Το νεοκλασικό στη συμβολή των οδών Φίλωνος και Καραολή-Δημητρίου συγκαταλέγεται στα ωραιότερα ιστορικά κτίρια του Πειραιά και αποτελεί ένα από τα λίγα της «γενιάς» του που εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται.
Οι πρώτες προσπάθειες για την κάλυψη των αναγκών δημόσιων υπηρεσιών στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας εκδηλώνονται το 1870 και πέντε χρόνια αργότερα παρουσιάζεται ένα σχέδιο για κατασκευή ενός κτιριακού συγκροτήματος, του Κτιρίου των Αρχών, όπου υπήρχε πρόβλεψη να στεγαστούν η Πυροσβεστική, ο στρατώνας Χωροφυλακής, η Αστυνομία, το Ειρηνοδικείο, το μουσείο αρχαιοτήτων της πόλης και το Ταχυδρομείο που τότε συνυπήρχε με το Τηλεγραφείο. Από 1896 προστέθηκε και το Τηλεφωνείο συγκροτώντας τα «ΤΤΤ», τα γνωστότερα ως «Τρία Ταυ», που διατηρήθηκαν ώς το 1949 και τη δημιουργία του τότε δημόσιου ΟΤΕ.
Τα πρωτοποριακά σχέδια εγκαταλείφθηκαν γρήγορα και το 1898 το δημοτικό συμβούλιο αποφάσισε να κατασκευαστεί μόνον το κτίριο του Ταχυδρομείου στο οικόπεδο μεταξύ των οδών Φίλωνος, Νοταρά και Καραολή-Δημητρίου, η οποία τότε ονομαζόταν Αρεως, πίσω από τη Στρατιωτική Σχολή, τη Σχολή Ευελπίδων του Πειραιά.
Το μοναστήρι είχε γη
Η ιστορία της πόλης, που ώς τα μέσα του 18ου αιώνα έφερε το όνομα Πόρτο Λεόνε, συνδέεται με το μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνος. Διέθετε μεγάλη ακίνητη περιουσία, από την οποία 160 στρέμματα βρέθηκαν -κατά… σύμπτωση- στην «καρδιά» της πόλης με το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο του 1834 των Κλεάνθη-Σάουμπερτ.
Δύο χρόνια πριν οι Βαυαροί είχαν ποντάρει δυνατά στην υποψηφιότητα του Πειραιά για τη θέση της νέας πρωτεύουσας του κράτους, εκτιμώντας τη γειτνίαση με τη θάλασσα και την αξιοσημείωτη δημόσια γη που διέθετε. Ομως ο Λουδοβίκος, πατέρας τού μετέπειτα βασιλιά Οθωνα, επέλεξε την Αθήνα λόγω της ιστορίας της και των μοναδικών μνημείων της.
Από πολεοδομική σκοπιά όμως ο Πειραιάς είχε καλύτερη τύχη από την Αθήνα, αφού εφαρμόστηκαν τα σχέδια στα οποία είχαν προβλεφθεί «ευρείαι λεωφόροι, ευθύγραμμοι οδοί και εκτεταμένοι χώροι προς δημιουργίαν πλατειών και διά την ανέγερσιν εις προκαθωρισμένας θέσεις δημοσίων και δημοτικών οικημάτων», όπως αναφέρει ο ιστορικός Ι. Μελετόπουλος. Κάλυπτε τις ανάγκες 15.000 κατοίκων, όταν εκείνη την εποχή ο πληθυσμός του Πειραιά μόλις που ξεπερνούσε τα χίλια άτομα.
Ο αρχικός πυρήνας της πόλης συγκροτήθηκε από Χιώτες που βρήκαν καταφύγιο το 1822 μετά την καταστροφή του νησιού τους από τους Τούρκους. Ακολούθησαν Ψαριανοί, Μανιάτες και άλλοι Πελοποννήσιοι, ενώ το 1843 δημιουργήθηκε ο πυρήνας των Κρητικών. Το πρώτο δημόσιο κτίριο ήταν το Τελωνείο, έργο του 1835 που αντικατέστησε την ενετική Δογάνα.
Από το 1866 και με μικρά διαλείμματα, η πόλη μπαίνει στην… εποχή των Μουτζόπουλων ή Μουτσόπουλων. Με καταγωγή από τη Στεμνίτσα Αρκαδίας, ο Δημήτρης και στη συνέχεια ο Τρύφων ανέλαβαν τη δημαρχία και συνέδεσαν την παραμονή τους με τα σημαντικότερα δημόσια έργα, κυρίως στον τομέα της ύδρευσης, του φωτισμού και της περίθαλψης. Ο Πειραιάς ξεπερνούσε ήδη τους 10.000 κατοίκους και από το 1870 είχε γίνει «δήμος Α’ τάξεως».
Φωτ.: Βασίλης Μαθιουδάκης
Το «πολυσυλλεκτικό» κτίριο, multiplex στα… νεοελληνικά, χωροθετήθηκε στο γωνιακό οικόπεδο που είχε παραχωρήσει στον δήμο το Λιμενικό Ταμείο. Τα σχέδια ανατέθηκαν στους δημομηχανικούς Ε. Παπακωνσταντίνου και Α. Πανταλέων, όπως καταγράφει ο αρχιτέκτων Νικόλας Ντόριζας, στο βιβλίο του «Κτίρια του Πειραιά κατά τον 19ο αιώνα».
