Η πεζογραφία της κρίσης (2014-2016)

0

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια έχει και χρονικό βάθος και πολυμορφία.
Εν πρώτοις δεν μόνον αυτή που αποτυπώνεται στους οικονομικούς δείκτες ή στην κατάρρευση του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος.

Υπάρχει μια ευρύτερη διάχυση σε συμπεριφορές καθώς και μια διάβρωση της απλής καθημερινότητας. Επίσης, δεν είναι στενά ελληνικό φαινόμενο.

Αντανακλάται και διαπλέκεται με την ευρωπαϊκή κυρίως, αλλά και με την παγκόσμια. 

Πώς λοιπόν η πεζογραφία των τελευταίων ετών ενσωματώνει την κρίση;

Η λογοτεχνία βρίσκεται απέναντι ή μέσα στην πολιτισμική, ανθρωπιστική, αναπαραστατική κρίση;

Τα βιβλία που καθρεφτίζονται σ’ αυτό το φαινόμενο θα αποτελέσουν στο μέλλον τεκμήρια ανίχνευσης και ερμηνείας του;

Η πεζογραφία μας καταλήφθηκε εξαπίνης από την επερχόμενη κατάρρευση, ή την προοικονόμησε και την ψηλάφισε

Πολλά τα ερωτήματα, περισσότερες οι οπτικές. 

Η Ελένη Παπαργυρίου (ερευνήτρια, διδάκτορας Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και κριτικός λογοτεχνίας) χαρτογραφεί την πρόζα της κρίσης, μέσα από συλλογές διηγημάτων, νουβέλες και μυθιστορήματα που κυκλοφόρησαν την τελευταία διετία.

Επισημαίνει, διακρίνει και συγκρίνει, νηφάλια και σφαιρικά, μυθοπλασίες και πραγματικότητα, αφηγηματικούς τρόπους και ζώσα εμπειρία· με δυο λόγια, πώς η γραφή ξορκίζει, φωτίζει, αποδομεί το άλγος της ιστορικής συγκυρίας.

«Πώς να μιλήσει η λογοτεχνία για την κρίση χωρίς να την καταναλώσει; Έχω την αίσθηση πως τα αντίβαρα των αποτυχημένων προσπαθειών, όλα τα γόνιμα δείγματα […] δεν έχουν ανοίξει ακόμα διάπλατα τον δρόμο για μια πεζογραφία της κρίσης, κυρίως αν δοκιμάσουμε να τη ζυγίσουμε ως σύνολο. Θα χρειαστεί σε κάθε περίπτωση να περιμένουμε» έγραφε στο περιοδικό Αναγνώστης το 2014 ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, στο πιο περιεκτικό κριτικό κείμενο που έχει γραφτεί μέχρι στιγμής σχετικά με το θέμα.

Αυτό που αντιλαμβάνεται ο Χατζηβασιλείου ως ζήτημα κατανάλωσης της κρίσης, μπορεί να αναλυθεί σε περαιτέρω ερωτήματα: πώς μπορούμε να αφηγηθούμε την κρίση και πώς ιστορικοποιείται;

Πώς μπορεί να αποτελέσει αφηγηματικό γεγονός κάτι που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη;

Ο Χατζηβασιλείου μιλάει για γόνιμα δείγματα που δεν καταφέρνουν, ωστόσο, να αντιστρέψουν την αίσθηση της αποτυχίας, μια αποτυχία που συντίθεται στην τάση της αισθητικά βεβαρημένης αποτύπωσης ή της χρηστομάθειας, του διδακτισμού και της ηθικολογίας.

Προτρέπει την υπομονή.

Πού βρισκόμαστε λοιπόν σήμερα, περίπου δύο χρόνια μετά την κριτική αυτή αποτίμηση

Τα κείμενα της πρώτης τετραετίας αντέδρασαν ανακλαστικά στην κρίση, με έναν εικονοποιητικό αντικατοπτρισμό: οι αυτοκτονίες, τα χρέη, οι τράπεζες, οι κατασχέσεις, η αστεγία, η μειωμένη αγοραστική δύναμη.

