Η υπόθεση που έφεραν στο δικαστήριο προ εβδομάδων ένας κομμωτής, ένας διαχειριστής κεφαλαίων και ορισμένοι Βρετανοί της Διασποράς θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μία από τις σημαντικότερες νομικές υποθέσεις στα χρονικά της βρετανικής συνταγματικής Ιστορίας.
Δυνητικά μπορεί επίσης να μεταβάλει τους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς και το πώς επηρεάζουν την πολιτική για την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως και τις ενέργειες της Ε.Ε.
Η υπόθεση αφορά τη διαδικασία που θα ακολουθήσει η Βρετανία ώστε να ενεργοποιήσει επίσημα τη διαδικασία αποχώρησής της από την Ε.Ε. Το μέλος που αποχωρεί πρέπει να ειδοποιήσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι ενεργοποιεί το άρθρο 50 και αυτό στη συνέχεια θα αρχίσει να διαπραγματεύεται τους όρους αποχώρησης που θα πρέπει να εγκριθούν με ειδική πλειοψηφία. Σε κάθε περίπτωση, οι ευρωπαϊκές Συνθήκες θα πάψουν να ισχύουν σε δύο έτη, εκτός και αν δοθεί, ομόφωνα, παράταση.
Οι ενάγοντες ζητούν από το δικαστήριο να κρίνει πως η εκτελεστική εξουσία δεν έχει τη δικαιοδοσία να στείλει την ειδοποίηση περί ενεργοποίησης του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισσαβώνας. Η κυβέρνηση υποστηρίζει πως η ειδοποίηση αποτελεί πράξη εξωτερικής πολιτικής και άσκηση των δικαιωμάτων της στο πλαίσιο διεθνούς συνθήκης, περιπτώσεις όπου η κυβέρνηση διαθέτει απεριόριστες εξουσίες. Οι ενάγοντες δεν αντικρούουν αυτό το επιχείρημα. Υποστηρίζουν, ωστόσο, ότι με την ενεργοποίηση του άρθρου 50 αρχίζει μια διαδικασία που θα είναι μη αναστρέψιμη, η οποία θα έχει μοιραία ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των δικαιωμάτων των Βρετανών πολιτών. Υποστηρίζουν, επίσης, ότι από τη φύση τους δεν είναι δυνατό να αποκατασταθούν αυτά τα δικαιώματα (για παράδειγμα το δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης στο εσωτερικό της Ε.Ε. και το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο). Συνεπώς, κατά τους ενάγοντες, η αφαίρεση των δικαιωμάτων είναι ζήτημα εσωτερικής πολιτικής και δεν καλύπτεται από τη γενική εξουσία που έχει παραχωρηθεί στην εκτελεστική εξουσία ώστε να δρα ελεύθερα σε διεθνείς υποθέσεις.
Και για τις δύο πλευρές κεντρική θέση έχει το επιχείρημα ότι η διαδικασία αποχώρησης θα είναι μη αναστρέψιμη μόλις επιδοθεί η ειδοποίηση ενεργοποίησης του άρθρου 50. Είναι ενδιαφέρον πως ο δικηγόρος της κυβέρνησης συμφώνησε με αυτή τη θέση, πιθανώς διότι από πολιτικής απόψεως η κυβέρνηση δεν ήθελε να δείξει πως έχει ύστερες σκέψεις γύρω από το Brexit. Δεύτερη πιθανή αιτία είναι πως η νομική κρίση για το αμετάκλητο του άρθρου 50 είναι θέμα ευρωπαϊκού δικαίου και τελικά ανήκει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κάτι που προσέθεσε μία ακόμη πολιτική παραδοξότητα στις πολλές αυτής της υπόθεσης.
Αν κερδίσουν την υπόθεση οι ενάγοντες, τότε είναι σχεδόν βέβαιο πως η κυβέρνηση θα χρειαστεί να λάβει την έγκριση του Κοινοβουλίου προτού δώσει την ειδοποίηση. Με βάση την υπάρχουσα πολιτική κατάσταση, δεν θα πρέπει κανείς να αναμένει πως το Κοινοβούλιο θα αρνηθεί να δώσει την έγκρισή του στην κυβέρνηση, ωστόσο είναι σχεδόν σίγουρο πως θα θέσει όρους. Αυτοί μπορεί να κυμαίνονται από μια απλή υποχρέωση της κυβέρνησης να ενημερώνει το Κοινοβούλιο μέχρι την απαίτηση οι όροι με τους οποίους θα αποχωρήσει η Βρετανία από την Ε.Ε. να έχουν προηγουμένως εγκριθεί σε γενικές γραμμές από τους βουλευτές. Μια τέτοια απαίτηση θα άλλαζε τόσο τον χρόνο όσο και τη δυναμική των διαπραγματεύσεων με την Ευρώπη. Αν η κυβέρνηση επιδώσει την ειδοποίηση παραβιάζοντας τις συνταγματικές απαιτήσεις, τότε σύμφωνα με τους όρους του Αρθρου 50 η ειδοποίηση δεν θα ισχύει. Αν η Βρετανία δεν επιδώσει την ειδοποίηση, τότε θα παραμείνει μέλος της Ε.Ε., αλλά χωρίς την ειδοποίηση τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε. αρνούνται να αρχίσουν στα σοβαρά τις διαπραγματεύσεις.
Οποια και αν είναι η απόφαση του δικαστηρίου, είναι βέβαιο ότι θα ασκηθεί έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο της Βρετανίας, το οποίο θα συνεδριάσει επί του θέματος τον Δεκέμβριο. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, το θέμα θα έχει γίνει ακόμη πιο περίπλοκο, καθώς το δικαστήριο θα εξετάσει και το αίτημα των τοπικών κυβερνήσεων της Βορείου Ιρλανδίας, πιθανώς και της κυβέρνησης της Σκωτίας για τις συνταγματικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να επιδοθεί η ειδοποίηση περί ενεργοποίησης του άρθρου 50. Μέχρι τότε και πιθανώς για πολύ καιρό ακόμη θα συνεχιστεί η αβεβαιότητα γύρω από το Brexit.
του Γιάννη Μανουηλίδη*-πηγή: Έντυπη Καθημερινη
* Ο αρθρογράφος είναι εταίρος στη δικηγορική εταιρεία Allen & Overy.