Η Αθήνα πριν από το ’21: Ένας απέραντος σωρός ερειπίων ή μια μικρή ολοζώντανη πόλη; Φανταστείτε την Αθήνα μια πόλη σε μέγεθος χωριού, χτισμένη ολάκερη γύρω από τον Βράχο της Ακρόπολης.
Ο Παρθενώνας στεγάζει ένα τζαμί, ενώ τα τείχη το καθιστούν κάστρο, όπου κατοικοεδρεύουν σε χαμηλά σπιτάκια ανάμεσα στα αρχαία χαλάσματα φρούραρχοι και φύλακες. Τείχη υπάρχουν και γύρω από την πόλη, εκτός των οποίων ζουν οι αγροτικοί πληθυσμοί, κυρίως Αρβανίτες.
Η οδός Πανός, η οποία βρίσκεται –μέχρι σήμερα– κάτω από τη Ρωμαϊκή Αγορά, είναι ο κεντρικός δρόμος της πόλης και γύρω από αυτήν κατοικούν οι πλουσιότεροι και ισχυρότεροι Τούρκοι, ενώ στις πίσω σειρές από αυτούς οι πλούσιοι Έλληνες.
Τα αρχοντικά διακοσμούνται συχνά με αντικείμενα και στοιχεία κάθε ιστορικής περιόδου που βρίσκουν στον απέραντο ερειπιώνα, που ήταν η Αθήνα της εποχής. Πιο πίσω ακολουθούν τα φτωχόσπιτα των χαμηλότερων στρωμάτων.
Τρία τζαμιά και τρία χαμάμ αλληλοσυμπληρώνονται ώστε να μπορούν οι πιστοί να καθαρίζονται και να εξαγνίζονται προτού προσευχηθούν.
Τα δύο παραμένουν ακόμα όρθια, το Φετιχέ Τζαμί και το Τζισταράκη στο Μοναστηράκι.
Η πόλη δεν υστερεί σε ορθόδοξες εκκλησίες, καθώς χτίζονται ελεύθερα (αν και δεν επιτρέπεται να χτυπάνε καμπάνες) χάρη στο ότι, όπως λέγεται, ο Προφήτης επισκέφτηκε την Αθήνα όχι ως κατακτητής αλλά ως προσκυνητής στο ωραιότερο τζαμί της εποχής του, αυτό της Ακρόπολης, όπως το αποκάλεσε το 1688 ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή.
Μια Αθήνα πολυπολιτισμική που κατοικείται κατά το 1/3 από Τούρκους και κατά τα 2/3 από Έλληνες (σύμφωνα με τον διπλωμάτη Felix Beaujour το 1798) αλλά και Ευρωπαίους που οι Μεγάλες Δυνάμεις στέλνουν ως διπλωματικούς αντιπροσώπους ήδη από τον 17ο αιώνα
Στο παζάρι ακούγονται ελληνικά, τουρκικά, αλβανικά και όχι μόνο, οι άνθρωποι περνάνε ώρες στα καφενεία καπνίζοντας πίπες και πίνοντας καφέ, ζούνε σχετικά αρμονικά μεταξύ τους παρά τις διαφορετικές θρησκείες και γλώσσες, ενώ συχνά τις γιορτές τους τις γιορτάζουν μαζί στα αρχαία ερείπια.
<<Ο Παρθενώνας στεγάζει ένα τζαμί, ενώ τα τείχη το καθιστούν κάστρο, όπου κατοικοεδρεύουν σε χαμηλά σπιτάκια ανάμεσα στα αρχαία χαλάσματα φρούραρχοι και φύλακες. Τείχη υπάρχουν και γύρω από την πόλη, εκτός των οποίων ζουν οι αγροτικοί πληθυσμοί, κυρίως Αρβανίτες. >>
Η βλάστηση στη γύρω περιοχή, όπου βόσκουν πρόβατα, είναι πλούσια και τα ποτάμια Ιλισός και Κηφισός χαρίζουν στιγμές δροσιάς στους ντόπιους και βοηθάνε στην καλλιέργεια των πενήντα χιλιάδων ελαιόδεντρων, ενώ τόσο οι χριστιανοί όσο και οι μωαμεθανοί, πιστεύοντας στις αρχέγονες δυνάμεις του νερού, κάνουν εναλλάξ λιτανείες.
Ευρωπαίοι περιηγητές και ρομαντικοί ζωγράφοι, Άγγλοι αριστοκράτες που με το τέλος των σπουδών τους κάνουν το grand tour στην Ανατολή αλλά και Γάλλοι ήδη από την εποχή του Λουδοβίκου ΙΔ’, του βασιλιά Ήλιου, κάνουν την εμφάνισή τους αναζητώντας το χαμένο μεγαλείο της αρχαίας πόλης των Αθηνών.
Όσο περνούν τα χρόνια και με κορύφωση τις αρχές του 19ου αι., λίγο πριν ξεσπάσει η Επανάσταση, το φιλελληνικό κίνημα και ο αριθμός των περιηγητών αυξάνονται σημαντικά. Όπως, φυσικά, και ο αριθμός όσων κατέφθαναν για να λεηλατήσουν τις αρχαιότητες.
Η πιο ισχυρή ελληνική οικογένεια γαιοκτημόνων ήταν οι προύχοντες Μπενιζέλοι –των οποίων η οικία διασώζεται στην οδό Αδριανού 96– που είχαν ενεργό ρόλο στα κοινά.
Απόγονος της Οσίας Φιλοθέης (1522-1589), της γυναίκας που αφιέρωσε τη ζωή αλλά και την περιουσία της στους φτωχούς και αδύναμους, ο Ιωάννης Μπενιζέλος, άνθρωπος με πνευματικά ενδιαφέροντα και δάσκαλος της Σχολής Ντέκα, στα τέλη του 18ου αι.
καταγράφει στην «Εφημερίδα των Αθηνών» του τη δομή και τη λειτουργία της πόλης, τις οικονομικές δοσοληψίες, τη γαιοκτησία, την παραγωγή λαδιού και μελιού που πήγαινε όλη στην Κωνσταντινούπολη, άλλες αγροτικές καλλιέργειες, την παραγωγή κεραμικών στον Κεραμεικό και τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό.
Χάρη στο έργο του διασώζεται μεγάλο μέρος της καθημερινότητας, όπου περνάνε γλαφυρά και οι διάλογοι Ρωμιών και Τούρκων μέσα από τις προστριβές τους, ενώ στο άλλο αξιόλογο έργο του «Ιστορία των Αθηνών» διηγείται την εξέλιξη της πόλης από την αρχαιότητα.
Η οικογένεια Μπενιζέλου συνέβαλε και στην ίδρυση της Φιλομούσου Εταιρείας το 1813 με σκοπό να προστατευτούν οι θησαυροί του ιστορικού τόπου.
To αρθρο γράφτηκε στην Lifo με αφορμή την πρόσφατη έκθεση στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη με τίτλο «Οθωμανική Αθήνα, 1458-1833», που έριξε φως σε μια σχετικά άγνωστη περίοδο της ιστορίας της πόλης μας.