Η πεζογραφία επικεντρώθηκε, από τη μια, στη χαρτογράφηση του σκηνικού της κρίσης και, από την άλλη, στην απόδοση ευθυνών.

Η επιτακτική συγκέντρωση εικονικών συμβόλων οδήγησε σε μια λογοτεχνική αποτύπωση που δεν διέφερε ουσιαστικά από αυτήν των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, που εσφαλμένα παρουσίασε ούτε λίγο ούτε πολύ μια χώρα που δοκιμάστηκε αδιακρίτως και ομοιογενώς, χωρίς κανένα στοιχείο ταξικής ή άλλης διαφοροποίησης.

Στην περίπτωση της πεζογραφίας η υπερβολική έμφαση στη συμπτωματολογία, εκτός από μια στρεβλή εικόνα για την κρίση, απέβη σε βάρος των χαρακτήρων.

Στο πλαίσιο αυτό αναπτύχθηκε ένα είδος χρηστομάθειας, ένα «τις πταίει;» που κινήθηκε στις επιταγές του κοινωνικού ρεπορτάζ.

Πέτρος Μάρκαρης - Κωνσταντίνος ΤζαμιώτηςΠέτρος Μάρκαρης – Κωνσταντίνος Τζαμιώτης |

Κείμενα όπως η «Τριλογία της κρίσεως» του Πέτρου Μάρκαρη (Γαβριηλίδης, 2010-12) ή «Η πόλη και η σιωπή» του Κωνσταντίνου Τζαμιώτη (Καστανιώτης, 2013), παρά την ευρηματική πλοκή τους, εντάσσονται στο παραπάνω πλαίσιο.

Ρέα Γαλανάκη

Το μυθιστόρημα της Ρέας Γαλανάκη «Η Ακρα Ταπείνωση» (Καστανιώτης, 2015), χωρίς να ανατρέπει απόλυτα το σχήμα αυτό, κάνει ένα βήμα παραπέρα: εστιάζει στη διαφοροποίηση γενεών, του Πολυτεχνείου και της σημερινής, και στον τρόπο που αντιδρούν πολιτικά σε κρίσιμες συνθήκες: οι νύχτες του Νοέμβρη του 1973 αντιπαραβάλλονται στις καταστροφικές διαδηλώσεις του Φεβρουαρίου 2012.

Πρέπει να τονιστεί ότι όλα τα παραπάνω δείγματα προβάλλουν έναν στέρεο ανθρωπισμό, με ήρωες που παρά τη σχηματικότητά τους αφουγκράζονται προσεκτικά την πραγματικότητα γύρω τους και ανταποκρίνονται στις ανθρώπινες ανάγκες της.

Πλάγια ματιά στην κρίση: μεταφορά, συνεκδοχή, αλληγορία

Αυτό που υποχωρεί, χωρίς όμως να εξαφανίζεται τελείως, τα τελευταία δύο χρόνια είναι η κατά μέτωπον αντιμετώπιση των συμπτωμάτων.

Η κρίση δεν εκπλήσσει πλέον κανέναν, πολύ λιγότερο τους ίδιους τους συγγραφείς.

Η νέα τάση θέλει τα κείμενα να μην περιγράφουν τόσο την επιφάνειά της ως κύριο ζητούμενο της πλοκής, αλλά, αντιθέτως, θεωρώντας την δεδομένη, να επικεντρώνονται στους χαρακτήρες και στη δράση τους.

Νικόλας Σεβαστάκης

Στα διηγήματα του Νικόλα Σεβαστάκη στη συλλογή«Ανδρας που πέφτει» (Πόλις, 2015) η κρίση δρα παρασκηνιακά, δεν τίθεται στο προσκήνιο ως επίκεντρο της προσοχής του αναγνώστη.

Δίνεται έτσι η ευκαιρία στους χαρακτήρες να αναπτυχθούν ελεύθερα.

