Τα μέτρα για τον κορωνοϊό που ανακοινώνονται κατά καιρούς, τοπικά ή πανελλαδικά, αποσκοπούν στη μείωση ή στη σταθεροποίηση των κρουσμάτων. Όταν, μετά την πάροδο 15-20 ημερών, τα ημερήσια κρούσματα αυξάνονται, και μάλιστα δραματικά, σημαίνει απλά ότι τα μέτρα που ελήφθησαν απέτυχαν.
του Πάνου Φ. Κακούρη
Και ακολουθεί νέος κύκλος μέτρων, ο οποίος δεν πρέπει να κινείται στη λογική και να επαναλαμβάνει τα λάθη και τις παραλείψεις των προηγούμενων, αλλά να περιέχει κάτι πιο αποτελεσματικό. Η κατάληξη και η κορύφωση των παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι μία, είτε αρέσει είτε όχι.
Το lockdown, το οποίο περιόρισε δραστικά τα κρούσματα την περασμένη άνοιξη στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και παντού, αλλά πλήγωσε βαριά τις οικονομίες. Το γενικό λουκέτο είναι κάτι που το απεύχονται άπαντες, αλλά ταυτόχρονα η οικονομία δεν μπορεί να επιβιώσει και με τα ημι-lockdown που εφαρμόζονται τώρα, ανά περιφέρεια ή γενικά.
Είναι αποτελεσματικό να κλείνουν οι επιχειρήσεις για ένα 15ήμερο, μετά να ανοίγουν και μετά ξανά λουκέτο ή να μειώνονται οι ώρες λειτουργίας τους; Η απάντηση είναι όχι, μετά την έκρηξη των κρουσμάτων κορονοϊού, που έχουμε τις τελευταίες μέρες στη χώρα μας.Όταν υποχρεώνονται οι επιχειρήσεις σε υπολειτουργία, αλλά ταυτόχρονα η πανδημία καλπάζει, σημαίνει ότι χρειάζεται κάτι πιο δραστικό.
Στο παρασκήνιο ατύπως διεξάγεται μια μάχη λοιμωξιολόγων και οικονομολόγων. Οι μεν από την πλευρά τους είναι υπέρ των περιοριστικών μέτρων, ώστε να ανακοπεί αποτελεσματικά η μετάδοση του ιού, οι δε οικονομολόγοι φοβούνται τη βαθύτερη ύφεση. Με την εξέλιξη που δείχνει να έχει η πανδημία και ειδικά μετά τα απανωτά αρνητικά ρεκόρ του τελευταίου διημέρου, η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί εκ των πραγμάτων να λάβει γενναίες αποφάσεις και να διαλέξει μεταξύ λοιμωξιολόγων και οικονομολόγων.
Ένα νέο lockdown θα έχει κόστος στην πραγματική οικονομία, στον κρατικό προϋπολογισμό και φυσικά στο χρέος. Σε μια τέτοια επιλογή, για να μην καταρρεύσει η ιδιωτική οικονομία και η απασχόληση, θα πρέπει να αναβιώσουν τα μέτρα στήριξης της περασμένης άνοιξης. Για να καλυφθεί το κόστος τους, η κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει άλλο δίλημμα. Είτε θα χρηματοδοτήσει τα μέτρα από το «μαξιλάρι ασφαλείας» είτε θα προβεί σε νέο δανεισμό.
Η πρώτη επιλογή θα σημάνει τη μείωση των ταμειακών διαθεσίμων και άρα με χρέος πέριξ του 200% του ΑΕΠ οι αγορές θα θεωρήσουν ότι η Ελλάδα είναι ευάλωτη σε αναταράξεις. Η δεύτερη επιλογή θα ωθήσει το χρέος σε επίπεδα αισθητά πάνω από το 200% του ΑΕΠ, που επίσης δεν θα είναι ένα καλό σήμα στις αγορές.
πηγή: naftremporiki.gr