Οταν περάσει πια και τ’ Αϊ-Γιαννιού και αποσυρθούν τα λαμπιόνια απ’ το μπαλκόνι και τα γιορτινά στολίσματα από το καθιστικό του σπιτιού, οι ευχές γίνονται όλο και πιο διστακτικές και σαν να υποχωρούν απ’ το «Καλή χρονιά» στο μετριοπαθέστερο ή συμβιβασμένο «Καλύτερη χρονιά». Ακέραιες θες να τις λες τις ευχές, και να τις ακούς γεμάτες, το ‘χεις ανάγκη, παρότι ξέρεις πως οι λέξεις τους δεν είναι μαγικές. Κι αν οι θερμές και εγκάρδιες λέξεις των ιδιωτικών ευχών αποδεικνύονται ανήμπορες, τίποτε δεν μπορεί να περιμένει κανείς από τις μαζικές εθιμοτυπικές ευχές των πολιτικών και των θρησκευτικών ηγετών, που, κρύες και άσαρκες, λες και βγαίνουν από φωτοτυπείο.
Του Παντελή Μπουκάλα (δημοσίευση 14/01/2024)*
Για τον πολύ κόσμο, όπου γης, αρκεί το πρώτο δεκαήμερο του (κάθε) νέου έτους για να φανεί πως η αλλαγή ενός αριθμού στο τέλος της χρονολογίας αφήνει ασάλευτα τα πράγματα και τα αισθήματα, όπως ακριβώς ήταν πριν πέσει πάνω τους η χρυσίζουσα σκόνη του περιβόητου «εορταστικού κλίματος». Οι «πρωτοχρονιάτικοι λαχνοί» κυκλοφορούν στην ίδια επικράτεια των θρύλων όπου έχει πολιτογραφηθεί το περίφημο «πνεύμα των Χριστουγέννων», μια ανάμνηση περισσότερο κινηματογραφική πια παρά λογοτεχνική, με την τόση κατάχρηση που έχει υποστεί από το Χόλιγουντ.
Στην κόψη του χρόνου, στο πέρασμα από το 2023 –που το σημάδεψαν οι λέξεις Τέμπη, κατακαμένη Δαδιά, καταποντισμένη Θεσσαλία, Πύλος και ο αριθμός 41%– στο 2024, οι Ελληνες βρεθήκαμε μέχρι καταθλίψεως συμπιεσμένοι ανάμεσα σε έναν τίτλο και ένα Ευρωβαρόμετρο. Ο τίτλος, «η Ελλάδα χώρα της χρονιάς», απονεμήθηκε γενναιόδωρα από το βρετανικό περιοδικό «Economist», το οποίο πάντως δεν παρέλειψε τη δεινή –και δίκαιη– μομφή, που τη σκέπασαν τα θορυβώδη «εύγε» που μοίραζαν οι κυβερνήτες μας εις εαυτούς και αλλήλους: «Eνα σιδηροδρομικό δυστύχημα τον Φεβρουάριο αποκάλυψε τη διαφθορά και τις κακοτεχνίες στις υποδομές. Ενα σκάνδαλο υποκλοπών και η κακομεταχείριση των μεταναστών έδειξαν ότι οι πολιτικές ελευθερίες μπορούν να βελτιωθούν».
Στη λήξη του 2023, το Ευρωβαρόμετρο, που κι αυτό δεν παραακούστηκε, γιατί δεν παραπροβλήθηκε, πιστοποιούσε ότι στην «αριστεύσασα σε οικονομικές επιδόσεις» Ελλάδα ευημερούν οι αριθμοί και βεβαίως όσοι ανέκαθεν ευημερούν: οι λίγοι, οι του ποικιλόμορφου συστήματος ή κατεστημένου. Σε ερώτηση λοιπόν για τη δυσκολία των ανθρώπων να ανταποκριθούν στους λογαριασμούς τους, το 50% των Ελλήνων απάντησε ότι κατά καιρούς αδυνατεί να τους πληρώσει, ενώ το 36% ομολόγησε ότι τις περισσότερες φορές δυσκολεύεται να τους εξοφλήσει. Το αθροιστικό 86% μας δίνει τα πρωτεία στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Η δεύτερη Πορτογαλία είναι πολύ πίσω: 64%.
Πρωταθλητές αναδειχτήκαμε και με τις απαντήσεις μας στην περί προσδοκιών ερώτηση των ευρωβαρομετρητών. Το 87% των συμπατριωτών μας προβλέπει ότι το βιοτικό του επίπεδο θα υποβαθμιστεί το 2024. Ο μέσος ευρωπαϊκός όρος; 73%. Δεν είναι αυτά ωστόσο τα μοναδικά ανεπιθύμητα ευρωπρωτεία μας.
Είναι εξαιρετικά στενάχωρο να βλέπεις πόσο πεισματικά αναλλοίωτα παραμένουν στις έρευνες της κοινής γνώμης τα ποσοστά που υποδηλώνουν έναν απίστευτα πιεσμένο και κλονισμένο ψυχισμό. Οσο φιλύποπτος κι αν είσαι, ακόμα κι αν νιώθεις βέβαιος ότι στις δημοσκοπήσεις υπάρχουμε μέσα από την τέχνη της υποκρισίας και της υπερβολής, και όχι αυθόρμητοι και αυθεντικοί, και πάλι δεν γίνεται να σε αφήσουν ασυγκίνητο κάποιες αριθμητικές σταθερές, που δείχνουν ότι πολλοί, σίγουρα παραπάνω από τους μισούς, είμαστε (ή νιώθουμε) ραγισμένοι, ενδεχομένως και σπασμένοι. Και με βαριά τραυματισμένη την αυτοπεποίθησή μας ως ατόμων αλλά και ως μελών ενός εθνικού συνόλου.
