Απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με την αποζημίωση λόγω απόλυσης, δίνει ο Κωνσταντίνος Δημ. Γραβιάς, Πτυχιούχος Οικον. Παν/μίου Πειραιά, Λογιστής – φοροτεχνικός και μέλος της επιστημονικής ομάδας του TAXHEAVEN
■ Πως καταβάλλεται η αποζημίωση απόλυσης όταν υπερβαίνει τις αποδοχές δύο μηνών;
Όταν η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας υπαλλήλου υπερβαίνει τις αποδοχές δύο (2) μηνών, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο (2) μηνών. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές δύο (2) μηνών, εκτός και αν το ποσό που υπολείπεται για την εξόφληση του συνόλου της αποζημιώσεως είναι μικρότερο. Η πρώτη δόση καταβάλλεται την επομένη της συμπλήρωσης διμήνου από την απόλυση (βλ. παρ. 3 του άρθρου 74 του ν. 3863/2010).
Ως προς την αποζημίωση απόλυσης που καταβάλλεται σε καταγγελία εργατοτεχνίτη δεν έχει εφαρμογή το σύστημα των δόσεων. Το σύστημα των δόσεων αφορά μόνο σε καταγγελίες συμβάσεων υπαλλήλων με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου. (βλ. εγγρ.12023/401/8.8.2011 του υπ. Εργασίας και Κοιν. Ασφάλισης) [1].
■ Αν η αποζημίωση καταβληθεί με μετρητά μπορεί να εκπέσει η εν λόγω δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα μιας επιχείρησης;
Όπως είναι ήδη γνωστό, με το νόμο 4446/2016 (σ.σ. βλέπε άρθρο 72), προστέθηκε νέα περίπτωση ιδ΄ στο άρθρο 23 του Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013), σύμφωνα με την οποία, οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, δεν θα εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα.
Η περίπτωση ιδ’, που ορίζει τα ανωτέρω προστέθηκε στο άρθρο 23 του Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013) με το άρθρο 72 του ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α’ 240/22-12-2016) και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 22/12/2016, σύμφωνα με το άρθρο 129 του ιδίου νόμου, έχει ως εξής:
«ιδ) Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών».
Με βάση την ανωτέρω προσθήκη ορίζεται ότι, όλες οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013 [2] (ενδεικτικά, δαπάνες μισθοδοσίας προσωπικού, αμοιβές διευθυντών ή μελών Δ.Σ, αμοιβές δικηγόρων με πάγια αντιμισθία, αμοιβές όσων εργάζονται με μπλοκάκι, αποζημίωση απόλυσης, κ.α.), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Αν οι ανωτέρω δαπάνες δεν εξοφληθούν με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, τότε δεν εκπίπτουν.Συνεπώς, αν η αποζημίωση απόλυσης [3] καταβληθεί μετά τις 22/12/2016 με μετρητά, τότε δεν μπορεί να εκπέσει η εν λόγω δαπάνη για την επιχείρηση και επομένως θα πρέπει να γίνει η σχετική φορολογική αναμόρφωση [4].
Σημείωση: Σε σχετικό ερώτημα, αν θα μπορούσε να εκπέσει η δαπάνη στην περίπτωση που ο επιχειρηματίας καταθέσει τα χρήματα στο λογαριασμό του δικαιούχου με μετρητά στο γκισέ της τράπεζας, θεωρώ πως η απάντηση είναι αρνητική, γιατί με τον τρόπο αυτό δεν εκπληρώνονται όσα αναφέρονται στην περίπτωση ιδ’ «…εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών». Βέβαια, για το ζήτημα αυτό πρέπει να περιμένουμε τις σχετικές διευκρινίσεις από το αρμόδιο υπουργείο Οικονομικών.
■ Η αποζημίωση απόλυσης δηλώνεται από τον δικαιούχο στο σύνολό της κατά το έτος απόλυσης ή τμηματικά στα έτη είσπραξης της αποζημίωσης;
Όταν η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας καταβάλλεται σε δόσεις που αντιστοιχούν σε διαφορετικά φορολογικά έτη, δηλώνεται από τον δικαιούχο τμηματικά στα φορολογικά έτη που εισπράχθηκε η κάθε δόση, καθόσον το δικαίωμα είσπραξης του δικαιούχου της αποζημίωσης αντιστοιχεί στο χρόνο είσπραξης της κάθε δόσης που δικαιούται. Στις περιπτώσεις αυτές οι υπόχρεοι για την υποβολή του ηλεκτρονικού αρχείου βεβαιώσεων οφείλουν να αποστέλλουν μόνο το τμήμα της αποζημίωσης που πραγματικά εισπράχθηκε μέσα στο φορολογικό έτος και όχι τη συνολικά οφειλόμενη (βλ. αρ. πρωτ.: ΔΕΑΦ Α 1054386 ΕΞ 2016/5.4.2016).
