Η χρήση καμερών από ιδιοκτήτες ακινήτων σε κοινόχρηστους χώρους πολυκατοικιών στις οποίες διαμένουν παρουσιάζει αυξανόμενη τάση, με αποτέλεσμα να εγείρονται κρίσιμα ζητήματα προστασίας των προσωπικών δεδομένων των λοιπών ιδιοκτητών ή ενοίκων που πολλές φορές εξαιτίας της δυσφορίας – κυρίως όμως της παραβίασης θεμελιωδών δικαιωμάτων των προηγουμένων έχουν δικαστική κατάληξη.
Σε μια τέτοια -διόλου ασυνήθης στην πράξη- περίπτωση, ποιο είναι το σκεπτικό που θα ακολουθήσει η ελληνική δικαιοσύνη;
της Σουζάνας Κλημεντίδη*
Αρχικά, είναι κρίσιμο να τονίσουμε ότι, το Ανώτατο Ακυρωτικό της χώρας ασχολήθηκε πολύ πρόσφατα με το συγκεκριμένο νομικό ζήτημα, τονίζοντας ότι η τοποθέτηση καμερών σε κοινόχρηστο χώρο πολυκατοικίας πλήττει ζωτικής σημασίας πτυχές της προσωπικότητας των λοιπών ιδιοκτητών ή ενοίκων στο βαθμό που υφίστανται ανά πάσα ώρα και στιγμή η δυνατότητα παρακολούθησης των κινήσεων τους και λήψης της εικόνας τους, χωρίς τη συναίνεσή τους.
Εξ άλλου, στην προσωπικότητα του ανθρώπου περιλαμβάνονται όλα τα αγαθά τα οποία έχουν αναπόσπαστα συνδεθεί με το πρόσωπο και προσήκουν σε αυτό. Έκφανση του δικαιώματος επί της προσωπικότητας είναι και η εικόνα του προσώπου. Το δικαίωμα επί της ιδίας εικόνας είναι αυτοτελές, έστω και αν συνάπτεται με το δικαίωμα επί της ιδίας ελευθερίας και τη σφαίρα του απορρήτου. Έτσι, συνιστά παράνομη προσβολή της προσωπικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 57 ΑΚ, η χωρίς τη συναίνεση του προσώπου λήψη της εικόνας του ολικώς ή μερικώς, πλαστικώς ή γραφικώς, χωρίς περαιτέρω να απαιτείται και η παρουσίαση της φωτογραφίας ή η αναπαραγωγή ή η διάθεσή της στο κοινό. Και, όπως σημείωσε ο ΑΠ, παρά το γεγονός ότι δεν αποδείχτηκε, από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, η δημιουργία και επεξεργασία από μέρους του εναγομένου αρχείου εικόνων και ήχου των εναγόντων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 7 του ν. 2472/1997, πλην όμως η θέση και η εμβέλεια του επίδικου συστήματος, που επέτρεπε τη λήψη εικόνων από τον περιβάλλοντα την κατοικία κοινόχρηστο χώρο, χωρίς τη συναίνεση των εναγόντων, συνιστά μη νόμιμη επεξεργασία.
Εξάλλου, η τοποθέτηση των καμερών χωρίς την συναίνεση των αντιδίκων και χωρίς την άδεια της αρμόδιας αρχής, βιντεοσκοπούσε, μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης, και λάμβανε εικόνα από την κίνηση των αναιρεσιβλήτων στον περιβάλλοντα την κατοικία τους κοινόχρηστο χώρο που χρησιμοποιούσαν ελεύθερα για να μεταβαίνουν προς ή να εξέρχονται από την οικία τους και κατά τον τρόπο αυτόν είχε τη δυνατότητα να παρακολουθεί ανά πάσα στιγμή τις κινήσεις τους, να λαμβάνει κάθε φορά την εικόνα τους και να την επεξεργάζεται κατά βούληση, χωρίς να υπάρχει ειδική προς τούτο συναίνεση.
Υπό το παραπάνω πλαίσιο λοιπόν, ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι οι ενέργειες του προσώπου που τοποθέτησε τις κάμερες συνιστούν μη νόμιμη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων των αναιρεσιβλήτων και ως εκ τούτου είναι παράνομες και προσβάλλουν την προσωπικότητά τους, με συνέπεια να υφίστανται ηθική βλάβη και κατ’ επέκταση να πρέπει να τους επιδικαστεί χρηματική ικανοποίηση.
Συμπερασματικά, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχει παράνομη υπεισέλευση σε προσωπικά δεδομένα ιδιοκτητών ή ενοίκων, η προστασία που προσφέρουν τα ελληνικά δικαστήρια, όπως άλλωστε αποδεικνύει και η πρόσφατη αεροπαγίτικη νομολογία, είναι εξαιρετικά σημαντική.
*Η Σουζάνα Κλημεντίδη, είναι δικηγόρος