Στην «αριστεύσασα σε οικονομικές επιδόσεις» Ελλάδα ευημερούν οι αριθμοί και βεβαίως όσοι ανέκαθεν ευημερούν.
Αίφνης, στην πρώτη δημοσκόπηση του νέου έτους, της 8ης Ιανουαρίου, που διενεργήθηκε από την Alco για τον Alpha, τα κάλαντα τα είπαν η Απαισιοδοξία και η Απογοήτευση: Το 36% δήλωσε βέβαιο ότι το 2024 θα είναι χειρότερο από το 2023, το δε 20% απάντησε πως θα είναι εξίσου κακό. Μόνο το 27% πιστεύει ότι το 2024 θα πάει καλύτερα, ενώ το 10% προβλέπει ότι θα είναι εξίσου καλό με το ’23. Ούτε καν το περίφημο 41% δεν φτάνουμε, αν αθροίσουμε το 27% των βελτιόδοξων και το 10% των μετριοπαθώς αισιόδοξων.
Αλλωστε, στο ίδιο γκάλοπ, το 41% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν είναι καθόλου ικανοποιημένο από την κυβέρνηση και το 30% λίγο ικανοποιημένο. Ο,τι υπολείπεται (ένα 27%, αν εξαιρεθούν οι ΔΓ/ΔΑ), είναι το ποσοστό των πολύ ή αρκετά ικανοποιημένων.
Παρόμοια τα ποσοστά σε χριστουγεννιάτικη έρευνα της aboutpeople για το News 24/7: Μόνο το 20,4% πιστεύει ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Οι βέβαιοι για το χειρότερο είναι υπερδιπλάσιοι: 47,1%. Η εύκολη απάντηση είναι ότι τυγχάνουμε από πάντα και διά παντός κλαψοπούλια, γκρινιάρηδες και υπερβολικοί. «Μας τα ‘παν κι άλλοι»…
Ανεξάρτητα από τις εκλογές, σχεδόν ερήμην τους, ανεξάρτητα δηλαδή από την περιστασιακή αναθέρμανση κάποιων ελπίδων, ατομικών παρά κοινωνικών, η Ελλάδα πορεύεται χρόνια τώρα ανάμεσα σε ύφαλους και σκόπελους με τα ονόματα Απογοήτευση, Ανασφάλεια, Αγανάκτηση, Απαισιοδοξία (τα τέσσερα μοιραία άλφα μας), Φόβος, Θυμός. Σε Πανελλαδική Ερευνα Οικονομικής Συγκυρίας που διενήργησε η Κεντρική Ενωση Επιμελητηρίων Ελλάδας Νοέμβριο με Δεκέμβριο του 2022, σε δείγμα 2.403 ατόμων, καταγράφτηκαν τα εξής συναισθήματα: Ανασφάλεια και φόβος 37%. Απογοήτευση 26%. Θυμός και οργή 23%. Απαισιοδοξία 18%. Απελπισία, ναι, απελπισία, 14%.
Αισιόδοξο δήλωνε μόλις το 10%, και ήρεμο το ασήμαντο 5%, που ίσως εξηγεί αρκετά από το καθημερινά πλούσιο αστυνομικό δελτίο συμβάντων. Την ακρίβεια ονομάτιζαν τότε ως κυριότερο πρόβλημα οι ερωτώμενοι. Την ακρίβεια και τώρα, αφού συνεχίζει να τσακίζει την τσέπη και το ηθικό μας. Δραματική και εδώ, όπως και στο ΕΣΥ, την προστασία του περιβάλλοντος, τη στέγη, τις συγκοινωνίες και την ασφάλεια, η αποτυχία μιας κυβέρνησης που ό,τι δεν μπορεί ή δεν θέλει να αντιμετωπίσει (σχεδόν όλα τα μείζονα), το βαφτίζει «εξωγενές» ή «οικουμενικό», με την αυταπάτη ότι καθαρίζει.
Από γκάλοπ σε γκάλοπ λοιπόν. Σε δημοσκόπηση της Marc (Open, 27.4.2023), και σε ερώτηση για τις λέξεις που εκφράζουν περισσότερο τον Ελληνα (οι ερωτώμενοι είχαν δικαίωμα να επιλέξουν δύο απαντήσεις), έλαβον: Παραίτηση/απογοήτευση 42,7%. Οργή 40,7%. Ελπίδα 32,7%. Φόβος 27,2%. Γκάλοπ της MRB (Open, 29.9.2023): Απογοήτευση 56,2%. Οργή 36,1%. Φόβος 33,9%. Ελπίδα 26,1%. Γκάλοπ της ίδιας εταιρείας (Open, 12.12.2023): Φόβος 48,6%. Οργή 43,6%. Παραίτηση/απογοήτευση 40,3%. Με τέτοια κληρονομιά, το 2024 θα δυσκολευτεί πολύ να αποδείξει πως δεν είναι δίσεκτο.
*Πηγή: https://www.kathimerini.gr/
Το άρθρο απηχεί τις προσωπικές απόψεις του/της συντάκτη/τριας και δεν απηχεί κατ’ ανάγκη, τις απόψεις της ομάδας “ForolinΕυζήν” και του Foroline.gr.