Τις «ιδιαιτερότητες» του ελληνικού φορολογικού συστήματος αναδεικνύει ο ΟΟΣΑ αναδεικνύει, καθώς προκύπτει η… επιμονή στις ασφαλιστικές εισφορές και στους έμμεσους φόρους, αλλά και η σημαντικότατη υστέρηση στα έσοδα από την άμεση φορολογία, ειδικά σε αυτά από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων.
Συνολικά 29 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ εμφάνισαν αύξηση στην αναλογία των φορολογικών εσόδων ως προς το ΑΕΠ την περίοδο 2010-2023, με την Ελλάδα να κατατάσσεται 3η στη σχετική λίστα, αφού βελτίωσε την αναλογία κατά 7,5 ποσοστιαίες μονάδες. Μεγαλύτερη αύξηση παρουσίασαν μόνο η Ιαπωνία (με τις 8,2 μονάδες) και η Σλοβακία (με 7,6 μονάδες).
Η αναλογία ήταν στο 32,3% το 2010 με την έναρξη της οικονομικής κρίσης. Τα 2023 έκλεισε με ποσοστό 39,8%. Το αποτέλεσμα; Ενώ το 2010 ο δείκτης φορολογικών εσόδων προς ΑΕΠ ήταν μόλις 0,8% υψηλότερα από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, με βάση τα στοιχεία του 2023 η ψαλίδα έχει «ανοίξει» στις 6 ποσοστιαίες μονάδες.
Ο δείκτης «φόροι προς ΑΕΠ»
Η αναλογία «φόροι προς ΑΕΠ» είναι ένας δείκτης που μπορεί να διαβαστεί με πολλούς τρόπους. Η αύξησή του μπορεί να υποδεικνύει από υπερφορολόγηση των πολιτών μέχρι αποτελεσματική λειτουργία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Η μείωσή του, από την άλλη, μπορεί να αποτυπώνει το αποτέλεσμα της μείωσης των φορολογικών συντελεστών ή και της ταχείας ανάπτυξης της οικονομίας. Στην Ελλάδα, ο δείκτης καταγράφει πτωτική τάση τα τελευταία χρόνια (από το 41,2% το 2022 έχει υποχωρήσει στο 39,8% το 2023), κάτι που αποδίδεται και στις μειώσεις φορολογικών συντελεστών στις οποίες έχει προχωρήσει η κυβέρνηση, αλλά και στην ανάπτυξη της οικονομίας η οποία, συνδυαστικά με τον πληθωρισμό, ανέβασε το ονομαστικό ΑΕΠ. Η επίδοση του 39,8% κατατάσσει την Ελλάδα στην πρώτη δεκάδα των χωρών μελών του ΟΟΣΑ. Υψηλότερες επιδόσεις εμφανίζουν οι Αυστρία, Βέλγιο, Δανία, Γαλλία κ.λπ. Όσο για τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, παραμένει σταθερός τα τελευταία χρόνια στα επίπεδα του 34%. Πώς συλλέγονται τα φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα;
Με εντελώς διαφορετική «συνταγή» σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες, όπως προκύπτει από τα ακόλουθα στοιχεία:
- Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων αποδίδει ποσό ίσο με το 13,6% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ διαμορφώθηκε στο 23,6%, ακριβώς 10 μονάδες πάνω από το ελληνικό επίπεδο. Είναι το εύρημα για το οποίο ασκείται έντονη κριτική στο ελληνικό φορολογικό σύστημα. Η χαμηλή αναλογία -παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα εφαρμόζει υψηλούς συντελεστές στη φορολογική κλίμακα που φτάνουν μέχρι και το 44%- δείχνει την εκτεταμένη φοροδιαφυγή αλλά και την προσπάθεια φοροαποφυγής. Βεβαίως, καθοριστικό ρόλο παίζει και η σημαντική υποχώρηση των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων μέσα στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να «ψαλιδιστεί» η φορολογητέα ύλη.