Το μοτίβο της πτώσης, είτε αυτή περιγράφει μια παθολογική κατάσταση είτε μια ψυχολογική πορεία προς τα κάτω, αναδεικνύεται σε ευρηματική μεταφορά.

Ηλία Κουτσούκος

Η πολύ καλή νουβέλα του Γιώργου Κουτσούκου,«Ενυδρείο» (Κίχλη, 2014), αναπτύσσεται γύρω από το ζήτημα της ερωτικής αναζήτησης σε μια Αθήνα που μαστίζεται από την ανέχεια.

Η προσπάθεια του αφηγητή να δελεάσει τις υποψήφιες παρτενέρ του με ένα άδειο πορτοφόλι έχει ως αποτέλεσμα την κατά συνθήκη επικοινωνία, που τις περισσότερες φορές μένει άκαρπη.

Η επιθυμία του σώματος γίνεται συνεκδοχή μιας γενικότερης αναζήτησης που δεν σχηματοποιείται, όπως δεν σχηματοποιείται επακριβώς ούτε το έλλειμμα της πόλης που σταδιακά αποσυντίθεται.

Σωτήρης Δημητρίου

Προς την κατεύθυνση της αλληγορίας κινείται οΣωτήρης Δημητρίου στο αφήγημα «Κοντά στην Κοιλιά»(Πατάκης, 2014), στο οποίο ξεδιπλώνει ένα πολυφωνικό υφαντό που εφορμάται από το γνωστό σύνθημα των αθηναϊκών τοίχων βασανίζομαι.

Στο αφήγημα του Δημητρίου δεν υπάρχουν χαρακτήρες αλλά πλήθη με συμπεριφορές αγέλης που αντιδρούν σπασμωδικά.

Το αφήγημα βρίθει από σατιρικά στοιχεία: «Σε γιγαντοοθόνες -που ήταν παντού- έτρεχε στις πλαγιές και στα κορφοβούνια ένα κλεφτόπουλο, ορντινάντζα του Κολοκοτρώνη. Ακούγονταν κυπροκούδουνα και η φουστίτσα του ανέμιζε ολόασπρη. Εφτανε αναψοκοκκινισμένο στο λημέρι του Καραϊσκάκη και του έλεγε. “Καπετάνιο ο στρατηγός μου είπε να ανταμώσετε στο Ανάπλι για φρεντοτσίνο. Ανοιξε μια καινούρια καφετέρια”» (σ. 83-84).

Η αλληγορία ως τρόπος να μιλήσει κανείς για την πολιτική κατάσταση, εμπλουτισμένη με σάτιρα και χιούμορ, μπορεί να δώσει, θεωρώ, στα χρόνια που θα έρθουν, πολύ περισσότερα γόνιμα δείγματα.

Νησιά στο αρχιπέλαγος της αλληλεγγύης

Τα καλύτερα κείμενα για την κρίση είναι τα μικρότερα.

Η μικρή φόρμα, διήγημα και νουβέλα, είναι αποτελεσματικός δίαυλος αφηγηματικής αντιμετώπισής της.

Αυτό συμβαίνει γιατί εστιάζει στη σημαίνουσα λεπτομέρεια, στην ελλειπτική ματιά, στο περιορισμένο κάδρο.

Η κρίση για τους περισσότερους από εμάς μεταφράζεται σε τραυματικά γεγονότα, σε οξύτητα εμπειριών, κι όχι σε μια γενικότερη συνθήκη που μπορεί κανείς να περιγράψει συνολικά.

Χρήστος Οικονόμου

Με τη συλλογή «Κάτι θα γίνει, θα δεις» (Πόλις, 2010) οΧρήστος Οικονόμου έγινε συμπτωματικά εμβληματικός συγγραφέας της κρίσης, καθώς αφηγήθηκε στεγνά και χωρίς εμφανή συγκίνηση το τραύμα της οικονομικής δυσπραγίας.

