Με ένα χάρτη στο χέρι, έψαχνα την οδό Κωνσταντίνου Μάνου. Ακολουθούσα τον μεγάλο περίπατο στο Παγκράτι, στον οποίον μας είχαν καλέσει (όλους τους Αθηναίους) οι atenistas. Ελεύθεροι για περιήγηση σε 17 σημεία, με τον γαλανόλευκο χάρτη στο χέρι, χαθήκαμε στα στενά. Μας κατάπιε η πόλη, αλλά το μυαλό μου ήταν στην πρόταση υπ’ αριθμόν 17 (λόγω απόστασης από την αφετηρία της Πλατείας Προσκόπων). Το σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι.
του Νίκου Βατόπουλου
Ηταν σαν προσκύνημα σε ένα εκκλησάκι, όπως σχολίασε μία φίλη, γιατί το σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι, το σπίτι των παιδικών και νεανικών του χρόνων στην Αθήνα, είναι ένα μικρό, ταπεινό διαμέρισμα, στο ισόγειο μιας μικρής πολυκατοικίας του Μεσοπολέμου. Μικρός και ταπεινός και ο δρόμος. Η οδός Κωνσταντίνου Μάνου βγαίνει στην Υμηττού και σήμερα έχει τη συνηθισμένη μείξη: κάποια, λίγα προπολεμικά κτίσματα, ένα υπαίθριο γκαράζ και πολυκατοικίες των νεότερων χρόνων. Στερεότυπη γειτονιά της Αθήνας…
Αλλά, υπάρχει ένα μεγάλο «αλλά». Καθώς πλησίαζα στον αριθμό 3, ξεχώρισα αμέσως το σπίτι, από τον κόσμο που μπαινόβγαινε, με μια διάθεση ευλαβική. Υπήρχε ατμόσφαιρα μετάληψης, κι έτσι το μικρό κτίριο της οδού Κωνσταντίνου Μάνου, ένα από τα πολλά της Αθήνας, αποκτούσε μέγεθος και ανάστημα, ψήλωνε και φέγγιζε…
Είχα περιέργεια να το δω από μέσα γιατί όπως μας πληροφορούσαν οι επιμελέστατοι atenistas, σε αυτό το μικρό διαμέρισμα έζησε ο Μάνος Χατζιδάκις από το 1936, παιδί από την Ξάνθη, ώς το 1962, διάσημος στον κόσμο. «Αυτοί οι τοίχοι ήταν οι ακροατές του…». Η κυρία Αλίκη μας υποδεχόταν το περασμένο Σάββατο που άνοιξε το σπίτι. Είναι η ιδιοκτήτρια και σπιτονοικοκυρά από «τότε» έως τώρα, φρουρός του σπιτιού και ευγενής οικοδέσποινα. «Το φροντίζω για τη μνήμη του», μου λέει και αναλογίζομαι εκείνη τη στιγμή ότι δεν εκμεταλλεύεται το διαμέρισμα, διατηρώντας την αύρα εκείνων των χρόνων.
Τι έχουμε να δούμε στο σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι; Κοιταζόμαστε βουβοί και περιφερόμαστε από δωμάτιο σε δωμάτιο. Δεν είναι και πολλά. Τρία όλα κι όλα, και αυτά μικρά. Ετσι ζούσε τότε ο Μάνος Χατζιδάκις. Με μεγάλη απλότητα.
Μπροστά, με το που μπαίνεις, είχε βάλει το πιάνο. Κοιτούσε ένα τοίχο, αλλά η φαντασία του οργίαζε… Τώρα, οι atenistas, με διακριτικές παρεμβάσεις στο σπίτι, είχαν κρεμάσει μερικές φωτογραφίες, σαν μια κορδέλα γιορτής που ξεχώριζε με φόντο τον κόκκινο τοίχο.
Το υπνοδωμάτιο το είχε μπροστά, με το παράθυρο στον δρόμο. Να έβλεπε άραγε τους περαστικούς, να άκουγε άραγε τις καλημέρες και τους καβγάδες; Ενα ακόμη δωμάτιο, που κοιτάει τον ακάλυπτο, με τη στριφογυριστή σκάλα υπηρεσίας της εποχής, φέρνει μέσα το χλωμό φως της μέρας. Εξω ήταν μια λαμπρή μέρα, ηλιόλουστη, αλλά αδύναμο έφτανε το φως. Θα τον μελαγχολούσε; Θα τον ενέπνεε; Ηταν τόσο νέος τότε…
Μικρά, σκόρπια ενθυμήματα και κάποιες προβολές στους τοίχους έκαναν το σπίτι χατζιδακικό τοπίο. Την ώρα που ήμουν στο μέσα δωμάτιο, τα «Παιδιά του Πειραιά» ακούγονταν διακριτικά. Ακούγεται κλισέ, αλλά εκείνη την ώρα δεν ήταν. Ηταν κάτι φυσικό, μια προέκταση.
Χαιρετήσαμε την κυρία Αλίκη. Εστεκε με χαμόγελο, ευγενής. Την σκεφτόμουν μετά. Μου έκανε εντύπωση η περηφάνια της για το διαμέρισμα με τον διάσημο ένοικο. Μισό αιώνα και πλέον πίσω…
πηγή:Έντυπη Καθημερινή