Με μια θαυμάσια κινηματογράφηση μη προβλεψιμων ελληνικών τοποθεσιών, ο βρετανός σκηνοθέτης συνεχίζει στην χώρα μας την κινηματογραφική «σειρά» ταινιών του «Το ταξίδι»
«Ταξίδι στην Ελλάδα» (The trip to Greece, Aγγλία, 2020).
Κωμωδία του Μάικλ Γουίντερμποτομ
Με ένα ταξίδι στην χώρα μας το ντουέτο Στιβ Κούγκαν – Ρομπ Μπράιντον συνεχίζει την τουριστική (και όχι μόνον) κινηματογραφική σειρά ταξιδιών του, που άρχισαν 10 χρόνια πριν με το «Ταξίδι» και πάντα υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Μάικλ Γουίντερμποτομ. Οφείλω να ομολογήσω ότι απόλαυσα κάθε σκηνή της ταινίας, παρότι ένιωθα την αύρα της επανάληψης – απλώς σε διαφορετικό φόντο αφού μετά την Αγγλία ακολούθησαν ανάλογα ταξίδια τους στην Ισπανία και στην Ιταλία.
Επιτυχία της ταινίας το ότι ο Γουίντερμποτομ κινηματογραφεί καλλιτεχνικά και ουδόλως «καρτ ποσταλίστικα» γιατί είναι ένας μεγάλος καλλιτέχνης. Θα μπορούσες να πεις ότι ο Βρετανός σκηνοθέτης έχει κάτι από την αισθητική του Σταύρου Τσιώλη στο «Ας περιμένουν οι γυναίκες», μια ταινία στην οποία επίσης κυριαρχούν οι αστείοι διάλογοι με φόντο την άγρια ομορφιά της Βόρειας Ελλάδας.
Ο Γουίντερμποτομ βρήκε χώρους μη προβλέψιμους, τον ενδιαφέρει η ενδοχώρα, όχι μόνο τα λαμπερά, εξωτικά νησιά. Ακόμα και εμείς οι ίδιοι Ελληνες ίσως ανακαλύψουμε σημεία που δεν ειχαμε καν υπόψη μας!
Και βέβαια οι δύο θαυμάσιοι ηθοποιοί του αυτοσχεδιάζουν υπέροχα ενώ παίζουν τους εαυτούς τους μιμούμενοι διάφορους ηθοποιούς – τον Μάρλον Μπράντο π.χ. στον «Νονό» – ή και μουσικές όπως το σκορ της ταινίας «Οι δρόμοι της φωτιάς» σε μουσική Βαγγέλη Παπαθανασίου.
Μια φωτογράφηση στην Επίδαυρο, μια σύντομη αναζήτηση του σπιτιού του Λέοναρντ Κόεν στην Υδρα, μια βόλτα στους Δελφούς, «ξέρεις είναι στην κυριολεξία, το κέντρο του κόσμου» λέει ο Μπράιντον. Βαθμολογία: 3
«Ενας υπέροχος γείτονας»
(A Beautiful Day In The Neighborhood, ΗΠΑ, 2019). Δραματική κομεντί της Μαριέλ Χέλερ
Ανάλαφρη αλλά συγχρόνως, με ένα περίεργο τρόπο, «βαριά» αυτή η ταινία, προσπαθεί να εξετάσει την σχέση που θα αναπτυχθεί ανάμεσα σε έναν διάσημο παρουσιαστή παιδικού τηλεοπτικού σόου και τον δημοσιογράφο του περιοδικού Esquire που έχει αναλάβει την αποστολή να του πάρει συνέντευξη (και νιωθει ότι κάνει την χειρότερη αγγαρεία της ζωής του).
Βέβαια, το ποιος παίρνει συνέντευξη από ποιόν είναι ένα ερώτημα, αφού ο τηλε σταρ Μίστερ Ρότζερς (Τομ Χανκς) έχει πλάσει το προφίλ ενός Καλού Σαμαρείτη που νιώθει ότι πρέπει να προσφέρει το καλό σε ανθρώπους με βασανισμένη ψυχή (γι’ αυτό και είναι τόσο δημοφιλής). Από την πλευρά του ο ρεπόρτερ (Μάθιου Ρις) δείχνει όντως βασανισμένος γιατί έχει θέματα με τον πατέρα του (Κρις Κούπερ), οπότε εκείνος είναι που έχει κινήσει το ενδιαφέρον του παρουσιαστή, όχι το αντίθετο.
Με άλλα λόγια, νιώθεις ότι αυτή η ταινία είναι φτιαγμένη για να πλάσει έναν καλύτερο κόσμο, γιατί βέβαια, τα θεμέλια αυτής της απέραντης καλοσύνης του Ρότζερς θα πρέπει να είναι πολύ πιο σκοτεινά απ’ όσο δείχνουν. «Η φήμη είναι μια λέξη με τέσσερα γράμματα» λέει κάποια στιγμή παραθέτοντας μια σειρά άλλων λέξεων με τέσσερα γράμματα. «Το ζήτημα είναι πως θα την χειριστείς.» λέει ο Ρότζερς που δεν θεωρεί τον εαυτό του «ήρωα» (και κανείς από τους οικείους του δεν πιστεύει ότι είναι Αγιος).