Για να γίνει αντιληπτή η διαφορά, η Γερμανία συλλέγει το 26,9% των συνολικών φορολογικών εσόδων από τους δικαιότερους (λόγω αναλογικότητας) φόρους εισοδήματος φυσικών προσώπων, ενώ ο συντελεστής στη Δανία (η οποία δεν επιβάλλει ασφαλιστικές εισφορές) φτάνει στο 55,8%. - Ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων αποδίδει στην Ελλάδα μόλις το 6% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Είναι ακριβώς το μισό ποσοστό σε σχέση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ ο οποίος διαμορφώνεται στο 12%. Η χαμηλή αναλογία δεν είναι αποτέλεσμα των χαμηλών συντελεστών, αλλά της γενικότερης «συνταγής» που ακολουθείται. Η Ιρλανδία, για παράδειγμα, γνωστή σε παγκόσμιο επίπεδο για την ευνοϊκή φορολογική πολιτική που ακολουθεί όσον αφορά τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων, εισπράττει το 21,5% των συνολικών φορολογικών εσόδων από τον συγκεκριμένο κωδικό.
- Στις ασφαλιστικές εισφορές, η Ελλάδα εμφανίζει τη μεγάλη διαφοροποίηση και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους προωθήθηκε η μείωση των συντελεστών. Τα στοιχεία της έρευνας του ΟΟΣΑ δείχνουν βαθμό εξάρτησης 29,6% από τις ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών (είναι το ποσοστό ως προς τα συνολικά φορολογικά έσοδα). Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι στο 24,8% και ο στόχος είναι η μεθεπόμενη ετήσια έρευνα (οπότε θα αποτυπωθούν τα στοιχεία της χρήσης του 2025 όταν και θα καταγραφεί και η τελευταία μείωση του συντελεστή κατά μία ποσοστιαία μονάδα) να δείξει σημαντική σύγκλιση.
- Υψηλότερα από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ κινούμαστε και όσον αφορά τον φόρο της ακίνητης περιουσίας, από τον οποίο περιμένουμε (λόγω ΕΝΦΙΑ) το 6,6% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι στο 5,3%. Η Ελλάδα δέχεται κριτική για τον μεγάλο βαθμό εξάρτησης από την «άδικη» έμμεση φορολογία, όμως, παρά το γεγονός ότι το… ανάθεμα πέφτει στον ΦΠΑ, ο πραγματικός υπαίτιος είναι οι πολύ υψηλοί συντελεστές υπολογισμού των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Αν απομονωθεί η συνεισφορά του ΦΠΑ, προκύπτει συντελεστής της τάξεως του 21,9% ως προς το σύνολο των φορολογικών εσόδων. Αυτή η επίδοση είναι αρκετά κοντά στον μέσο όρο, που διαμορφώνεται στο 20,8%. Αντίθετα, στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ο μέσος όρος διαμορφώνεται στο 10,8% και η Ελλάδα έχει εκτιναχθεί στο 21,4%.
- Η Ελλάδα δέχεται κριτική για τον μεγάλο βαθμό εξάρτησης από την «άδικη» έμμεση φορολογία, όμως, παρά το γεγονός ότι το… ανάθεμα πέφτει στον ΦΠΑ, ο πραγματικός υπαίτιος είναι οι πολύ υψηλοί συντελεστές υπολογισμού των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Αν απομονωθεί η συνεισφορά του ΦΠΑ, προκύπτει συντελεστής της τάξεως του 21,9% ως προς το σύνολο των φορολογικών εσόδων. Αυτή η επίδοση είναι αρκετά κοντά στον μέσο όρο, που διαμορφώνεται στο 20,8%. Αντίθετα, στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ο μέσος όρος διαμορφώνεται στο 10,8% και η Ελλάδα έχει εκτιναχθεί στο 21,4%.
Θανάσης Τσίρος (Έντυπη έκδοση)
Αναδημοσίευση από https://www.naftemporiki.gr/