Γραμμένα σε καιρούς οικονομικής σταθερότητας, πολύ πριν από τη υπαγωγή της χώρας στον οικονομικό έλεγχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τον Μάιο του 2010, τα διηγήματα της συλλογής δεν μιλούν γενικώς για την Ελλάδα, αλλά για μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή του Πειραιά και την εργατική της τάξη.

Ωστόσο, το 2010 η γενικευμένη κρίση ανέδειξε το ταξικά εστιασμένο πρόβλημα σε εθνική αφήγηση.

Το επόμενο βιβλίο του Οικονόμου, «Το καλό θα ‘ρθει από τη θάλασσα» (Πόλις, 2014), είναι το πρώτο μέρος μια υποσχεμένης τριλογίας διηγημάτων.

Περιλαμβάνει τέσσερις αυτοτελείς ιστορίες που ενώνονται (σχεδόν σαν σπονδυλωτό μυθιστόρημα) στη βάση ενός κοινού τόπου: ένα φανταστικό νησί στο οποίο έχουν καταφύγει κάτοικοι της μητροπολιτικής Ελλάδας που προσπαθούν να ξαναστήσουν τη ζωή τους με όρους αλληλεγγύης.

Ωστόσο, οι προσπάθειές τους τούς φέρνουν σε σύγκρουση με το παλιό κατεστημένο του νησιού, τους «αρουραίους», που προασπίζονται σθεναρά τα συμφέροντά τους, με ολέθριες συνέπειες.

Το νησί του Οικονόμου δεν είναι πραγματικό: στήνεται στο φαντασιακό της ετεροτοπίας, ενός απάγκιου που ισοδυναμεί με ελπίδες και όνειρα για τους απλούς ανθρώπους.

Ωστόσο, εδώ ο Οικονόμου ολισθαίνει στην παγίδα του εθνικού.

Μιλώντας για την Ελλάδα, η μεταφορά του α-σύνορου νησιού αποσυντίθεται και το σύνθημα που μοιάζει να βγαίνει είναι το «θέλουμε τη χώρα μας πίσω»: «Για να σωθούμε πρέπει πρώτα να χαθούμε. Πρέπει να χάσουμε την Ελλάδα, για να σώσουμε την Ελλάδα» (σ. 57).

Νησί είναι και ο χώρος όπου διαδραματίζεται το πολύ πρόσφατο μυθιστόρημα τουΚωνσταντίνου Τζαμιώτη «Το πέρασμα» (Μεταίχμιο, 2016).

Ο Τζαμιώτης καταπιάνεται με ένα κρίσιμο θέμα των ημερών, την προσφυγική κρίση, ανιχνεύοντας τη συμπτωματολογία της σε ένα μικρό νησί κοντά στα τουρκικά παράλια.

Στην καρδιά του χειμώνα ένα πλοιάριο με εκατοντάδες ναυαγούς ξεβράζεται στα βράχια και οι νησιώτες αναγκάζονται να περάσουν τέσσερις μέρες με τους επιζώντες πριν αυτοί μεταφερθούν σε γειτονικό μεγαλύτερο νησί.

Στα θετικά του βιβλίου προσμετρώνται οι πολλαπλές εστιάσεις σε μια πλειάδα προσώπων που εμπλέκονται στη διαδικασία της διάσωσης, από τους ντόπιους, Ελληνες και παλιότερους μετανάστες, μέχρι τους ίδιους τους πρόσφυγες.

Παρά την ανθρωπιστική του ματιά, όμως, που βλέπει στην άφιξη των προσφύγων μια ευκαιρία για τον τόπο, το βιβλίο δεν είναι παρά μια σειρά από σεναριακού τύπου ρεαλιστικά επεισόδια που περιγράφουν πρωτογενή (και μεταξύ τους αντιθετικά) φαινόμενα και αντιδράσεις: την αλληλεγγύη και τη συμπάθεια στην απώλεια και τη δυστυχία του εκπατρισμού, τη δυσπιστία, την κερδοσκοπία και την εκμετάλλευση ή την εχθρότητα.