Τα σχέδια εγκρίθηκαν το 1898 και έναν χρόνο μετά μπήκε ο θεμέλιος λίθος από τον τότε δήμαρχο Τρύφωνα Μουτζόπουλο, ενώ τα εγκαίνια έγιναν το 1900, όπως πιστοποιεί η μαρμάρινη πλάκα πάνω από την κεντρική είσοδο του κτιρίου. Ηταν το πρώτο κτίριο της Ελλάδας που ένωνε κάτω από την ίδια στέγη τα «Τρία Ταυ». Προϋπήρχαν τα ταχυδρομικά γραφεία του Ναυπλίου, της Τρίπολης, της Επιδαύρου και της Σύρου, τα πρώτα που υπήρχαν στο τότε ελληνικό κράτος.
Το Ταχυδρομείο του Πειραιά, λόγω του λιμανιού, είχε κομβικό ρόλο στη μεταφορά δημόσιων εγγράφων αλλά και της ιδιωτικής αλληλογραφίας. Ηταν όμως… άστεγο, καθώς περιφερόταν σε διάφορους νοικιασμένους και ανεπαρκείς χώρους. Το ιδιόκτητο συγκρότημα καταλάμβανε πάνω από 1.000 τετραγωνικά και ξεκίνησε με αρχικό προϋπολογισμό το αστρονομικό για την εποχή ποσό των 190.000 δραχμών, ο οποίος τελικά επιβάρυνε το δημοτικό ταμείο με 242.480 δραχμές. Είχαν μάλιστα κυκλοφορήσει τότε φήμες ότι οι επικεφαλής των έργων έπαιρναν και προμήθειες, πέρα από τον μισθό που τους κατέβαλλε ο δήμος. Οι… συνήθεις υπερβάσεις κόστους και τα «δωράκια» που αποτελούν ώς σήμερα παράδοση στα έργα…
Αμέσως μετά τα εγκαίνια, ο δήμαρχος ξεκίνησε σκληρές διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση για το ύψος του ενοικίου. Διεκδικούσε 14.000 δραχμές τον χρόνο και η συμφωνία κινδύνεψε να τιναχτεί στον αέρα καθώς το αρμόδιο υπουργείο Εσωτερικών έδινε 2.000 δραχμές λιγότερες και ο Τρ. Μουτζόπουλος έκανε σε καθημερινή βάση τη διαδρομή Πειραιάς-Αθήνα. Το διαπραγματευτικό «ναυάγιο» αποφεύχθηκε τον Αύγουστο του 1901 και οι δύο πλευρές υπέγραψαν συμβόλαιο 25ετούς μίσθωσης έναντι 1.050 δραχμών τον μήνα, που υπολείπονταν κατά 1.400 δραχμές σε σχέση με τις αρχικές απαιτήσεις του δήμου…
Η εξωτερική όψη του συγκροτήματος θυμίζει έντονα το Ταχυδρομικό Μέγαρο της Γενεύης. Διέθετε μεγαλοπρεπή είσοδο προς τη Φίλωνος, στην οποία κυριαρχούν στοιχεία του ώριμου κλασικισμού για τις ανάγκες του Ταχυδρομείου, ενώ οι υπόλοιπες υπηρεσίες είχαν χωριστή εξυπηρέτηση από την Καραολή-Δημητρίου. Αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τον Πειραιά ώς το 1973 οπότε το Ταχυδρομείο μεταφέρθηκε σε νέο κτίριο στη διασταύρωση της Φίλωνος με την Τσαμαδού.
Το Παλιό Ταχυδρομείο έμεινε αναξιοποίητο για πολλά χρόνια και «χτυπήθηκε» από τους σεισμούς του 1981. Χαρακτηρίστηκε λίγο αργότερα διατηρητέο και το τότε υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ ανέλαβε ύστερα από συμφωνία με τον δήμο την αποκατάστασή του, που ολοκληρώθηκε το 2005. Από τότε στεγάζει τη Δημοτική Πινακοθήκη, η οποία διαθέτει συλλογή Νεοελλήνων ζωγράφων, μεταξύ άλλων έργα Λύτρα, Μαλέα και Ρωμανίδη, γλυπτά, κοστούμια και προσωπικά αντικείμενα του Μάνου Κατράκη.
1. Η Βρύση του Γουρδή
Στην οδό Φίλωνος βρισκόταν μία από τις συνολικά πέντε κρήνες που κάλυπταν με πολλές ελλείψεις τις ανάγκες των κατοίκων του Πειραιά ώς τα μέσα του 19ου αιώνα. Πρόκειται για τη «Βρύση του Γουρδή», που ήταν δίπλα στο αρχοντικό της ομώνυμης οικογένειας.
2. Στην Τρούμπα
Το Ταχυδρομείο βρισκόταν κοντά στην Τρούμπα, την περίφημη γειτονιά με τα «κορίτσια» και τα κόκκινα φανάρια, εικόνες γνώριμες σε όλα τα λιμάνια του κόσμου. Πήρε το όνομά της από παραφθορά της τρόμπας, της ιταλικής εκδοχής της αντλίας που λειτουργούσε στην οδό Αιγέως, τη σημερινή ΙΙας Μεραχίας, όπου υπήρχαν εγκαταστάσεις νερού για τον εφοδιασμό των πλοίων.