Εξυπακούεται ότι η επιχείρηση που χορηγεί την αποζημίωση απόλυσης τμηματικά ως ανωτέρω, θα εκπέσει το σύνολο της δαπάνης στο έτος που αυτή χορηγήθηκε, εφόσον φυσικά πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν ανωτέρω.
■ Πως αποδίδεται ο τυχόν οφειλόμενος φόρος σε περίπτωση που η αποζημίωση απόλυσης καταβάλλεται σε δόσεις;
■ Αν καταβληθεί αποζημίωση μεγαλύτερη της νόμιμης, μπορεί να εκπέσει η εν λόγω δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα μιας επιχείρησης;
Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 22 και 23 του ν. 4172/2013, τότε εκπίπτει η αποζημίωση απόλυσης στις περιπτώσεις εκείνες που αυτή είναι μεγαλύτερη της νόμιμης [5.] Δηλαδή, στις κείμενες διατάξεις δεν υπάρχει κάποιος περιορισμός αναφορικά με την έκπτωση της δαπάνης της αποζημίωσης όταν είναι αυξημένη σε σχέση με αυτή που προβλέπεται στην εργατική νομοθεσία (σ.σ. μέχρι 31.12.2013 που ίσχυε ο ν. 2238/1994, είχε γίνει δεκτό από τη φορολογική Διοίκηση ότι η δαπάνη αυτή είναι παραγωγική και η επιχείρηση δύναται να εκπέσει το ποσό της αποζημίωσης, ακόμη και όταν το ποσό αυτής είναι μεγαλύτερο από το νόμιμο [ 6]
________________________________
[1] Πλήρη ανάλυση για τον τρόπο υπολογισμού, κ.λπ. της αποζημίωσης απόλυσης μπορείτε να βρείτε στο άρθρο του συναδέλφου Ανδρέα Κ. Σακελλαριάδη με τίτλο Υπολογισμός αποζημίωσης σε καταγγελία σύμβασης αορίστου χρόνου – Καταβολή σε δόσεις και υποβολή εντύπου
[2] Για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες:
α) στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας, σύμφωνα με το εργατικό δίκαιο,
β) βάσει σύμβασης, προφορικής ή έγγραφης, με την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτημένης εργασίας με άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ορίζει και να ελέγχει τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών,
γ) οι οποίες ρυθμίζονται από τη νομοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου,
δ) ως διευθυντής ή μέλος του ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας,
ε) ως δικηγόρος έναντι πάγιας αντιμισθίας για την παροχή νομικών υπηρεσιών,
στ) βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτόν, ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα και δεν διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που διαφέρει από την κατοικία του. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από μισθωτή εργασία, σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις α’ έως ε’ του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να προβλέπονται περαιτέρω προϋποθέσεις και να καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.
[3] Βάσει της περίπτωσης ε’ της παρ. 3 του άρθρου 12, ως ακαθάριστο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις θεωρούνται και οι αποζημιώσεις για τη λύση ή καταγγελία της εργασιακής σχέσης.
[4] Πλήρης και ολοσχερής εξόφληση της αποζημίωσης απόλυσης προς τον εργαζόμενο αποδεικνύεται μόνο με προσκόμιση αποδεικτικού τράπεζας το οποίο περιλαμβάνει: α) το όνομα του καταθέτη εργοδότη, β) το όνομα του δικαιούχου του λογαριασμού, εργαζομένου, γ) την αιτιολογία κατάθεσης και δ) την ημερομηνία κατάθεσης.
[5] Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε από τη μελέτη των άρθρων 22 και 23 του ν. 4172/2013, αλλά και της ΠΟΛ.1113/2.6.2015.
[6] Βλ. ΣτΕ 2993/1991 και ΠΟΛ.1028/17.2.2006.
πηγή: www.taxheaven.gr