Το νησί, ως απάλειψη συνόρων ή, στην περίπτωση των προσφύγων, την τραγική επιβεβαίωσή τους, γίνεται, στην πεζογραφία της κρίσης, μια δυστοπία που καταργεί τη σκηνοθεσία της θάλασσας και του φωτός, ως, πρώτον, σύμβολα ελληνικότητας και, δεύτερον, νεοφιλελεύθερης οικονομικής ευταξίας, του νησιού ως τόπου διακοπών και των διακοπών ως προϊόντος σταθερότητας.

Το νησί ως επαναλαμβανόμενο μοτίβο της σύγχρονης πεζογραφίας θα άξιζε να μελετηθεί περισσότερο, και τα παραπάνω κείμενα να αντιπαραβληθούν με παλιότερα του Χρήστου Χωμενίδη (Ο κόσμος στα μέτρα του, Πατάκης, 2012) και του Χρήστου Αστερίου (Ισλα Μπόα, 2012), που περιστρέφονται γύρω από ανάλογη θεματική.

Και τώρα τι;

Το προσφυγικό ζήτημα είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα απασχολήσει πολύ περισσότερο πεζογράφους (και ποιητές) τα χρόνια που θα έρθουν.

Θα είναι σίγουρα ενδιαφέρον να δούμε με ποιους τρόπους μπορεί να γίνει αυτό, κυρίως με ποιον τρόπο μπορεί η αφήγηση να εμπλέξει τον αναγνώστη στην αντιμετώπιση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.

Γιάννης Τσίρμπας

Αξεπέραστη στο θέμα αυτό παραμένει, θεωρώ, η νουβέλα τουΓιάννη Τσίρμπα «Η Βικτώρια δεν υπάρχει» (Νεφέλη, 2013), που διαδραματίζεται στην Αθήνα.

Η μοντερνιστική συμπλοκή διαφορετικών και φαινομενικά ασύνδετων αφηγηματικών επιπέδων στη νουβέλα του Τσίρμπα αναγκάζει τον αναγνώστη να πάρει θέση απέναντι στο ακροδεξιό αφήγημα που θέλει τον φτωχό μετανάστη να βρίσκεται σε υποχρεωτικό ανταγωνισμό με τον φτωχό ντόπιο.

Κώστας Περούλης

Η συλλογή διηγημάτων του Κώστα Περούλη «Αυτόματα» (Αντίποδες, 2015), παρά το ότι κινείται σε διαφορετική κατεύθυνση, δείχνει επίσης μια ταξική αντιμετώπιση της εργασίας, που ομογενοποιεί Ελληνες και μετανάστες.

Το συμπέρασμα που προκύπτει από όλα αυτά είναι μάλλον θετικό.

Πρόκειται για μια πορεία προς τα μπρος: αν μη τι άλλο, τα θέματα στρέφονται προς διαφορετικές κατευθύνσεις και οι αφηγηματικοί τρόποι σταδιακά αλλάζουν και εμπλουτίζονται.

Η κρίση δεν αντιμετωπίζεται τόσο με όρους ουσιοκρατίας (ξέρουμε τι είναι επειδή τη βιώνουμε) και ομοιογένειας (όλοι τη βιώνουμε το ίδιο), αλλά με όρους διαφοροποίησης όπου εξετάζονται ετερογενή και ανομοιογενή φαινόμενα. Ισως αυτό απομακρύνει την πεζογραφία από την αντιμετώπιση της κρίσης ως εθνικό αφήγημα, από την προβολή της ως ελληνικής αποκλειστικότητας.

Ισως αυτό δώσει αφηγήσεις που θα συζητήσουν την κρίση στην Ελλάδα στο διεθνές της πλαίσιο, κάτι που απουσιάζει μέχρι στιγμής εντελώς από την πεζογραφική παραγωγή.

Αναδημοσίευση http://www.efsyn.gr/

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.