έκδοση της πρώτης εφημερίδας από γυναίκες για γυναίκες. Η «Εφημερίς των Κυριών» κυκλοφόρησε στις 9 Μαρτίου 1887 και γρήγορα απέκτησε φανατικούς οπαδούς αλλά και ορκισμένους εχθρούς, ενώ χάρισε στην Καλλιρρόη Παρρέν τον επίζηλο τίτλο της πρώτης γυναίκας δημοσιογράφου. Η μαχητική εφημερίδα, που στην αρχή ήταν εβδομαδιαία και στη συνέχεια δεκαπενθήμερη, είχε σημαντική πορεία, αφού πουλούσε κατά μέσο όρο 5.000 φύλλα. Η πλειονότητα των αγοραστών της ήταν… άνδρες, που την πήγαιναν στο σπίτι για να τη διαβάσουν οι γυναίκες τους.
Στα τέλη του 1910 η δραστήρια Καλλιρρόη Παρρέν ίδρυσε το Λύκειο Ελληνίδων, που θεσμοθετήθηκε με διάταγμα στις αρχές της επόμενης χρονιάς. Εγινε η πρόεδρός του, θέση που διατήρησε ώς τον θάνατό της, τον Ιανουάριο του 1940. Η πρώτη στέγη του Λυκείου διαμορφώθηκε στα γραφεία της εφημερίδας, ενώ λίγο αργότερα μετακόμισε στην οικία Κατσίμπαλη, στη γειτονική Οθωνος. Απέκτησε το πρώτο του κτίριο, επί της οδού Ακαδημίας, το 1931, αλλά ύστερα από δύο χρόνια εγκαταστάθηκε οριστικά στη Δημοκρίτου 14, που παραμένει έως σήμερα η έδρα των πολύμορφων δραστηριοτήτων του Λυκείου Ελληνίδων. Σε αυτό στεγάστηκε και το πρώτο υλικό του Μουσείου Ελληνικής Ενδυμασίας, που αποτελεί επίσης πρωτοβουλία της Παρρέν. Η συλλογή του ενδυματολογικού υλικού ξεκινά το 1911 με αφορμή τις μεγάλες γιορτές του Παναθηναϊκού Σταδίου. Ζήτησε και πέτυχε τότε να της δανείσουν φορεσιές από όλη την Ελλάδα, αλλά ακολούθησε «βροχή» από δωρεές, χάρη στις οποίες δημιουργήθηκε η Ιματιοθήκη που εξελίχθηκε σε μουσείο με μοναδικά εκθέματα.
Τα εγκαίνια από τη Μελίνα
Το 1985 το μουσείο απέκτησε τη δική του στέγη, πάντα στην οδό Δημοκρίτου, που εγκαινιάστηκε τον Μάρτιο του 1988 από τη Μελίνα Μερκούρη, η οποία ως υπουργός Πολιτισμού είχε εξασφαλίσει σημαντικά κονδύλια για την αγορά και την ανακαίνιση του κτιρίου, που είχε κατασκευάσει στη δεκαετία του 1920 ο πολιτικός μηχανικός Ηλίας Οικονόμου.
Το μεσοπολεμικό κτίριο, που βρίσκεται σε μια προνομιακή γωνιά του Κολωνακίου, ανακαινίστηκε με σεβασμό στη μορφή της αστικής κατοικίας, αλλά και με προσθήκη νέων χώρων που έχει ανάγκη ένα σύγχρονο μουσείο. Στο υπόγειο στεγάζεται το πωλητήριο, στο ισόγειο βρίσκεται ο βασικός εκθεσιακός χώρος, όπου φιλοξενούνται και τα εκπαιδευτικά προγράμματα, στον πρώτο λειτουργούν τα γραφεία και η Βιβλιοθήκη με πλούσιο υλικό λαογραφικού και ενδυματολογικού ενδιαφέροντος, ενώ στον δεύτερο αναπτύσσονται οι αποθήκες.
1. Η εφημερίδα
Η «Εφημερίς των Κυριών» είχε τα γραφεία της κοντά στο Σύνταγμα, όπου ήταν και η έδρα όλων των εφημερίδων της εποχής. Στην «ταυτότητα» του πρώτου γυναικείου εντύπου αναγράφεται ότι στεγαζόταν σε κτίριο επί των οδών «Μουσών και Νίκης», από τις οποίες η πρώτη δεν είναι άλλη από τη σημερινή Καραγεώργη Σερβίας. Στη μία πλευρά διατηρείται το μέγαρο Πάλλη, που αποκλείεται να στέγαζε την εφημερίδα, η οποία μάλλον στεγαζόταν στην απέναντι πλευρά, όπου υπάρχει μια τυπική πολυκατοικία επαγγελματικών χρήσεων της δεκαετίας του 1960.