Το πρόβλημα είναι ότι από μόνα τους όλα αυτά ακούγονται (και είναι) κάπως βαρετά, όπως βαρετός μπορεί να γίνει τελικά και ο Χανκς. Εξάλλου, η υποψηφιότητα για Οσκαρ στην κατηγορία του Β’ ανδρικού ρόλου που κέρδισε για τον ρόλο του στην ταινία, δεν σημαίνει ότι δεν μοιάζει να παίζει σε slow motion, παρότι τελικά ο ρόλος είναι που «απαιτεί» αυτό το παίξιμο. Βαθμολογία: 2
Μέχρι ο γάμος να μας μεθύσει (Hasta que la boda nos separe Ισπανία, 2020).
Κομεντί του Ντάνι ντε λα Ορντέν
Μακάρι ο γάμος να μας είχε μεθύσει διότι μεθυσμένοι θα καταλαβαίναμε λιγότερα από αυτή την απίστευτη σαχλαμάρα που μοιάζει σαν κακέκτυπο της κομεντί «The wedding planner» με την Τζένιφερ Λόπεζ μια από μόνη της, ούτως ή άλλως κακή ταινία.
Είπαμε ότι συμπαθούμε την ανάκαμψη της ισπανικής κωμωδίας αλλά υπάρχουν και όρια βρε αδερφέ. Basta! (παίζουν οι Άλεξ Γκαρσία, Μπελέν Κουέστα, Σίλβια Αλόνσο κ.α.) Βαθμολογία: 1
Επανεκδόσεις
«Τσάιναταουν» («Chinatown», ΗΠΑ, 1974).
Μυστηρίου του Ρόμαν Πολάνσκι.
Διαστάσεις αρχαίας τραγωδίας βρίσκει κανείς στο αριστούργημα του Ρόμαν Πολάνσκι, με τον Τζακ Νίκολσον στον ρόλο του «αθώου» ιδιωτικού ντετέκτιβ που προσπαθεί να βρει άκρη σε μια υπόθεση που αρχίζει από μια μπερδεμένη περίπτωση συζυγικής απιστίας και καταλήγει σε δολοφονία.
Το βραβευμένο με Οσκαρ σενάριο του Ρόμπερτ Τάουνι είναι υπόδειγμα σεναρίου και διδάσκεται σε σχολές κινηματογράφου, κανείς δεύτερος ρόλος δεν περνά απαρατήρητος (απόλαυση ο Τζον Χιούστον σε ρόλο αδίστακτου, διεστραμμένου προύχοντα) και η Φέι Ντάναγουεί δεν έχει ποτέ υπάρξει καλύτερη απ’όσο εδώ: παίζει την «μοιραία» γυναίκα της ιστορίας και είναι όντως μοιραία με όλη την σημασία της λέξης. Δεν υπάρχει κάτι μη απαραίτητο σε αυτό το θαυμάσιο προσκύνημα στο αρχετυπικό νουάρ, μια άρτια ταινία σε όλους τους τομείς – από την μελαγχολική μουσική του Τζέρι Γκόλντσιμθ μέχρι την έγχρωμη φωτογραφία του Τζον Αλόνζο και την δουλειά στα σκηνικά του Ρίτσαρντ Σάιλμπερτ (όλοι προτάθηκαν για Οσκαρ). Με άλλα λόγια μια ταινία που όχι απλώς δεν έχει γεράσει καθόλου στον χρόνο, αλλά σου δίνει την αίσθηση ότι όσο τα χρόνια περνούν τόσο πιο νέα γίνεται.Βαθμολογία: 5
«Περσόνα» (Persona, 1966).
Ψυχολογικό δράμα του Ινγκμαρ Μπέργκμαν
Στην «Περσόνα» που για πολλοστή φορά ξαναβγαίνει στις αίθουσες ως επανέκδοση, παρακολουθούμε την ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια της συγκατοίκησης στην «απομόνωση» δύο γυναικών που φυσιογνωμικά μοιάζουν πολύ. Η ηθοποιός Ελίζαμπεθ (Λιβ Ούλμαν) έχει μόλις καταρρεύσει στη σκηνή παίζοντας την «Ηλέκτρα» και ο εγκλεισμός της στην κλινική κρίνεται αναγκαίος. Η Αλμα (Μπίμπι Αντερσον) είναι η νοσοκόμα που αναλαμβάνει τη φροντίδα της. Η ηθοποιός δεν μιλάει σχεδόν καθόλου, ενώ η νοσοκόμα μιλάει συνέχεια. Η Ελίζαμπεθ βγάζει τη μάσκα της (persona) και εισχωρεί στην ψυχή της Αλμα, που με τη σειρά της απελευθερώνεται από τον εαυτό της καθώς κάποιος, επιτέλους, την ακούει. Πρόσωπα και μάσκες, πραγματικότητα και φαντασία, αλήθειες και ψέματα, σιωπές και εντάσεις, επιφανειακές ομοιότητες και ουσιαστικές διαφορές, φόρμα και περιεχόμενο – μια ωδή απελπισίας για το δισυπόστατο η οποία, πολύ απλά, αγγίζει την οπτική τελειότητα.Βαθμολογία: 4 ½