2. Οι επαφές
Το ζεύγος Παρρέν διατηρούσε ένα από τα σπουδαιότερα φιλολογικά σαλόνια του Μεσοπολέμου, στο σπίτι του επί της οδού Πανεπιστημίου, δίπλα στο επιβλητικό συγκρότημα της Τραπέζης της Ελλάδος, το οποίο κατεδαφίστηκε την εποχή της αντιπαροχής. Ο Γιάννης Παπακώστας, στο βιβλίο του «Φιλολογικά σαλόνια και καφενεία της Αθήνας», καταγράφει ότι στους τακτικούς επισκέπτες του περιλαμβάνονταν ο Κωστής Παλαμάς και η σύζυγός του, ο Γιάννης Γρυπάρης, ο Αδωνις Κύρου και ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος. Στον Γρηγόριο Ξενόπουλο αποδίδει μάλιστα την ένταξη της Παρρέν στο κίνημα των δημοτικιστών.
3. Ο σύζυγος
Ο Ιωάννης Παρρέν, με τη σημαντική συμβολή του στη χειραφέτηση της συζύγου του, Καλλιρρόης, είναι… άγνωστος στο διαδίκτυο αλλά και στις εγκυκλοπαίδειες, ακόμα και τις γαλλικές. Δεν υπάρχει βιογραφικό του ούτε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, παρόλο που υπήρξε ο ιδρυτής και πρώτος διευθυντής του.
ΦΩΤ.: ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Πηγή: https://www.efsyn.gr/
(Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη “ΕΦ.ΣΥΝ” στις 07/03/2020)
Η Χαρά Τζαναβάρα έφυγε από τη ζωή την προηγούμενη εβδομάδα…
Το site μας, πολύ συχνά αναδημοσίευε άρθρα της από το https://www.efsyn.gr/ και ιδιαίτερα άρθρα της για την Αθήνα και τον πλούτο της πόλης μας, που ξεχωριστά ανακάλυπτε η Χαρά.
Δεν τη γνωρίζαμε προσωπικά, αλλά τη μάθαμε μέσα από το γραπτό και σπουδαίο λόγο της.
Εκφράζουμε τα θερμά συλλυπητήρια μας, στην οικογένεια της, τους/τις συναδέλφους της στην “ΕΦ.ΣΥΝ”, σε όλους/ες τους αγαπημένους της. Καλό ταξίδι Χαρά…Απαρηγόρητη η «Εφ.Συν.» αποχαιρετά τη Χαρά Τζαναβάρα
Η ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ
Η Χαρά Τζαναβάρα γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1953. Το 1976 ανακηρύχθηκε πτυχιούχος της Σχολής Τοπογράφων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, αλλά δεν άσκησε ποτέ το επάγγελμα του μηχανικού, καθώς την κέρδισε η δημοσιογραφία. Μετά την αποφοίτησή της, άρχισε να εργάζεται στον περιοδικό Τύπο και από το 1978 στον «Ριζοσπάστη» στην αρχή σε θέματα Νεολαίας και Τεχνικής Εκπαίδευσης και στη συνέχεια στο τμήμα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με ειδικότητα σε θέματα μόλυνσης περιβάλλοντος, αποχέτευσης και πρασίνου.
Το 1983 πηγαίνει στην «Ελευθεροτυπία», όπου θα εργάζεται έως το κλείσιμο της εφημερίδας καλύπτοντας τα θέματα Περιβάλλοντος, Δημοσίων Έργων και Μεταφορών, ενώ στη συνέχεια και μέχρι το τέλος της κάλυπτε το ίδιο ρεπορτάζ για την «Εφημερίδα των Συντακτών».
Η Χαρά Τζαναβάρα υπηρέτησε το ρεπορτάζ για τέσσερις δεκαετίες εργαζόμενη σκληρά και αποδοτικά. Κατάφερε έτσι να διακριθεί ιδιαίτερα και να αναγνωριστεί ως μια δημοσιογράφος, η οποία εκτός της γνώσης του αντικειμένου της υπήρξε ανεξάρτητη, αμερόληπτη, ενώ κατάφερε να ενημερώνει το αναγνωστικό κοινό με σαφήνεια και απλότητα για θέματα που πολλές φορές είναι πολύπλοκα, δαιδαλώδη και δύσκολα στην κατανόηση.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποχαιρετά την καλή συνάδελφο και συλλυπείται τους οικείους της. Η Χαρά Τζαναβάρα άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στο ρεπορτάζ του Περιβάλλοντος και τα κείμενά της θα μνημονεύονται. Όσοι συνεργάστηκαν μαζί της θα θυμούνται την αξιοπρέπεια και τον αδαμάντινο χαρακτήρα της.